Στην Αμερική του Τραμπ ένα πράγμα είναι σίγουρο. Δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Εάν, όμως, κάποιος ψάχνει ένα εγχειρίδιο για το πώς να αντεπεξέλθει σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, θα ήταν καλό να κατέβει μέχρι τη Φλόριντα για να συναντήσει τον Ρότζερ Στόουν.

Για δεκαετίες, ο Στόουν έχει υπάρξει ο απόλυτος χειριστής του παρασκηνίου, όντας ο άνθρωπος που έριξε την ιδέα να μπει ο Ντόναλντ Τραμπ στην πολική και συνέβαλε στην άνοδό του πολύ πριν ο υπόλοιπος κόσμος αναγκαστεί να τον πάρει στα σοβαρά. Οι πολιτικές τακτικές και οι κανόνες που βοήθησε να τελειοποιηθούν αντηχούν σήμερα πέρα από τον Ατλαντικό και οι ιδέες του, μέσω της επιρροής που είχαν στον Τραμπ, έχουν επηρεάσει τον κόσμο και τις διεθνείς εξελίξεις.

Στην αίθουσα συσκέψεων, όπου τον συνάντησε «Το Βήμα», υπάρχει ένα βιβλίο με τίτλο «Οι κανόνες Στόουν: Πώς να κερδίσετε στην πολιτική, στις επιχειρήσεις και στο στυλ». Ξεφυλλίζοντάς το, διαπιστώνουμε ότι πολλοί από τους «κανόνες Στόουν» έχουν βρει τη φυσική τους ενσάρκωση στο πρόσωπο του Τραμπ. Κανόνες όπως «επίθεση και ποτέ άμυνα» ή «να μην παραδέχεσαι τίποτα και να περνάς στην αντεπίθεση» θυμίζουν σίγουρα την προσέγγιση του αμερικανού προέδρου.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης εκφράζει επανειλημμένως «φιλελληνικές θέσεις». Από το ότι η Ουάσιγκτον οφείλει να στηρίξει τις «ελληνικές θαλάσσιες αξιώσεις» μέχρι την εξέταση νέων αμερικανικών βάσεων, ενώ είναι αρκετά αιχμηρός για την Τουρκία, την οποία χαρακτηρίζει μια «φιλική εχθρική χώρα».

Οσο για το στυλ που υπόσχεται το εξώφυλλο του βιβλίου, είναι κάτι που τόσο οι φίλοι όσο και οι εχθροί τού το αναγνωρίζουν. Αλλωστε η εικόνα του ανθρώπου που μπήκε στην αίθουσα συσκέψεων με τη χαρακτηριστική βραχνή φωνή θυμίζει λιγότερο τη φιγούρα ενός πολιτικού συμβούλου στρατηγικής και περισσότερο χαρακτήρα ξεχασμένης νουάρ ταινίας που έχει γυριστεί στο Μαϊάμι.

Ενα ειδικά ραμμένο σταυρωτό ριγέ κοστούμι με ένα χαρακτηριστικά φαρδύ παντελόνι, λευκό μαντίλι τσέπης, γραβάτα σε χρωματισμό που είναι δύσκολο να προσδιορίσεις και φυσικά δίχρωμα παπούτσια. Ο άνθρωπος που θωρεί την πολιτική ως παράσταση ξέρει σίγουρα να την κλέβει.

Ο Στόουν γνώρισε τον Τραμπ στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν ανέλαβε επικεφαλής της προεδρικής εκστρατείας του Ρόναλντ Ρίγκαν στη Νέα Υόρκη.

Οι φίλοι του από την Ελλάδα

Κάθεται και ρωτάει με χαρακτηριστική οικειότητα πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα, την οποία δεν έχει ποτέ επισκεφτεί, αλλά, όπως λέει, σκοπεύει να το κάνει μέχρι το τέλος του χρόνου.

Ο Στόουν έχει ασχοληθεί περισσότερο με την εσωτερική πολιτική σκηνή της Αμερικής και λιγότερο με την εξωτερική πολιτική. Παρ’ όλα αυτά, εμφανίζεται καλά πληροφορημένος για τη χώρα μας. Ο λόγος είναι ότι έχει φίλους στην Ελλάδα αλλά και επαφή με σημαντικούς ελληνοαμερικανούς επιχειρηματίες, οι οποίοι βρίσκονται κάτω από το ραντάρ και δεν είναι τα γνωστά ονόματα που ακούγονται στους κύκλους της Ομογένειας.

Οπως μάλιστα αποκαλύπτει, τον τελευταίο χρόνο δεν είναι λίγοι οι εκπρόσωποι από τη «δεξιά πολυκατοικία» της Ελλάδας που του έχουν χτυπήσει την πόρτα, ζητώντας πολιτική καθοδήγηση και διασυνδέσεις με το σύστημα Τραμπ. Αν και θα ήθελε να δει μια αυθεντική έκφραση των αξιών του κινήματος MAGA στην Ελλάδα, η ανάμειξή του στα ελληνικά πράγματα δεν προχώρησε γιατί κανένας από αυτούς τους πρόθυμους που εμφανίστηκαν δεν ήταν ο «κατάλληλος» για τον ρόλο.

Σε αντίθεση με πολλά άλλα ονόματα από την πρώτη θητεία Τραμπ, ο Στόουν έχει μια προϊστορία μαζί του που τον έχει κρατήσει στον στενό πυρήνα και του επιτρέπει να συνομιλεί τακτικά με τον πρόεδρο. Βρίσκεται σε επαφή με σχεδόν όλους τους παίκτες-κλειδιά αλλά και με ορισμένους από τους σημαντικότερους δωρητές στο Μαρ-α-Λάγκο που έχουν την προσοχή του Τραμπ. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης εκφράζει επανειλημμένως «φιλελληνικές θέσεις».

Νομίζω ότι είναι σημάδι της μεγάλης εκτίμησης του Τραμπ για την Ελλάδα το ότι έστειλε στη θέση του πρεσβευτή μια από τις στενότερες φίλες του και όχι έναν καριερίστα γραφειοκράτη.

Από το ότι η Ουάσιγκτον οφείλει να στηρίξει τις «ελληνικές θαλάσσιες αξιώσεις» μέχρι την εξέταση νέων αμερικανικών βάσεων, ενώ είναι αρκετά αιχμηρός για την Τουρκία, την οποία χαρακτηρίζει μια «φιλική εχθρική χώρα».

Σχετικά με τις σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τη νέα αμερικανική διοίκηση, παρατηρεί ότι η επικρατούσα αντίληψη είναι πως την τελευταία τετραετία υπήρχε πλήρης συμπόρευση με τον Τζο Μπάιντεν και τις πολιτικές του.

Οι κακές γλώσσες των Ρεπουμπλικανών επικεντρώνονται στη στάση της Αθήνας για το Ουκρανικό. Ενα άλλο στοιχείο που της καταλογίζεται είναι η ταύτιση με τη woke ατζέντα, με ορισμένους να ισχυρίζονται ότι η προώθηση του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια ήταν ένα αίτημα που είχε υποβληθεί προσωπικά από την ίδια τη Νάνσι Πελόζι στον έλληνα πρωθυπουργό.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ρότζερ Στόουν δηλώνει φίλος της Ελλάδας, δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα λιμάνια της Αλεξανδρούπολης και του Πειραιά. Στην ερώτηση για το ποια συμβουλή θα έδινε στην Αθήνα για να ακουστεί η φωνή της στην Ουάσιγκτον, εστίασε στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας ελέγχεται από την κομμουνιστική Κίνα, την οποία χαρακτηρίζει ως «τη μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ και τον κόσμο».

Η Γκίλφοϊλ στην Αθήνα

Ο Στόουν μιλάει θετικά για τον αμερικανό πρεσβευτή στην Τουρκία Τομ Μπάρακ, με τον οποίο διατηρεί φιλία από το 1972. Μιλάει, όμως, με θαυμασμό για την Κίμπερλι Γκίλφοϊλ με την οποία έχει συνεργαστεί και θεωρεί ότι θα αποτελέσει μια πολύ ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα.

«Νομίζω ότι θα επαναπροσδιορίσει πλήρως τον ρόλο. Ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ότι ήταν μια εξαιρετικά επιτυχημένη εισαγγελέας. Υπηρέτησε στην Καλιφόρνια και δεν έχασε ποτέ υπόθεση. Και ήταν διάσημη για το ότι αγόρευε χωρίς σημειώσεις. Είναι ένα εξαιρετικά ικανό άτομο και έχει την εμπιστοσύνη του προέδρου. Νομίζω ότι είναι σημάδι της μεγάλης εκτίμησής του για την Ελλάδα το ότι έστειλε μία από τις στενότερες φίλες του και όχι έναν καριερίστα γραφειοκράτη».

Ο Ρότζερ Στόουν με τη νέα πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, για την οποία λέει ότι θα αποτελέσει μια πολύ ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα.

Ο Στόουν βλέπει μια δυναμική που δημιουργεί μια σπάνια ευκαιρία επικοινωνίας στο τρίγωνο Ουάσιγκτον, Αθήνας και Αγκυρας. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι δύο από τους στενότερους φίλους του προέδρου θα βρίσκονται αντιστοίχως πρεσβευτές στην Ελλάδα και στην Τουρκία. «Αυτό είναι καθοριστικό επειδή η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ μπορεί να τηλεφωνήσει όχι μόνο στον πρόεδρο αλλά και στον Τομ Μπάρακ. Και το ίδιο μπορεί να γίνει αντιστρόφως. Και οι δύο είναι εξαιρετικά ικανοί και πολύ δίκαιοι».

Φλερτ με Ερντογάν και Β. Κορέα

Ο παλαιότερος πολιτικός σύμβουλος του Τραμπ αφηγείται στο «Βήμα» μια ιστορία σχετικά με μια ιδιωτική συνάντηση που είχε ο πρόεδρος με τον Μπιλ Κλίντον και μια δημόσια με τον Μπαράκ Ομπάμα μετά τη νίκη του στις εκλογές το 2016. Σύμφωνα με τον Στόουν, οι δύο πρώην πρόεδροι έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για τη Βόρεια Κορέα – «το πιο επικίνδυνο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσεις είναι ο τρελός ηγέτης στη Βόρεια Κορέα που βρίσκεται πολύ κοντά στο να αποκτήσει πυρηνικά» – και ο Τραμπ τους ρώτησε: «Και τις σας λέει ο Κιμ Γιονγκ Ουν. Εκείνοι του απάντησαν: «Τι εννοείς; Δεν του μιλάμε».

Το αποτέλεσμα ήταν ο Τραμπ να αναρωτηθεί: «Δεν θα θέλατε να κάνετε έναν διάλογο μαζί του για να δείτε τι έχει στο μυαλό του και αν μπορείτε να τον μεταπείσετε;». Σύμφωνα με τον Στόουν, και οι δύο πρώην πρόεδροι απάντησαν ότι ο καλύτερος τρόπος χειρισμού ήταν να μείνει στον πάγο.

«Του είπα “δικέ μου, δείχνεις σαν σταρ του κινηματογράφου. Πρέπει να χτενίζεις έτσι τα μαλλιά σου”». Ο Τραμπ τον κοίταξε και απάντησε κοφτά «μου αρέσουν όπως τα έχω».

«Αυτή, όμως, δεν ήταν η προσέγγιση του Τραμπ και φυσικά το άνοιγμά του στη Βόρεια Κορέα ήταν μια από τις πιο ιστορικές κινήσεις που έκανε. Ηταν μια κίνηση προς την ειρήνη» εξηγεί ο Στόουν. «Θα έβλεπα, λοιπόν, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον ίδιο τρόπο. Θα του μιλήσει. Θα μιλήσει με όλους επειδή θέλει να λάβει τη γνώμη όλων. Και πιστεύει ότι πρέπει να επιδιώξεις το εμπόριο αντί για το χάος. Πρέπει να επιδιώξεις τις διαπραγματεύσεις αντί για τον πόλεμο. Γι’ αυτό εξελέγη».

Βεβαίως το παράδειγμα της Βόρειας Κορέας αφορά μια εχθρική χώρα, ενώ η Τουρκία είναι σύμμαχος και συνεπώς μια τέτοια στάση του Τραμπ μπορεί να εκληφθεί ως επιβράβευση ή, ακόμα χειρότερα, ως αδιαφορία για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια αποσταθεροποιητική και αντισυμμαχική συμπεριφορά της Αγκυρας. Σε αυτό το θέμα ο Στόουν δεν δείχνει να έχει μια ξεκάθαρη απάντηση, αλλά φαίνεται να εκτιμά ότι η εγγύτητα του Τραμπ με τον Ερντογάν δεν πρόκειται να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ ανταποκρίνονται στις ανησυχίες της Ελλάδας για την ασφάλεια. Οπως λέει, «δεν θα υπέθετα, μόνο και μόνο επειδή ο Ντόναλντ Τραμπ μιλάει με κάποιον, ότι αυτό θα τον κάνει να δείξει προκατάληψη υπέρ του. Δεν περιμένω κάτι τέτοιο».

Τα «γεράκια» και το βαθύ κράτος

Λίγες μόνο μέρες πριν από την αιφνιδιαστική επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν, ο Ρότζερ Στόουν προειδοποιούσε μιλώντας στο «Βήμα» ότι «αυτοί που σπρώχνουν την Αμερική στον πόλεμο δεν είναι μόνο εκτός συνόρων. Είναι και μέσα στην ίδια της την κυβέρνηση».

Ο επί χρόνια πολιτικός σύμβουλος και στενός σύμμαχος του Τραμπ μιλάει για ένα βαθύ κράτος που λειτουργεί παρασκηνιακά, βάζοντας στο στόχαστρο τους γερουσιαστές Λίντσεϊ Γκράχαμ και Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ. Τους κατηγορεί ευθέως ότι ενθαρρύνουν την κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, σημειώνοντας με νόημα τη συνάντησή τους με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι την παραμονή μιας αιφνιδιαστικής ουκρανικής επίθεσης.

«Δεν είναι μόνο το ΝΑΤΟ που σπρώχνει προς την κλιμάκωση» λέει. «Είναι και οι δικοί μας άνθρωποι στην Ουάσιγκτον. Ο Τραμπ, σε αντίθεση με αυτούς, είναι αφοσιωμένος στην ειρήνη. Θέλει διαπραγμάτευση, όχι επέκταση του πολέμου».Λίγο πριν από το ξέσπασμα της νέας έντασης στον Περσικό Κόλπο, ο Στόουν κήρυττε για τους κινδύνους μιας ανεξέλεγκτης πολεμικής στρατηγικής. «Είναι εύκολο να λες χτύπα το Ιράν, αλλά όταν οι Ιρανοί κλείσουν τα Στενά του Ορμούζ απ’ όπου περνάει το ένα τέταρτο της παγκόσμιας ενέργειας, θα δείτε τότε την τιμή της βενζίνης να εκτοξεύεται και εδώ».

Ο Στόουν, πιστός στη ρητορική του «America First», θεωρεί ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να συνεχίσουν να επωμίζονται δυσανάλογα το βάρος του πολέμου στην Ουκρανία. «Αν οι Ευρωπαίοι θέλουν πόλεμο, ας πληρώσουν το μερίδιό τους» λέει. Και επαναφέρει μια παλαιότερη δήλωση του Τζο Μπάιντεν που έλεγε ότι το Ντονμπάς θα μπορούσε να δοθεί στους Ρώσους για να ενισχύσει το επιχείρημά του ότι υπάρχει ακόμη χώρος για διαπραγμάτευση και ειρηνική διευθέτηση.

«Νομίζω ότι ο Τραμπ έχει καταστήσει πολύ σαφές ότι θα αντισταθεί στα γεράκια του πολέμου που προσπαθούν να μας ωθήσουν σε έναν πόλεμο που θα έχει επιπτώσεις πολύ πέρα ​​από αυτές που βλέπει ο αμερικανικός λαός».

Αλλά η σύγκρουση του κινήματος MAGA με το βαθύ κράτος δεν περιορίζεται στην εξωτερική πολιτική. Ο Στόουν κατηγορεί ευθέως την Ομοσπονδιακή Τράπεζα για πολιτικά παιχνίδια με τα επιτόκια. «Οταν ο πληθωρισμός βρισκόταν στο ίδιο επίπεδο που είναι σήμερα, μείωσαν τα επιτόκια για να βοηθήσουν την επανεκλογή του Μπάιντεν. Τώρα δεν μειώνουν τα επιτόκια επειδή δεν θέλουν να βοηθήσουν τον Τραμπ. Και κατηγορούν τον Τραμπ ότι ενεργεί πολιτικά, ενώ στην πραγματικότητα ο Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος δεν είναι καν οικονομολόγος, δεν μειώνει τα επιτόκια επειδή θέλει να καθυστερήσει την ανάπτυξη που έρχεται υπό τον Τραμπ».

Η εικόνα που περιγράφει είναι ενός προέδρου που προσπαθεί να κυβερνήσει εν μέσω σαμποτάζ από εν ενεργεία θεσμούς και πρώην συνεργάτες. Ενα από τα πιο ηχηρά παραδείγματα που αναφέρει είναι ο πρώην προσωπάρχης του Λευκού Οίκου, στρατηγός Τζον Κέλι. «Ο Κέλι πίστευε ότι η δουλειά του ήταν να μπλοκάρει την ατζέντα του Τραμπ» λέει ο Στόουν αναφερόμενος στην επίμαχη – και ποτέ αποδεδειγμένη – κατηγορία ότι ο Τραμπ μίλησε υποτιμητικά για τους πεσόντες στρατιώτες. «Ηταν 19 άτομα στην αίθουσα και κανείς δεν θυμάται να το είπε. Ξέρετε γιατί; Γιατί δεν το είπε ποτέ».

Οταν ο Ρότζερ γνώρισε τον Ντόναλντ

Η ιστορία του Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορεί να ειπωθεί χωρίς τον Ρότζερ Στόουν. Οχι απλώς επειδή υπήρξε για δεκαετίες σύμβουλος και φίλος του, αλλά και γιατί, όπως φαίνεται, ήταν εκείνος που του φύτεψε τον σπόρο της πολιτικής φιλοδοξίας.

Ο Στόουν γνώρισε τον Τραμπ στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν ανέλαβε επικεφαλής της προεδρικής εκστρατείας του Ρόναλντ Ρίγκαν στη Νέα Υόρκη. Ο νεαρός τότε επιχειρηματίας προστέθηκε στην οικονομική επιτροπή και μαζί με τον πατέρα του συγκέντρωσαν 100.000 δολάρια, που ήταν ένα σεβαστό ποσό για την εποχή εκείνη. Εκτοτε οι δρόμοι τους έμειναν παράλληλοι.

Ο Στόουν υπήρξε από τους πρώτους που είδαν στον Τραμπ όχι απλώς έναν μεγιστάνα της αγοράς ακινήτων, αλλά έναν εν δυνάμει πολιτικό σταρ. Οπως περιγράφει ο ίδιος, ήδη από το 1988 του είχε προτείνει να είναι εκείνος που θα προσέφερε μια εναλλακτική στους Μάικλ Δουκάκη και Τζορτζ Μπους και ο Τραμπ του απάντησε ότι είναι τρελός. Αλλά οι θέσεις του Τραμπ για το εμπόριο, τον στρατό και το ΝΑΤΟ υπήρχαν ήδη. «Τα έλεγε αυτά από τη δεκαετία του ’80» θυμάται ο Στόουν.

Η υποψηφιότητα για την προεδρία το 2000 δεν προχώρησε γιατί ο Τραμπ δεν ήταν ακόμα απόλυτα πεπεισμένος, παρ’ όλο που ο Στόουν επέμενε να τον ενθαρρύνει. Ο Τραμπ το ξανασκέφτηκε το 2012, αλλά τελικά το 2016 ήταν η σωστή στιγμή. «Η στιγμή και ο άνθρωπος ήταν ιδανικοί» και, όπως μας λέει, «τα υπόλοιπα είναι απλώς ιστορία».

Πέρα από την πολιτική σχέση, ο Στόουν έχει υπάρξει συνοδοιπόρος του Τραμπ για δεκαετίες σε πολλά άλλα θέματα. Στην ερώτηση για το ποια ήταν η πιο δύσκολη συζήτηση που είχε με τον Τραμπ σταματάει να σκεφτεί πριν απαντήσει με κάθε σοβαρότητα.

«Πολλοί νομίζουν ότι έχει αραιωμένα μαλλιά. Τον είδα στα αποδυτήρια μετά από μια παρτίδα γκολφ και τα μαλλιά του ήταν τραβηγμένα ίσια προς τα πίσω. Του είπα «δικέ μου, δείχνεις σαν σταρ του κινηματογράφου. Πρέπει να χτενίζεις έτσι τα μαλλιά σου»». Ο Τραμπ τον κοίταξε και απάντησε κοφτά «μου αρέσουν όπως τα έχω». Η απάντηση του Στόουν ήταν «roger that» (δηλ. «μήνυμα ελήφθη»).