Οχι, η σύγκρουση πολιτισμών δεν διεξάγεται στη Μέση Ανατολή ή όπου αλλού της γης. Εκεί τελείται ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος των ΗΠΑ εναντίον όσων δεν φαίνονται διατεθειμένοι να υποκύψουν στις ορέξεις τους. Η πραγματική σύγκρουση πολιτισμών, αυτή που δικαιώνει τη θεωρία του Huntington, διεξάγεται σήμερα στην Ελλάδα. Είναι ο πόλεμος ανάμεσα σε δύο μορφές της ελληνικής ουσιοκρατίας σε ό,τι αφορά την Ιστορία: μεταξύ των φονταμενταλιστών της Εκκλησίας, από τη μια, και των φονταμενταλιστών της εκσυγχρονιστικής ιστοριογραφίας από την άλλη – και βέβαια μεταξύ των φανατικών οπαδών τους.


Διότι τι άλλο παρά σύγκρουση πολιτισμών είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα στον τόπο μας, με τις εκατέρωθεν εκρήξεις που προκαλεί το επίμαχο βιβλίο της Ιστορίας; Εκρήξεις που, επειδή η σύγκρουση είναι εμφύλια και δεν προέρχονται από τανκς ή αεροπλανοφόρα, παράγονται από φραστικά βλήματα βαθέος βεληνεκούς. Χαρακτηρισμοί του τύπου «Γενίτσαροι!», από τη μια, και «Ψυχωσικοί!», από την άλλη, δείχνουν τη σφοδρότητα του αγώνα.


Βέβαια η αντιπαράθεση μεταξύ Εκκλησίας και εκσυγχρονιστών έχει μεγάλη (και ποικίλη) προϊστορία. Και της μεν Εκκλησίας η παρούσα πολεμική διάθεση, από τη στιγμή που βρέθηκε στον θρόνο της ένας «φλογερός ιεράρχης», ήταν αναμενόμενη. Εκείνο που ήταν αδύνατον να φανταστεί κανείς είναι η μετάλλαξη, στους εκσυγχρονιστές των άκρων, της εκσυγχρονιστικής πίστης σε μεταφυσικό δόγμα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η με θρησκευτικό φανατισμό προβαλλόμενη βεβαιότητά τους για την ανυπαρξία νεοελληνικού έθνους πριν από τον 19ο αιώνα; Η ανάγκη απομυθοποίησης του ιστορικού μας παρελθόντος, όπως το κληρονομήσαμε από την εθνικιστική ιστοριογραφία, είναι ζωτική. Ομως από το ένα ιδεολόγημα βρεθήκαμε σε ένα άλλο: από την αδιάσπαστη ανά τους αιώνες ιστορική συνέχεια του ελληνισμού περάσαμε στην απόλυτη μετά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες εξαφάνισή του και στην άμωμη σύλληψη αυτού που σήμερα ονομάζουμε έθνος μας με τον κρίνο τού 1821.


Το πώς συνέβη αυτό προσπαθήσαμε να το εξηγήσουμε με προηγούμενα άρθρα μας στο «Βήμα». Εδώ απλώς θα επιχειρήσουμε να περιγράψουμε δι’ ολίγων τα κύρια χαρακτηριστικά του ιστορικού της εθνικής παρθενογένεσης, οι απόψεις του οποίου για την εμφάνιση του νεοελληνικού έθνους, καθώς εδράζονται σε δογματικές αρχές ομόσημες από ιστοριογραφική άποψη με εκείνες της Εκκλησίας, αποτελούν εμπόδιο ανάλογο με το εκκλησιαστικό για έναν πραγματικό εκσυγχρονισμό της ιστοριογραφίας μας.


Για τη σημερινή Εκκλησία μας την αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια του ελληνισμού εξασφάλισε η υπερούσια (δηλαδή η υπερβατική) φύση του· για τον παρθενογενεσιακό ιστορικό τον ως εκ θαύματος τοκετό του έθνους που ονομάστηκε (νεο)ελληνικό αποδεικνύουν ορισμένες σχετικά πρόσφατες θεωρίες περί έθνους, που θα πρέπει να διαβάζονται με την ευλάβεια με την οποία οι πιστοί διαβάζουν τη Βίβλο. Το αν οι θεωρίες αυτές είναι ελλιπείς· αν αμφισβητούνται από άλλες εξίσου (ή και περισσότερο) πρόσφατες θεωρίες· αν για τη συγκρότησή τους εκείνοι που τις διατύπωσαν δεν έλαβαν υπόψη τους (γιατί δεν ήταν σε θέση να τη γνωρίσουν) την πορεία της διαμόρφωσης της νεοελληνικής συνείδησης, αυτά από τον παρθενογενεσιακό ιστορικό αντιμετωπίζονται με τρόπο ανάλογο με εκείνον που οι αμερικανοί φονταμενταλιστές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την επιστήμη. Διότι οι θεωρίες του Hobsbawm και του Anderson, τις οποίες αντιπαραθέτουν στις απόψεις του Σβορώνου για τη διαμόρφωση του νεοελληνικού έθνους, είναι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη νεοελληνική περίπτωση, τόσο έγκυρες όσο η «θεωρία του ευφυούς σχεδιασμού», με την οποία οι αμερικανοί αντίπαλοι του Δαρβίνου προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τη θεωρία της εξέλιξης. Και όχι μόνο αυτό. Ο παρθενογενεσιακός ιστορικός είναι τυφλωμένος από το αποκαλυπτικό φως των ιερών του κειμένων περισσότερο απ’ ό,τι οι εν λόγω αντιδαρβινιστές από το φως της «Γενέσεως». Διότι ενώ εκείνοι διαβάζουν σωστά τον Δαρβίνο, αυτός διαβάζει λανθασμένα Σβορώνο.


Η παραμόρφωση απόψεων που εμποδίζουν την καλλιέργεια του δόγματός του και η έλλειψη διάθεσης για πραγματικό ιστοριογραφικό διάλογο είναι ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του παρθενογενεσιακού ιστορικού. Οταν του αποδεικνύεις ότι έχει διαστρεβλώσει πλήρως τις απόψεις του Σβορώνου, αυτός ταυτολογεί: επαναλαμβάνει τη διαστρέβλωση· όταν του επισημαίνεις ότι ο Anderson δηλώνει ότι δεν θεωρεί τη θεωρία του καθολικής ισχύος, αυτός επικαλείται την απήχηση της θεωρίας του Anderson. Αν δεν πίστευα ότι είναι λάθος να χρησιμοποιείται ο όρος ψύχωση για τη σχέση των πιστών με το θρησκευτικό τους δόγμα, τη στάση του παρθενογενεσιακού ιστορικού απέναντι σε απόψεις διαφορετικές από τη δική του θα τη χαρακτήριζα με τον όρο με τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει ορισμένους αντιπάλους του. Ωστόσο αισθάνομαι ότι δικαιούμαι να χρησιμοποιήσω μεταφορικά έναν παρεμφερή όρο για την αντιφατικότητα (που δεν υπάρχει στον εκκλησιαστικό πιστό) της συμπεριφοράς του προς το ιστοριογραφικό του δόγμα: ενώ από τη μια, με την απομυθοποιητική του διάθεση, παρουσιάζεται υποστηρικτής μιας αντικειμενικότερης προσέγγισης της Ιστορίας, από την άλλη, με την πεποίθησή του ότι «σκοπός μιας Ιστορίας που σκέπτεται είναι να επουλώσει τις πληγές» μεταξύ αντιπάλων εθνών, γίνεται κήρυκας μιας ιδεολογικοπολιτικής χρήσης της Ιστορίας, ανάλογης με εκείνη για την οποία λοιδορεί τους εθνικιστές ιστορικούς. Αν αυτό δεν είναι «σχιζοφρενική» αντίληψη της ιστοριογραφίας, τότε τι είναι;


Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.