Το φθινόπωρο του 2006 ο Ντέιβιντ Γκάντι συμμετείχε στην εβδομάδα μόδας του Μιλάνου. Hταν αναντίρρητα ένας όμορφος και γοητευτικός άνδρας, από εκείνους που θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς ότι από την κατασκευή τους διέθεταν αναλογίες για πασαρέλα. Παρά την αυταπόδεικτη εξωτερική καλλονή του και τα ένσημα πέντε ετών που είχε ήδη προλάβει να συμπληρώσει ως μοντέλο, ο τότε 26χρονος Βρετανός δεν είχε ακόμη καταφέρει να κατακτήσει οικουμενική αναγνωρισιμότητα και στάτους διασημότητας.

Τεό Τζέιμς και Βιτόρια Τσερέτι στην αναβίωση μιας θρυλικής καμπάνιας με ιδανικό σκηνικό το άγριο φυσικό κάλλος του Κάπρι
Θα ακουγόταν κανείς υπερβολικός αν υποστήριζε πως ο Γκάντι, ένας άνδρας σε πρώτη όψη αψεγάδιαστος και μάλλον σε απόσταση αναπνοής από το στερεοτυπικά τέλειο, είχε ένα μειονέκτημα, ένα βαρίδι που δεν επέτρεπε στην καριέρα του να απογειωθεί. Για το μέτρο που είχαν θέσει οι σχεδιαστές μόδας εκείνη την περίοδο, ο Βρετανός θεωρούνταν υπερβολικά μυώδης και ρωμαλέος για να χωρέσει στις φόρμες των ρούχων τους.
Πλέοντας σε άγνωστα νερά
Ωστόσο εκείνον τον Σεπτέμβριο, αμέσως μετά το τέλος των υποχρεώσεών του στο Μιλάνο, η καριέρα του ήταν προδικασμένο να αλλάξει για πάντα. Ρόλο καλής νεράιδας του παραμυθιού ανέλαβαν ο Ντομένικο Ντόλτσε και ο Στέφανο Γκαμπάνα, οι αεικίνητοι, επιδραστικοί και συχνά αμφιλεγόμενοι ιταλοί σχεδιαστές, οι οποίοι είδαν στο «μειονέκτημα» του Γκάντι κάτι που οι ίδιοι μπορούσαν να μετατρέψουν εν μια νυκτί σε συγκριτικό πλεονέκτημα.

Ο 45χρονος σήμερα Ντέιβιντ Γκάντι πρωταγωνιστεί στην καμπάνια του brand ενδυμάτων που ο ίδιος δημιούργησε
Ο μάνατζερ του μοντέλου δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον περιώνυμο ιταλικό οίκο. Η οδηγία ήταν λιτή, σαφής και έχρηζε άμεσης υλοποίησης. Ο Γκάντι έπρεπε να πετάξει την επομένη κιόλας από το Μιλάνο στη Νάπολι και από εκεί να φτάσει με σκάφος στο κοσμοπολίτικο, καρτποσταλικής ομορφιάς νησί Κάπρι. Τα υπόλοιπα θα τα μάθαινε στο σετ της φωτογράφησης. Oπερ και εγένετο.
Ο πλέον 45χρονος Βρετανός θυμάται ακόμη την αγωνία που ένιωθε τότε, κατευθυνόμενος στο άγνωστο και πλέοντας σε αχαρτογράφητα νερά. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι θα συναντούσε την ομάδα των D&G στην προκυμαία του λιμανιού. Εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε πως, αν και απροετοίμαστος, επιτέλεσε μέχρι κεραίας τον ρόλο ή καλύτερα τη φαντασίωση που είχαν πλάσει στο μυαλό τους ο Ντόλτσε και ο Γκαμπάνα για εκείνον.

Ο Γκάντι, αν και γεννημένος και μεγαλωμένος στη Γηραιά Αλβιώνα, ενσάρκωσε το αρχέτυπο του ηλιοκαμένου μεσογειακού άνδρα ως κεντρικός πρωταγωνιστής της καμπάνιας του αρώματος Light Blue. Hταν δε τόσο επιτυχημένη η διαφήμιση που απαθανάτισε με τον φακό του ο Μάριο Τεστίνο στα ανοιχτά του κοσμoπολίτικου νησιού, ώστε έγινε η αφορμή για μια δεκαετή συνεργασία αλλά και μια σημαδιακή φιλία ανάμεσα στον Γκάντι και τους D&G.
Η νέα αρσενική Μούσα
Οπως όμως λέει και ο θυμόσοφος λαός, όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν. Στα 45 του χρόνια, ο Γκάντι, που με τη χείρα βοηθείας των D&G κατάφερε να αναδειχθεί στον πιο επιτυχημένο άνδρα μοντέλο στην ιστορία του επαγγέλματος και να παρεισφρήσει στη λίστα του «Forbes» με τα πιο καλοπληρωμένα μοντέλα, η οποία διαχρονικά μονοπωλούνταν από γυναίκες συναδέλφους του, δεν θα είχε λόγο να επαναλάβει για μία ακόμα φορά τον εαυτό του. Αλλωστε πλέον έχει ανοιχτεί σε νέες, επιχειρηματικές θάλασσες, ως επικεφαλής ενός brand που καταπιάνεται με το ανδρικό στυλ.

Ο Τζέιμς παραδέχεται πως δεν τα πηγαίνει καθόλου καλά με την πολλή συνάφεια του κόσμου. Ποιος θα το(ν) πίστευε;
Η εύρεση ενός άξιου αντικαταστάτη/επιγόνου λογικά δεν θα έπρεπε να δυσκολέψει ιδιαίτερα τους ιταλούς μαέστρους της μόδας. Ζούμε άλλωστε σε μια εποχή που η μήτρα των κοινωνικών δικτύων παραδίδει στον κόσμο περισσότερους ανθρώπους με «ιδανικές» αναλογίες, γοητεία και σεξαπίλ από εκείνους που μπορεί να καταναλώσει.
Ωστόσο στην περίπτωση της διαδοχής του Γκάντι ο Ντομένικο Ντόλτσε και ο Στέφανο Γκαμπάνα αποδείχθηκαν μάλλον παλιομοδίτες. Οχι μόνο δεν αλίευσαν τον νέο ήρωα της νέας τους καμπάνιας για το άρωμα Light Blue από τη δεξαμενή του Instagram, αλλά επέλεξαν έναν τύπο που δεν καταδέχεται ούτε επίσημο λογαριασμό να έχει στο εν λόγω μέσο κοινωνικής δικτύωσης (κανένας από όσους υπάρχουν με το όνομά του δεν είναι δικός του).
Οι αντιδράσεις στις πρώτες εικόνες του ηθοποιού Τεό Τζέιμς ως πρωταγωνιστή της νέας τους διαφήμισης προσυπογράφουν πως οι D&G πέτυχαν διάνα, βρίσκοντας μία νέα αρσενική μούσα στο πρόσωπο του ελληνικής καταγωγής βρετανού ηθοποιού, ο οποίος απολαμβάνει με κάθε κύτταρό του το μεσογειακό καλοκαίρι, έχοντας μες στο λευκό φουσκωτό σκάφος του – σε χρωματική σύμπνοια με το πάλλευκο speedo μαγιό του – για συντροφιά τη Βιτόρια Τσερέτι. Ή αλλιώς το super model που θρυλείται πως στην αληθινή ζωή ενσαρκώνει το ιδανικό άλλο μισό του Λεονάρντο Ντι Κάπριο.

Αυτή τη φορά, τη σκηνοθεσία και την ευθύνη να περικλείσει στις εικόνες του τη μαγεία και την ουσία του θέρους είχε ο καναδοβρετανός φωτογράφος Γκόρντον Φον Στάινερ. Ή αλλιώς ένα «it boy» της σύγχρονης μόδας που έχει στο παλμαρέ του συνεργασίες μεταξύ άλλων με τους οίκους Hermès και Chanel, καθώς και με το brand Calvin Klein.
Και κάπως έτσι, μέσα από τα κάδρα και τις σεκάνς του Φον Στάινερ, ολοκληρώνεται, θα έλεγε κανείς, η εκκόλαψη του Τεό Τζέιμς σε σταρ με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα και αχλή. Εδώ που τα λέμε, ο 40χρονος ηθοποιός ήταν καταδικασμένος να τα πάει περίφημα στην καμπάνια, όχι μόνο λόγω της εξωτερικής εμφάνισής του αλλά και χάρη στην παλαιότερη θητεία του ως ναυαγοσώστη.
Θα ήταν αν μη τι άλλο άτοπο να πνιγεί σε μια κουταλιά (έστω και της σούπας, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του διαφημιστικού project) νερό. Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι μαζί του, ο Τζέιμς δεν περίμενε ακριβώς τους D&G για να γίνει πρώτης γραμμής σταρ.
Μεγάλες προσδοκίες
Γι’ αυτό φρόντισε ένας από τους παιδιόθεν αγαπημένους του σκηνοθέτες, ο Γκάι Ρίτσι, με τη σειρά «The Gentlemen» που προβλήθηκε με επιτυχία πέρυσι στο Netflix. Τότε μάλιστα ο ηθοποιός θυμόταν σε συνεντεύξεις του την εποχή που, έφηβος ακόμη, παρακολουθούσε την ταινία «Δυο καπνισμένες κάννες» του 1998 (επίσης του Ρίτσι) και στα μύχια της ψυχής του γεννιόταν η προσδοκία να συνεργαστεί κάποτε με τον βρετανό σκηνοθέτη και πρώην σύζυγο της Madonna.

Ο Τζέιμς έγινε μέσα από τον φακό του Γκάι Ρίτσι ο ιδανικός τζέντλεμαν
Ηταν ένας ευσεβής πόθος, ο οποίος μάλιστα απομακρυνόταν από τη σφαίρα της πραγματοποίησης όσο τα χρόνια περνούσαν και ο Τζέιμς, που μεταξύ άλλων έχει εργαστεί ως μπάρμαν, μέλος μουσικού συγκροτήματος και βοηθητικό προσωπικό στο Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου, δεν μπορούσε να συναντηθεί με τον ρόλο που θα λειτουργούσε ως θρυαλλίδα για την εκτόξευση της καριέρας του.
Χρονιά-ορόσημο για εκείνον έγινε το 2010, όταν έπαιξε στη σειρά «A Passionate Woman» και έκανε ένα πέρασμα από το «Downton Abbey». Τέσσερα χρόνια μετά ήταν πια αρκετά ώριμος για τον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στον κινηματογράφο, στην «Τριλογία της Απόκλισης» (2014-2016).

Ο Τεό Τζέιμς ήταν ένας από τους κυρίαρχους λόγους που η σειρά «The Gentlemen» του Netflix πήρε το πράσινο φως για ένα δεύτερο κύκλο
Η εν λόγω, μάλλον αναπάντεχη, επιτυχία τού άνοιξε τον δρόμο για τη δεύτερη σεζόν του πολυσυζητημένου «White Lotus» και τελικά έφερε τον Γκάι Ρίτσι στον δρόμο του, ο οποίος είδε στο πρόσωπο του οικογενειάρχη Τζέιμς – είναι παντρεμένος με την αλλοτινή συμφοιτήτριά του στο Bristol Old Vic Theatre School (BOVTS), Ρουθ Κάρνι, και έχουν αποκτήσει δύο παιδιά – τον κατάλληλο ηθοποιό για να υποδυθεί τον απρόθυμο κληρονόμο του τίτλου, των ευθυνών αλλά και των χρεών ενός δούκα.
Ενας ευαίσθητος τζέντλεμαν
Η αλήθεια είναι πως ο Τζέιμς ήταν παραπάνω από τίμιος στον ρόλο που του εμπιστεύθηκε ο βρετανός σκηνοθέτης και σίγουρα αποτέλεσε έναν από τους βασικούς λόγους για την ανανέωση της σειράς για μια δεύτερη σεζόν, που θα κάνει πρεμιέρα στη συνδρομητική πλατφόρμα το 2026. Ωστόσο, στον απόηχο της μεγαλύτερης έως τώρα επιτυχίας του, άρχισαν να έρχονται στο φως και άγνωστες λεπτομέρειες της ζωής και της δράσης του, που μάλλον ανέβασαν ακόμα περισσότερο την αξία του στο χρηματιστήριο του θεάματος.

Στιγμιότυπο από την επίσκεψή του το 2016 στο προσφυγικό κέντρο της Λέσβου
Μάθαμε, για παράδειγμα, πως από το 2016 ο ίδιος τελεί χρέη πρέσβη καλής θέλησης της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ρόλο που έχει αναλάβει όχι μόνο στα λόγια αλλά υπερασπίζεται και με πράξεις. Εχει, μεταξύ άλλων, επισκεφθεί τη χώρα των προγόνων του, την Ελλάδα, όσο και τη Γαλλία και την Ιορδανία, προκειμένου να συναντηθεί με πρόσφυγες πολέμου από τη Συρία, ενώ ιδιαίτερα συγκινητικό ήταν το μήνυμα που είχε επιλέξει να μοιραστεί μέσα από τα κανάλια των κοινωνικών δικτύων του ΟΗΕ σχετικά με το προσφυγικό ζήτημα.

«Κανείς δεν επιλέγει να γίνει πρόσφυγας. Αλλά όλοι μπορούμε να επιλέξουμε πώς θα ανταποκριθούμε σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη από καταφύγιο, των οποίων η ζωή εξαρτάται από αυτό. Οι πρόσφυγες φτάνουν σε νέες χώρες με δεξιότητες, προσόντα και ιδέες, απλώς χρειάζονται την ευκαιρία να συνεισφέρουν.

Στην περσινή σύνοδο του ΟΗΕ για το κλίμα στο Αζερμπαϊτζάν
Ο παππούς μου έγινε δεκτός και του προσφέρθηκε καταφύγιο από τον λαό της Συρίας, γεγονός που του επέτρεψε να ξαναχτίσει τη ζωή του ως γιατρός και να δώσει κάτι πίσω. Γι’ αυτό είναι σημαντικό για εμένα να στέκομαι αλληλέγγυος στους πρόσφυγες που έφυγαν από τις συγκρούσεις σήμερα και να συμβάλλω στο να μοιραστώ τις ιστορίες τους. Χρειάζονται την υποστήριξή μας τώρα περισσότερο από ποτέ» σημείωσε μεταξύ άλλων.
Ο έλληνας παππούς
Για τον Τζέιμς η προσφορά στον πλησίον, το να συντρέχεις και να νοιάζεσαι τον άλλον, είναι μια παλιά οικογενειακή υπόθεση. Ο παππούς του, από την πλευρά του πατέρα του, ήταν Ελληνας που χρειάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα την περίοδο της Κατοχής. Οπως ο ηθοποιός έγραφε μεταξύ άλλων σε παλαιότερο άρθρο του στο «GQ»:
«Το 1941, ως νεαρός εκπαιδευόμενος γιατρός, αναγκάστηκε να διαφύγει από τους Ναζί, καθώς αυτοί σάρωσαν την Ελλάδα και κατέλαβαν την Αθήνα. […] Σε μια μικροσκοπική βάρκα μαζί με άλλους δώδεκα, διέσχισε τα επικίνδυνα νερά του Αιγαίου στα μέσα Νοεμβρίου και αποβιβάστηκε στην Τουρκία. Από εκεί πήρε τον δρόμο του, μαζί με χιλιάδες άλλους, προς τη Συρία, όπου βρήκε ασφάλεια στη Δαμασκό».

Η συμμετοχή του στη δεύτερη σεζόν του «White Lotus» ανέβασε την αξία της μετοχής του στο χρηματιστήριο του θεάματος
Αμέσως μετά το τέλος του Πολέμου, ο Νικόλαoς-Θεόδωρος Ταπτικλής, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, βρέθηκε στo Γκέτινγκεν της Γερμανίας, όπου εργάστηκε σε καταυλισμούς εκτοπισμένων από τους βομβαρδισμούς, για την αντιμετώπιση του τύφου και της φυματίωσης. Η ζωή του εκτυλίχθηκε μάλλον κινηματογραφικά, αφού κατόπιν πολιτογραφήθηκε μόνιμος κάτοικος Νέας Ζηλανδίας, του τόπου όπου μεγάλωσε ο πατέρας του Τεό Τζέιμς, Φίλιππος Ταπτικλής.
Αυτές οι μικρές λεπτομέρειες του οικογενειακού δέντρου του βρετανού ηθοποιού είναι μάλλον ό,τι περισσότερο μπορεί να γνωρίζει κανείς για εκείνον. Παρότι πλέον ζει μια ζωή μπροστά στα φώτα, δίνει το «παρών» σε όλες τις λαοσυνάξεις του θεάματος και αρέσει, ο ίδιος παραμένει λακωνικός στις δηλώσεις για τον εαυτό του και σχεδόν κρυψίνους, σε μια εποχή που οι σταρ κατακλύζουν τα κοινωνικά δίκτυα με κάθε επουσιώδη πληροφορία για την ιδιώτευσή τους. Οπως ο ίδιος έχει πει: «Είναι σχεδόν αστείο ότι επέλεξα τη βιομηχανία του θεάματος, αν και είμαι αλλεργικός στο να μιλάω για τον εαυτό μου».