Ένας μοναστηριακός χώρος στον Όλυμπο, που είχε απαλλοτριωθεί πριν από 90 χρόνια και λειτούργησε για δεκαετίες ως θεραπευτήριο αρχικά για φυματικούς και στη συνέχεια για ψυχικά ασθενείς, παρολίγον να ενταχθεί στο πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, όταν εκ παραδρομής εισήλθε σε λίστα ακινήτων που μεταβιβάστηκαν στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).
Σύμφωνα με απόφαση της διυπουργικής επιτροπής αποκρατικοποιήσεων, περιήλθε στο ΤΑΙΠΕΔ το δικαίωμα παραχώρησης και εκμετάλλευσης του Πρώην Θεραπευτηρίου Ψυχικών Παθήσεων Ιεράς Μονής Πέτρας Ολύμπου, συνολικής έκτασης 21.320 στρεμμάτων.
Το Μοναστήρι, που έχει ιστορία πολλών αιώνων, είχε περιέλθει στο ελληνικό δημόσιο με αναγκαστική απαλλοτρίωση το 1925, προκειμένου να στεγάσει Νοσοκομείο για άπορους φυματικούς, η λειτουργία του οποίου ξεκίνησε το 1939. Στη θέση του μοναστηριού οικοδομήθηκε Σανατόριο, το οποίο την δεκαετία του 1970 μετατράπηκε σε θεραπευτήριο για ψυχικά νοσήματα. Η λειτουργία του διεκόπη το 2004 κι έκτοτε ο χώρος μαραζώνει.
Η εκμετάλλευση του ακινήτου από το ΤΑΙΠΕΔ δεν θα ήταν εύκολη, καθώς θα προσέκρουε στην πρόνοια του Συντάγματος που καθιστά νομικά ευεπίφορη μία απαλλοτρίωση, ο σκοπός της οποίας αλλάζει. Έτσι, και λόγω των αντιδράσεων της υπαγωγής του μοναστηριού στο ΤΑΙΠΕΔ, η διυπουργική επιτροπή αποκρατικοποιήσεων με νέα απόφαση ακύρωσε την μεταβίβαση του Θεραπευτηρίου στο ΤΑΙΠΕΔ.
Παρόμοια προβλήματα ενδέχεται να αντιμετωπίσει, πάντως, σύμφωνα με έμπειρους νομικούς κύκλους, έκταση των αγροτικών φυλακών Κασσάνδρας 915 στρεμμάτων, που μεταβιβάστηκε πρόσφατα στο ΤΑΙΠΕΔ.
Ο λόγος είναι ότι ο χώρος των αγροτικών φυλακών Κασσάνδρας αποτελούσε μετόχι της Μονής Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους, που απαλλοτριώθηκε από το δημόσιο για την δημιουργία σωφρονιστικών υποδομών. Έτσι, η Μονή θα μπορούσε θεωρητικά όχι μόνο να «μπλοκάρει» στα δικαστήρια την αξιοποίηση του ακινήτου, αλλά και δυνητικά να ακυρώσει την απαλλοτρίωση, επικαλούμενη την αλλαγή της χρήσης γης.
Πάντως, σύμφωνα με απάντηση του υπουργείου Δικαιοσύνης σε σχετική ερώτηση στη Βουλή, η εναπομείνασα έκταση «είναι επαρκής για τις καλλιεργητικές ανάγκες των αγροτικών φυλακών Κασσάνδρας».