O Τζίμι Πιρς, γνωστός και ως Jimmy Paintz, ένας street artist με βάση το Λος Αντζελες, έβαλε το χαμόγελο στη ζωή του όταν το χρειαζόταν περισσότερο – στις πιο δύσκολες στιγμές του. Το 2017 βίωσε μια τραγωδία με την ξαφνική απώλεια της μητέρας του, η οποία απεβίωσε στο Χονγκ Κονγκ όπου έκαναν στάση ταξιδεύοντας προς την πατρίδα τους, τις Φιλιππίνες.

Καθηλωμένος εκεί και γεμάτος θλίψη, στράφηκε σε αυτό που ήταν πάντα το μεγαλύτερο πάθος και η μορφή απελευθέρωσής του: την τέχνη. Βγήκε λοιπόν στους δρόμους της ασιατικής μητρόπολης με ένα κουτί σπρέι και άρχισε να φτιάχνει smile murals, εμπνευσμένα σύμβολα χαράς και αισιοδοξίας που απαντώνται πια σε μεγάλες πόλεις σε όλον τον κόσμο και τα οποία έγιναν γρήγορα πολύ δημοφιλή και οδήγησαν στη συνεργασία του με εξέχουσες διεθνείς προσωπικότητες και με τεράστια brands, καθώς και στη σειρά NFTs «Seeds of Happiness», που παρουσιάστηκε στην Art Basel Miami.

Για την Breathe Hellas, τη μη κυβερνητική οργάνωση την οποία έχει ιδρύσει η Τατιάνα Μπλάτνικ, το χαμόγελο είναι κάτι περισσότερο από μια εικόνα· είναι ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο σύμβολο ψυχικής ευημερίας. Η νευροεπιστήμη πιστοποιεί ότι η θέα ενός χαμόγελου μπορεί να προκαλέσει θετικά συναισθήματα και αλτρουιστικές συμπεριφορές.

H Breathe Hellas προσκάλεσε λοιπόν τον Jimmy Paintz να φτιάξει ένα Smile Mural στην Αθήνα, στέλνοντας το μήνυμα ότι η ψυχική υγεία μπορεί να θωρακιστεί μέσα από απλά αλλά μεταμορφωτικά σύμβολα που μας συνδέουν. Το ΒΗΜΑgazino συνάντησε τον διεθνούς φήμης καλλιτέχνη στο πλαίσιο της επίσκεψής του στη χώρα μας και συνομίλησε μαζί του για την τέχνη, την πολιτική και τα σημαίνοντα πρόσωπα με τα οποία έχει συνεργαστεί.

Υπάρχει κάποιο μήνυμα που προσπαθείτε να περάσετε μέσα από την τέχνη σας;

«Ειλικρινά, δεν νιώθω ότι προσπαθώ να στείλω κάποιο μήνυμα. Οι άνθρωποι το εκλαμβάνουν έτσι – και είμαι ευγνώμων όταν η δουλειά μου τους βοηθά – αλλά η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια διαδικασία που αφορά εμένα. Δεν θα το έλεγα ακριβώς “ψυχοθεραπεία”, αλλά είναι ο τρόπος μου να συνεχίζω να γιατρεύομαι. Οσο μεγαλώνουμε, τόσο πιο δύσκολο είναι να επεξεργαστούμε όσα μας συμβαίνουν. Εγώ εξακολουθώ να έχω κακές μέρες.

Δεν ζωγραφίζω αν δεν είμαι σε τέτοια διάθεση. Χθες το βράδυ, για παράδειγμα, ζωγράφισα για φιλανθρωπία, αλλά συνήθως περιμένω μέχρι να είναι πραγματικά αναγκαίο – σαν να εξισορροπώ τον ζόφο. Αν δεν το κάνει κανείς άλλος για εμένα, θα το κάνω εγώ. Το παράπλευρο όφελος, και νιώθω πολύ τυχερός για αυτό, είναι ότι οι άλλοι ανταποκρίνονται σε ό,τι κάνω. Μερικοί βλέπουν απλώς έναν χαρούμενο τύπο και αγνοούν την κατάθλιψη, το οικονομικό άγχος, την πραγματικότητα του να είσαι καλλιτέχνης στο Λος Αντζελες – τα στούντιο και τα ενοίκια δεν είναι φθηνά. Εχω τα πάνω και τα κάτω μου, όμως η τέχνη με κρατάει πάντα προσγειωμένο».

Θα λέγατε λοιπόν ότι διδασκόμαστε και εξελισσόμαστε χάρη στις δυσκολίες;

«Ετσι ξεκίνησαν όλα για εμένα. Εχασα τη μητέρα μου στο Χονγκ Κονγκ. Είχα μαζί μου κάτι στρογγυλά κομμάτια από χαρτί με ζωγραφισμένα φόντα. Ημουν κλεισμένος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου με τις βαλίτσες της εκεί, ένιωθα να τρελαίνομαι. Αρχισα να σχεδιάζω χαμόγελα με το χέρι επάνω σε αυτά τα κυκλάκια και να τα βγάζω στους δρόμους. Οταν γύρισα στο Λος Αντζελες, συνέχισα – επειδή ήμουν ακόμη πολύ θλιμμένος.

Εναν μήνα μετά, στην Art Basel του Χονγκ Κονγκ, τα blogs που ασχολούνται με τη street art έγραφαν: “Ποιος είναι ο καλλιτέχνης με τα smileys;”. Δεν έβαλα ποτέ αναγνωρίσιμη υπογραφή στα χαρτιά· δεν είχε να κάνει με το branding. Και ακόμα δεν έχει. Ο,τι κάνω το κάνω για τη δική μου ψυχική υγεία
– και για όποιον άλλον μπορεί να το έχει ανάγκη».

Από παιδί επεξεργαζόσασταν τα συναισθήματά σας μέσα από την τέχνη;

«Οχι ιδιαίτερα. Η οικογένειά μου έχει δημιουργικές τάσεις – ο πατέρας μου είναι αυτοδίδακτος μουσικός, η πλευρά της μητέρας μου από τις Φιλιππίνες είναι γεμάτη ανθρώπους που “πιάνουν τα χέρια τους”, όπως θα λέγαμε στην καθομιλουμένη. Αλλά όταν μεγαλώνεις φτωχός, η δημιουργικότητα δεν έχει χώρο στο πλάνο της ζωής σου. Υποτίθεται ότι πρέπει να πάρεις πτυχίο, να βρεις σταθερή δουλειά, να έχεις μια λογική στρατηγική.

Στο Αρκανσο δεν υπήρχε τέχνη, pop art, street art ή ωραία γκράφιτι. Εγώ ρουφούσα κουλτούρα σε ταξίδια που έκανα σε συγγενείς στο Μανχάταν και στην Καλιφόρνια. Ισως όμως υποσυνείδητα να επηρεαζόμουν από τους γύρω μου που ήταν δημιουργικοί. Πάντα όμως ήμουν φαν των κινουμένων σχεδίων και ζωγράφιζα κι εγώ καρτούν, ακόμη αγαπώ πολύ τον Charlie Brown, τον Snoopy. Αυτοί οι ανέμελοι χαρακτήρες με πάνε πίσω σε μια λιγότερο αγχωτική εποχή, μου δίνουν μια αίσθηση ξεγνοιασιάς».

Θυμάστε ποια ήταν η πρώτη φορά που είδατε το smiley face, αυτό το παγκόσμιο pop σύμβολο;

«Το είδα στα Walmart. Ηταν μεγάλο και κίτρινο. Κάτι τέτοιο ένα παιδί δεν το ξεχνά ποτέ. Πρέπει να πω εδώ πως υπάρχει ολόκληρη ιστορία φυσικά σχετικά με τη διαχείριση του συμβόλου και μια εταιρεία με εμπορικά σήματα, οπότε πρέπει να το διαχειρίζομαι προσεκτικά. Ο φίλος μου ο Alec Monopoly χρησιμοποιούσε για χρόνια τον χαρακτήρα από το ομώνυμο επιτραπέζιο φοβούμενος μην τον μηνύσουν, μέχρι που η Hasbro κατέληξε να χορηγήσει μια έκθεσή του. Οι μάρκες μάς χρησιμοποιούν για τη δική τους διαφήμιση· εμείς, πάλι, κρατάμε τα εικονίδιά τους ζωντανά στην ποπ κουλτούρα».

Πώς αντιδρούν, αλήθεια, τα παιδιά στη δική σας δουλειά;

«Αυτό είναι ίσως το αγαπημένο μου πράγμα. Τους αρέσουν τα χρώματα και η απλότητα· τα περισσότερα παιδιά μπορούν ούτως ή άλλως να σχεδιάσουν ένα χαμογελαστό πρόσωπο αμέσως. Το καλύτερο είναι όταν ανακαλύπτουν τα έργα μου στον δρόμο – σαν κυνήγι θησαυρού. Είμαι σχεδόν δέκα χρόνια σε αυτό, οπότε παιδιά που είδαν τα έργα μου στα εννέα ή στα δέκα τους είναι τώρα είκοσι ετών και αρχίζουν να συλλέγουν. Γνώρισαν το έργο μου οργανικά, στον δρόμο, όχι σε γκαλερί, και αυτό είναι υπέροχο».

Τα social media πώς τα βλέπετε σήμερα;

«Ξεκίνησα την κατάλληλη στιγμή – στην εποχή των στατικών φωτογραφιών του Instagram. Στην πανδημία, αν είχες ήδη καθιερωθεί, βοηθούσε πολύ η διαδικτυακή παρουσία, αν όχι, ήταν δύσκολο να ξεχωρίσεις. Τώρα έχει πλημμυρίσει το Internet από τέχνη. Ολα είναι βίντεο, tutorials, αλγόριθμοι, TikTok. Ομως δεν θα ήθελα να γίνω γελωτοποιός που χορεύει για views. Το μυστήριο έχει σημασία. Τα μυστικά της δουλειάς έχουν σημασία. Μοιράζομαι αρκετά για να δείχνω ότι δουλεύω, αλλά όχι κάθε μάρκα μπογιάς ή τεχνική. Χρησιμοποιώ το Instagram περισσότερο σαν αρχείο πλέον. Αν η σελίδα σου έχει αποκλειστικά tutorials, πού είναι η εμπειρία της επαφής με την τέχνη;».

Μιλάμε λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ. Πώς βλέπετε το πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ;

«Υπάρχει βαθύς διχασμός – και τον υποδαυλίζουν τα social media και το rage-bait. Ο κόσμος παρασύρεται σε έντονες συζητήσεις με αφορμή αναρτήσεις που υπάρχουν μόνο για να σε κάνουν να αντιδράσεις. Κάποιοι δεν μπορούν να διαχειριστούν το συναισθηματικό φορτίο· τα λόγια έχουν πραγματικές συνέπειες. Προσπαθώ να παραμένω συμπονετικός.

Εχω απόψεις, φυσικά, αλλά δεν θέλω να γίνω political warrior. Ο δικός μου ρόλος είναι να προσφέρω κάτι θετικό όταν οι άνθρωποι έχουν “καεί”. Γι’ αυτό η τέχνη μου επικοινωνεί με τόσο διαφορετικό κόσμο – ακόμη και με εκείνους με τους οποίους διαφωνώ. Καταλαβαίνω πόσο περίπλοκο ζήτημα είναι η μετανάστευση, όμως οι μαζικές συλλήψεις και απελάσεις που γίνονται τώρα κάπως άκριτα διαλύουν ολόκληρες κοινότητες. Προσπαθώ πάντα να προσεγγίζω τα πράγματα με ενσυναίσθηση ακόμη και μέσα σε αυτό το χάος».

Εχετε συνεργαστεί με πολλές γνωστές προσωπικότητες. Ποιες από αυτές τις εμπειρίες ξεχωρίζετε;

«Ο Νόμπου Ματσουχίσα είναι πλέον ένας αγαπημένος μου άνθρωπος. Δεν έτρωγα καν σούσι προτού τον γνωρίσω και γίνω μάρτυρας της καλοσύνης και της απλότητάς του. Με ενέπνευσε να φτιάξω κομμάτια που δεν θα έφτιαχνα συνήθως: σιλουέτες, έργα προσαρμοσμένα στους χώρους του. Εχει έργα μου στο εστιατόριο Matsuhisa και στο σπίτι του. Είναι πραγματικά συνδεδεμένος με την έννοια του χαμόγελου. Δεν τον νοιάζουν οι διακρίσεις και τα αστέρια Michelin, τον ενδιαφέρει μόνο να κάνει τους ανθρώπους χαρούμενους. Οταν διάβασα τη βιογραφία του κατάλαβα γιατί είναι τόσο σπουδαίος.

Με τον Λάντο Νόρις της F1 επίσης είχα μια πολύ ωραία συνεργασία. Μου έστειλε προσωπικό μήνυμα ένα Σαββατοκύριακο, λέγοντάς μου: “Εχω ένα κράνος – θες να το ζωγραφίσεις για τις δοκιμές;”. Το έβαψα όσο καλύτερα μπορούσα και του άρεσε τόσο που το φόρεσε τελικά στον αγώνα του. Θέλω επίσης να αναφερθώ στην Τζένιφερ Λαβ Χιούιτ που ζήτησε να αγοράσει ένα έργο μου αφού είδε δουλειά μου στο πρακτορείο που την εκπροσωπούσε.

Ηταν το εφηβικό μου είδωλο, όλοι οι φίλοι μου ήταν τσιμπημένοι μαζί της στα τέλη των 90s και στις αρχές των 00s. Ομως η ηθοποιός Τάρα Ριντ ήταν εκείνη που ουσιαστικά με ώθησε να γίνω καλλιτέχνης. Είδε κάτι που είχα φτιάξει στο κτίριο όπου μέναμε και αμέσως μου έκανε μια παραγγελία. Ανέβασα το έργο που δημιούργησα για εκείνη με το hashtag #JimmyPaintz και μέσα σε μία νύχτα είχα άλλες πέντε αναθέσεις».