«Το Βήμα» απευθύνθηκε στον Νταμιέν Μπολ, καθηγητή και ερευνητή στο Κέντρο Πολιτικών Ερευνών (CEVIPOF) του Πανεπιστημίου Sciences Po στο Παρίσι, για να αναλύσει την περίπλοκη πολιτική κατάσταση στη Γαλλία.

Οι Γάλλοι δεν θέλουν να κάνουν θυσίες για να μειωθεί το χρέος και οι πολιτικοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους ώστε να αρθεί το αδιέξοδο. Πώς εξηγείτε αυτή την «αυτοκαστροφική» συμπεριφορά;
«Πρέπει να τη δούμε μέσα στο θεσμικό πλαίσιο της Γαλλικής Πέμπτης Δημοκρατίας, όπου συνήθως υπάρχει μια πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, ένας πρόεδρος που ανήκει στο ίδιο κόμμα με τον πρωθυπουργό, όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται από την κυβέρνηση και στη συνέχεια επικυρώνονται στο Κοινοβούλιο.
Το σύστημα λειτουργεί κανονικά μόνο όταν κυβερνά μια πλειοψηφία. Από τις εκλογές του 2024 έχουμε ένα Κοινοβούλιο εξαιρετικά κατακερματισμένο, χωρίς πλειοψηφία, το οποίο σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει πάντα να διαπραγματεύεται για να περάσει τους νόμους.
Αυτό περιπλέκεται λόγω του χρέους γιατί χρειάζονται δύσκολες αποφάσεις για να μειωθεί. Η κυβέρνηση Μπαϊρού προσπαθεί να διαπραγματευτεί με τα διάφορα κόμματα για να δει ποιες αλλαγές θα μπορούσε να κάνει ώστε να υπερψηφιστεί ο προϋπολογισμός. Ομως φαίνεται ότι δεν θα το πετύχει και κατά πάσα πιθανότητα θα χάσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου και θα καταρρεύσει».
Τι θα συμβεί μετά τις 8 Σεπτεμβρίου, αφού η κυβέρνηση μάλλον δεν θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης;
«Υπάρχουν δύο επιλογές: είτε θα πάμε σε εκλογές, αν ο πρόεδρος αποφασίσει να διαλύσει το Κοινοβούλιο και να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, είτε, το πιο πιθανό, θα ξεκινήσει απλώς μια νέα διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης.
Δηλαδή ο Μπαϊρού θα παραιτηθεί και ο πρόεδρος θα ορίσει έναν νέο πρωθυπουργό που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου. Αυτό είναι εφικτό, αλλά θα χρειαστεί χρόνος για να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση. Αρα, πιθανότατα, θα καθυστερήσουν ο προϋπολογισμός και οι πολιτικές για το χρέος. Οπότε κινδυνεύουμε να μπούμε ξανά σε μια περίοδο αστάθειας».
Το κλισέ ότι «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα» φαίνεται ότι δεν ισχύει στη Γαλλία, γιατί αν γίνουν εκλογές θα οδηγήσουν πάλι σε ένα κατακερματισμένο Κοινοβούλιο από το οποίο δεν θα μπορεί να περάσει ο προϋπολογισμός. Τι πρέπει να γίνει;
«Στη Γαλλία, αλλά και αλλού στον κόσμο, ζούμε μια εποχή πολιτικού κατακερματισμού. Συνεπώς, πρέπει πάντα να γίνεται διαπραγμάτευση μεταξύ των κομμάτων στο Κοινοβούλιο για να επιτευχθεί συναίνεση. Στη Γαλλία όμως δεν έχουμε αυτή την κουλτούρα, επειδή υπήρχαν πάντα σαφείς πλειοψηφίες. Οι πολιτικοί δεν έχουν μάθει να διαπραγματεύονται μεταξύ τους. Νομίζω ότι πρέπει να αλλάξει η πολιτική κουλτούρα, να πάμε σε περισσότερες διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς.
Η Γαλλία θα εξελιχθεί σιγά-σιγά προς αυτό το μοντέλο, αλλά σήμερα βρίσκεται σε φάση μετάβασης: περνάει από το καθεστώς των δύο μπλοκ – αριστερό και δεξιό – σε ένα πολυπολικό σύστημα πολλών μπλοκ κομμάτων. Πρέπει να μάθει να λειτουργεί σε αυτό το νέο πλαίσιο».
Ο πρόεδρος Μακρόν φέρει την κύρια ευθύνη επειδή προκήρυξε πρόωρες εκλογές το 2024 και στη συνέχεια όρισε πρωθυπουργούς που δεν είχαν στήριξη στο Κοινοβούλιο;
«Ο Εμανουέλ Μακρόν συνέβαλε στην κρίση με τις πρόωρες εκλογές. Ομως θεωρώ ότι υπήρχε μια βαθύτερη τάση που ήταν αναπόφευκτη: ο κατακερματισμός του Κοινοβουλίου θα ερχόταν έτσι κι αλλιώς, αν όχι το 2024, τότε αργότερα. Είναι μια εξέλιξη που τη βλέπουμε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με ολοένα περισσότερα κόμματα που εκφράζουν τις ολοένα πιο πολωμένες προτιμήσεις της κοινωνίας. Ο πρόεδρος δεν μπορούσε να την αποτρέψει, απλώς την επιτάχυνε».







