Πρωτοπόρος φεμινίστρια, διανοούμενη, ακτιβίστρια και πληθωρική συγγραφέας, είχε συνάψει ένα ιδιότυπο σύμφωνο σεξουαλικής και συναισθηματικής ελευθερίας με τον πνευματικό γίγαντα του υπαρξισμού που αρνήθηκε το βραβείο Νόμπελ, καθιερώνοντας μαζί του μια σχέση εγκεφαλική και συνάμα τρυφερή, η οποία κράτησε 52 ολόκληρα χρόνια! Αναφέρομαι φυσικά στη Σιμόν ντε Μποβουάρ (ΣνΜ) που έφυγε στις 14 Απριλίου του 1986.

Το ερώτημα βέβαια είναι αν η ΣνΜ και ο Σαρτρ μπόρεσαν να εξασφαλίσουν μια ευτυχισμένη και αδιατάραχτη συμβίωση όλα αυτά τα χρόνια… Από τους βιογράφους τους αλλά και όσους τους γνώρισαν από κοντά, πληροφορούμαστε ότι η περιβόητη αυτή σχέση κάθε άλλο παρά ανέφελη υπήρξε. Από ό, τι λοιπόν φαίνεται, το μεταξύ τους σύμφωνο ήταν ουσιαστικά ένα άλλοθι κι ένα οχυρό ενάντια στα βάσανα του έρωτα και τα συντρίμμια της ζωής και της ζήλιας, τα οποία είναι ανυπέρβλητα για τον άνθρωπο που αναζητά στιγμές ευτυχίας!

Στην πράξη είχαν αποδεχθεί ένα συμβιβασμό με τον μανδύα του αντικομφορμισμού και μια εκλεπτυσμένη αιχμαλωσία, με εναλλαγές ελευθερίας και αποξένωσης, που ο κοινωνικός τους περίγυρος τον έκρινε σύμφωνα με τα δικά του, Πρωταγόρεια, μέτρα, ελευθεριάζοντα, πουριτανικά ή κυνικά.

Αμφιφυλόφιλη η ίδια, διατηρούσε ωστόσο παράλληλα διάφορες περιστασιακές σχέσεις με άνδρες και γυναίκες, κάποιες απ’ τις οποίες μάλιστα τις μοιραζόταν με τον Σαρτρ. Εξάλλου, θυελλώδης υπήρξε η δεκαεξάχρονη σχέση της με τον Αμερικανό συγγραφέα Νέλσον Αλγκρεν. Έτσι, η ΣνΜ -έχοντας τέτοια πολυποίκιλα ενδιαφέροντα αλλά και βιώματα- είπε κάποτε αναφορικά με την κατάκτηση ενός άνδρα από μια γυναίκα, ότι το να τον κερδίσεις είναι τέχνη, το να τον κρατήσεις όμως είναι επάγγελμα!

Για τον Σαρτρ πάντως, η Σιμόν ήταν πάντα ο ‘κάστοράς’ του, αφού το επίθετό της (Beauvoir) είναι σχεδόν ομόηχο του ‘beaver’, δηλ. της ονομασίας του κάστορα αγγλιστί!

Μετά την ερωτική αυτή εισαγωγή, θεωρώ ότι είναι σκόπιμο να αναφερθώ επιγραμματικά στο σημαντικό συγγραφικό της έργο, κορωνίδα του οποίου ήταν ασφαλώς ‘Το Δεύτερο Φύλο’, όπου αναφέρεται εκτενώς στο γυναικείο ζήτημα. Κυκλοφόρησε το 1949, στα ταραγμένα χρόνια ανάκαμψης που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έγινε διεθνές best seller, αφού μεταφράστηκε σε πάνω από 40 γλώσσες και ενέπνευσε μυριάδες καταπιεσμένων γυναικών στους αγώνες για τα δικαιώματά τους. Το Βατικανό, πάντως, δεν άργησε να βάλει στη μαύρη λίστα το διαβόητο αυτό βιβλίο της νυμφομανούς πορνογράφου!

Αξίζει τον κόπο να θυμηθούμε εδώ για λίγο πώς περιγράφει τη γυναίκα της εποχής της στο στοχαστικό αυτό πόνημα που συνδυάζει τη φαινομενολογία του Χούσερλ, με τον υπαρξισμό του Σαρτρ και την ψυχανάλυση του Φρόυντ: Η γυναίκα, επισημαίνει, είναι ένας μεσάζων ανάμεσα στον άνδρα και τη φύση. Η γυναίκα δεν γεννιέται αλλά γίνεται, μέσα από αλλεπάλληλους φραγμούς προς το κορίτσι που ενηλικιώνεται και ωριμάζει σε συνθήκες καταπίεσης. Οι φραγμοί αυτοί συνεπάγονται απωθήσεις και συμπλέγματα κατωτερότητας που διαιωνίζονται με την οικογένεια, τον σύζυγο, τον εραστή, την κοινωνία και την κουλτούρα.

Αφοσιωμένη σύζυγος και μάνα, καθώς και φιλόξενη οικοδέσποινα, εξαρτημένη όμως οικονομικά απ’ τον άνδρα, η γυναίκα παραμένει ο αλλότριος, ο μειονεκτών Άλλος, ένα ακρωτηριασμένο προϊόν της καταναγκαστικής πατριαρχικής κοινωνίας. Εφόσον καταφέρει να κατακτήσει κοινωνική ανεξαρτησία και να αγαπήσει, όχι από αδυναμία, παραίτηση ή απόδραση απ’ τον εαυτό της, αλλά από δύναμη και θέληση επιβεβαίωσης, ο έρωτάς της θα γίνει πηγή ζωής γι’ αυτή και τον σύντροφό της.

Στο ογκώδες αυτό έργο αναπτύσσει τεκμηριωμένα τα ποικίλα στάδια της γυναικείας κατάστασης, μέσα από την ιστορία, μύθους και παραδόσεις, θρησκείες, βιολογικές παραμέτρους αλλά και την παγκόσμια λογοτεχνία.

Στις μέρες μας, ο φεμινισμός της ΣνΜ έχει συμβάλει στη χειραφέτηση της εργαζόμενης γυναίκας, η οποία βαθμιαία κατακτά τη θέση που δικαιούται σε πλείστους τομείς. Οι μάχες φυσικά εξακολουθούν να δίνονται και τα σκαμπανεβάσματα συνεχίζονται σε διαφορετικές κουλτούρες, λαούς και κοινωνίες.

Έτσι λοιπόν, διερωτώμαι κατά πόσον, άραγε, θα επαληθευτεί η πρόβλεψη του καθηγητή Φιλολογίας στο Α.Π.Θ. κ. Θ. Δ. Παπαγγελή, που αρθρογραφώντας στο ΒΗΜΑ το 1999, με αφορμή διεθνές συνέδριο στο Παρίσι, 50 χρόνια μετά τη δημοσίευση του έργου της ΣνΜ Το Δεύτερο Φύλο, είχε υποστηρίξει ότι: «Η νέα παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα της εικόνας αναζωογονεί ήδη τον ατροφικό δεξιό, θηλυκό, λοβό του εγκεφάλου, που είναι έδρα εικόνων, ενοράσεων και αυθόρμητου συναισθηματισμού, και (συνακόλουθα) ο χρυσούς αιών της μητριαρχίας αχνοφέγγει μαζί με τη νέα χιλιετία»…

Θεωρώ ότι μια ενδεχόμενη ανάδυση ενός νέου κύκλου μητριαρχίας, μετά την μακραίωνη ιστορική περίοδο της πατριαρχίας που διανύουμε, δεν θα συνιστά επ’ ουδενί κάποια απόλυτη εναλλαγή άσπρου-μαύρου. Αλίμονο, άλλωστε, αν ποτέ συνέβαινε κάτι τέτοιο, αφού στη ζωή συνυπάρχουν αποχρώσεις, διαβαθμίσεις και διακυμάνσεις τάσεων και καταστάσεων…

Συνειρμικά, έρχονται στον νου μου τα λόγια του Ηράκλειτου: «το αντίξουν συμφέρον…εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίαν και πάντα κατ’ έριν γίγνεσθαι» (Απόσπασμα 8). Πράγματι, η ιστορία μάς δίδαξε ότι «τα αντίθετα συγκλίνουν και από τα διιστάμενα προέρχεται η τέλεια αρμονία, ενώ το καθετί γεννιέται μέσα απ’ την έριδα, τη διαμάχη, τη σύγκρουση και τη σύζευξη των εναντίων».

Είτε επίκειται το λυκαυγές μια (νέας;) εποχής μητριαρχίας είτε όχι, γεγονός είναι ότι ορισμένες σύγχρονες φεμινίστριες έχουν προσαρμόσει το Δεύτερο Φύλο στα σημερινά δεδομένα, όπως για παράδειγμα η Τζούντιθ Μπάτλερ (ΤΜ), η Αμερικανίδα φιλόσοφος και καθηγήτρια στο Berkeley της Καλιφόρνιας (γενν. το 1956) η οποία μάλιστα μίλησε στις 11 Μαΐου φέτος στο ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ για τα ‘Σώματα που έχουν ακόμη σημασία’.

Η ΤΜ διερευνά εξονυχιστικά τις διαφορές μεταξύ του βιολογικού φύλου (sex) και του κοινωνικού φύλου (gender), το οποίο συγκροτείται μέσα σε ένα κόσμο κοινωνικών ρόλων και συνθημάτων, συγκρούσεων των δύο φύλων και καταπίεσης γυναικείων ομάδων. Το gender δηλ. δεν είναι βιολογικά καθορισμένη αναγκαιότητα αλλά ένα πολιτισμικό μόρφωμα που υποδυόμαστε και αναπτύσσουμε προοδευτικά, με διαρκή επανάληψη διαμορφωτικών πρακτικών, ανάλογα με τη στάση μας στον κόσμο, και τις επικρατούσες θεσμικές απαιτήσεις, όπως π.χ. περί ανδρισμού και θηλυπρέπειας.

Στη γυναίκα σήμερα, κατά τη ΤΜ, το πράττον και μάλιστα το ‘ομιλούν εγώ’, δηλ. η γυναικεία γλώσσα απηχεί και εκφράζει τη χειραφέτηση του γυναικείου εαυτού. Αν με τη ΣνΜ η γυναίκα συνειδητοποιεί ιστορικά τον εαυτό της, με την πολυπράγμονα ΤΜ διεισδύει περαιτέρω στην οντολογική της ταυτότητα, επιχειρώντας την υπέρβαση ιστορικών, βιολογικών, πολιτικοκοινωνικών και ηθικών στεγανών και ταμπού.

Καθώς λοιπόν τα πάντα ρει, βρισκόμαστε μπροστά σε κατακλυσμιαίες αλλαγές και απρόβλεπτες συγκρούσεις που αναμφισβήτητα θα συνεχίζουν να επηρεάζουν και να επανακαθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ φύλων, φίλων και φυλών!