Το έργο του βρίσκεται σε μόνιμες συλλογές του Metropolitan Museum of New York, του LACMA, του SFMOMA, ενώ o ίδιος έχει δώσει το «παρών» σε διοργανώσεις όπως η Μπιενάλε της Βενετίας το 2013. Για όσους έχουν παρακολουθήσει την ιστορία του California Clay Movement (ή American Clay Revolution) όπως το πρέσβευε ο ελληνικής καταγωγής Πίτερ Βούλκος, ο οποίος ανύψωσε την κεραμική στη σφαίρα της υψηλής τέχνης, το έργο του Ρον Ναγκλ δεν χρειάζεται συστάσεις. Το σίγουρο όμως είναι ότι και σε αυτή την περίπτωση χρειάζεται προσοχή, όπως και σε βάθος παρατήρηση. Να πλησιάσεις, να σκύψεις, να αφουγκραστείς. Διότι αυτό που είναι μικρό μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις τα μεγάλα.

Με έργα «που χωρούν στην παλάμη» αλλά έχουν το βάθος και την πολυπλοκότητα μεγάλων εγκαταστάσεων, ο Ναγκλ, ένας θρύλος της σύγχρονης αμερικανικής γλυπτικής αλλά και μουσικός και δημιουργός των ειδικών ηχητικών εφέ της ταινίας «Ο Εξορκιστής»(!) του 1973, φέρνει στην Αθήνα και την Γκαλερί Μελάς Μαρτίνος τον μικροσκοπικό κόσμο του.

Μέσα από 15 πρόσφατα γλυπτά, τα περισσότερα από τα οποία δεν ξεπερνούν τα 15 εκατοστά σε ύψος, όπως και έξι σχέδια, ο χώρος της Πανδρόσου θα γεμίσει με τους «ψιθύρους» του ενεργού, στα 86 του χρόνια, γλύπτη. Μινιατούρες με υπερβατικές δονήσεις, αφαιρετικές ανάλαφρες φόρμες που πάλλονται ανάμεσα στην ποπ ειρωνεία, την αισθητική του δρόμου και τη φόρμα της κλασικής κεραμικής και παράλληλα μοιάζουν να βγήκαν από ένα ψυχεδελικό εργαστήριο ζαχαροπλαστικής.

«Πάντα με γοήτευαν τα μικρά αντικείμενα» θα πει ο Ναγκλ στο BHΜΑgazino, και θα εξηγήσει: «Ξεκίνησα την πορεία μου ως κοσμηματοποιός και από την αρχή με συνέπαιρνε η εργασία σε μικρή κλίμακα. Πιστεύω πως δημιουργεί μια πιο άμεση, προσωπική σύνδεση ανάμεσα στον θεατή και το έργο. Αισθάνομαι ιδιαίτερη έλξη για έργα μικρής κλίμακας και από άλλους καλλιτέχνες, όπως ο Τζόρτζιο Μοράντι, ο Τζόζεφ Κορνέλ ή ο Αλμπερτ Ράιντερ.

Πιστεύω ότι τα μικρά αντικείμενα συχνά «κουβαλούν» χιούμορ, ευστροφία ή έναν υπαινιγμό μυστηρίου. Συνδέονται με τελετουργίες, ιεροτελεστίες, μαγικές πράξεις. Είναι σαν να περικλείουν κάτι υπνωτιστικό, διαλογιστικό. Μου φέρνουν στον νου μαγικούς φανούς, κρυσταλλικές σφαίρες, ιαπωνικά φλιτζάνια τσαγιού ή μικροσκοπικά γλυπτά. Ακριβώς επειδή μπορούν να χωρέσουν στο χέρι, προσφέρουν μια οικειότητα που δύσκολα εκπέμπει ένας μεγάλος πίνακας ή ένα μνημειακό γλυπτό. Προκαλούν ένα είδος συμμετοχικής εμπειρίας, ένα σιωπηλό γεγονός μεταξύ του θεατή και του αντικειμένου».

Ωδή στην Αρχαία Ελλάδα

Η έκθεση στην γκαλερί Μελάς Μαρτίνος έχει την ιδιαιτερότητα ότι θα συνδέσει τις πολυποίκιλες επιρροές του με την έλξη που του ασκεί η κεραμική της Αρχαίας Ελλάδας. Εξού άλλωστε και ο τίτλος «Ωδή σε μια αρχαιοελληνική φόρμουλα». «Πάντα με γοήτευε το σχήμα του αμφορέα και ορισμένα έργα μου ενσωματώνουν αποσπάσματα αυτής της κλασικής φόρμας. Συχνά αντλώ έμπνευση από αρχαιοελληνικούς τύπους κεραμικής, ιδιαίτερα στον τρόπο με τον οποίο τοποθετώ τις λαβές σε πιο «παραδοσιακά» κύπελλά μου. Αγγεία όπως ο αρύβαλλος, ο λάγυνος και ο κάνθαρος με ελκύουν ιδιαίτερα για τις αναλογίες τους, τις καμπύλες και τη λειτουργική τους κομψότητα».

Δεν πρόκειται βέβαια για απλή αντιγραφή, αλλά για έναν διάλογο με αυτές τις αρχαίες φόρμες, που ανασυνθέτει μέσα από τη δική του χειρονομία και αισθητική. Εξάλλου, οι έτερες επιρροές του είναι ένα συνονθύλευμα επιδράσεων που συνυπάρχουν και συναπαρτίζουν τα μικρά σουρεαλιστικά φορτία στο έργο του. Περιλαμβάνουν εικόνες και μορφές από τη φύση, όπως έντομα, φυτά, δέντρα και περίπλοκα ριζικά συστήματα με την απρόβλεπτη γεωμετρία τους. Τα ιαπωνικά φλιτζάνια τσαγιού της περιόδου Momoyama με την τελετουργική τους απλότητα και την υλική τους παρουσία.

Το ίδιο και τα πιο ανεπίσημα, τυχαία ερεθίσματα: λακκούβες με νερό, πιτσιλιές σε τοίχους ή στον δρόμο, γκραφίτι που αποκαλύπτουν μια αυθόρμητη, αστική χειρονομία. Ακόμα και τα (βρώσιμα) γλυκά, με την επιτήδευση, την υφή, τη γυαλάδα ή το χρώμα τους, λειτουργούν για τον Ναγκλ ως γλυπτά στιγμιότυπα, φορτισμένα με αφηγήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στο πλαίσιο της μουσικής του καριέρας, η οποία περιλαμβάνει συνεργασίες με τους Jefferson Airplane (ως συνθέτης τραγουδιών τους), έχει επιστρατεύσει μέλισσες σε βάζα και θραύσματα γυαλιών για να δημιουργήσει ανατριχιαστικούς ήχους (για τον «Εξορκιστή», τι άλλο;).

Born in the USA

Ως γνήσιος Αμερικανός, δεν μπορεί να μην επηρεαστεί από την ποπ κουλτούρα. Ο Ναγκλ αρχίζει τη δημιουργία ενός έργου από το σχέδιο, συνήθως παρακολουθώντας ταυτόχρονα τηλεόραση. «Ναι, όμως η ιδέα είναι ότι η ταινία ή η τηλεοπτική εκπομπή που παρακολουθώ δεν έχει καμία σχέση με αυτό που σχεδιάζω» θα εξηγήσει. «Είναι κάτι που αποκαλώ «Περιφερειακή Νόηση». Το κάνω αυτό για να έχω κάτι που να με αποσπά από το σχέδιό μου.

Επειδή η προσοχή μου είναι διασπασμένη, έχω λιγότερο χρόνο να γίνομαι επικριτικός ή να παίρνω τον εαυτό μου πολύ στα σοβαρά. Δεν φοβάμαι να σβήσω πράγματα και δουλεύω γρήγορα, είναι κάτι χρήσιμο. Αργότερα, επιλέγω ποια από αυτά θέλω να μετατρέψω σε τρισδιάστατα και ποια να επεξεργαστώ περαιτέρω στο σχέδιο». Η δε κουλτούρα των τροποποιημένων αυτοκινήτων «hot rod» (αμερικανικά οχήματα, παλιά ή σύγχρονα, με πειραγμένους κινητήρες για υψηλότερη ταχύτητα και μεγαλύτερη επιτάχυνση) με τα φινιρίσματα και τις γυαλιστερές επιφάνειες, έχει υπάρξει καθοριστική στο έργο του.

Καθόλου τυχαία, ανάμεσα στα επίσης ποικίλα υλικά που επιστρατεύει για τα γλυπτά του – ρετσίνια ή εποξικές ρητίνες – περιλαμβάνονται και τα χρώματα αυτοκινήτων. «Δομικά, η παραδοσιακή κεραμική συνοδεύεται από πολλούς περιορισμούς. Αν και μου αρέσει η αμεσότητα του πηλού ως υλικού, με τον καιρό διαπίστωσα ότι η ενσωμάτωση άλλων υλικών μού προσφέρει πολύ μεγαλύτερη ευελιξία. Στο παρελθόν, συνήθιζα να δουλεύω με αλλεπάλληλες στρώσεις από υαλώματα, συχνά ψήνοντας το ίδιο έργο δεκάδες φορές για να πετύχω την επιθυμητή επιφάνεια. Ηταν μια επίμονη, χρονοβόρα διαδικασία, με περιορισμένα μέσα έκφρασης.

Σήμερα, βασίζομαι περισσότερο σε υλικά και τεχνικές που έμαθα δουλεύοντας πάνω σε αμαξώματα αυτοκινήτων. Χρησιμοποιώ καλούπια από λάτεξ και γύψο, αερογράφο, σπρέι, βαφές αυτοκινήτου και ρητίνες. Αυτά τα μέσα μού επιτρέπουν να δουλεύω με μεγαλύτερη αμεσότητα και να εξερευνώ ένα πολύ ευρύτερο φάσμα επιφανειών, υφών και χρωμάτων».

Κεραμική γλυπτική

Ο Ναγκλ γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο και η μαθητεία του δίπλα στον Πίτερ Βούλκος στο University of California στο Μπέρκλεϊ τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 υπήρξε κομβικής σημασίας για την εξέλιξή του.

«Δημιουργούσε έργα όπως ένας ζωγράφος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, η δουλειά του είχε αυτή την ίδια αυτοσχεδιαστική χροιά. Η ενέργειά του, η γενναιοδωρία του, η αθόρυβη αυθεντία του και η ικανότητά του να ακολουθεί το ένστικτό του με επηρέασαν βαθιά. Ηταν επίσης ένας εξαιρετικός ζωγράφος, η δουλειά του διέθετε την ίδια αυτοσχεδιαστική ένταση και αμεσότητα. Καλλιτέχνες άρχισαν να μιμούνται το ύφος του και στην αρχή επηρεάστηκα κι εγώ πολύ από αυτόν. Καθώς συνειδητοποίησα ότι αυτή η διαδρομή ήταν ήδη κατειλημμένη, αποφάσισα να στραφώ στις χαμηλές θερμοκρασίες, στη χύτευση με καλούπια, τα πολλαπλά ψησίματα, τα έντονα χρώματα, που θεωρούνταν υλικά ερασιτεχνών. Ξεκίνησα με την κούπα ως φόρμα, άρχισα να το αποδομώ και μετά να το αναδομώ, έτσι ώστε να μην έχει πλέον αναφορά στη χρηστικότητα αλλά να είναι απλώς ένα όχημα για έκφραση ή συναίσθημα».

Ηδη από τη δεκαετία του 1960 ο Ναγκλ μετέτρεψε την κεραμική από χειροτεχνία σε καθαρή, εννοιολογική γλυπτική, σε εποχές που δεν αναγνωριζόταν η καλλιτεχνική διάσταση της εφαρμοσμένης τέχνης: «Οι παραδοσιακοί κεραμίστες, όπως και πολλοί καλλιτέχνες του κυρίαρχου ρεύματος στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του ’60, ήταν ιδιαίτερα επικριτικοί απέναντι στη δουλειά που κάναμε. Θυμάμαι, για παράδειγμα, τη Μαργκερίτ Γουίλντενχαϊν (σ.σ.: μία από τις πρώτες φοιτήτριες της σχολής Bauhaus στο Ντόρνμπουργκ), η οποία μου είχε πει ότι ο Βούλκος «κατέστρεψε τη φόρμα».

Της απάντησα ότι δεν την κατέστρεψε: απλώς δημιούργησε κάτι νέο, μια ενστικτώδη, πρωτογενή φόρμα. Εκείνη την εποχή ο ίδιος ο πηλός ήταν υποτιμημένος ως υλικό. Οι καλλιτέχνες του κυρίαρχου ρεύματος περιφρονούσαν τη σύγχρονη κεραμική, θεωρώντας την παρακλάδι της χειροτεχνίας και των ερασιτεχνών. Από την άλλη, ένα διαφορετικό στρατόπεδο απέρριπτε κάθε προσπάθεια εξύψωσης του πηλού στο επίπεδο της «υψηλής τέχνης», επιμένοντας να τον βλέπει αποκλειστικά ως μέσο για λειτουργικά αντικείμενα. Χρειάστηκαν σχεδόν 50 χρόνια για να αποκτήσει ο πηλός την αναγνώριση και τον σεβασμό που του αξίζει ως καλλιτεχνικό υλικό».

INFO

«Ron Nagle: Ωδή σε µια Αρχαιοελληνική Φόρµουλα»: Γκαλερί Μελάς Μαρτίνος (Πανδρόσου 50, Αθήνα), από τις 29 Μαΐου έως τις 30 Αυγούστου.