Οταν στις 15 Μαρτίου 2011 η τότε καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ ανακοίνωνε την προληπτική «προσωρινή» αναστολή λειτουργίας επτά πυρηνικών εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, οι περισσότεροι αναλυτές ερμήνευσαν την αναγγελία ως προάγγελο οριστικής κατάργησης. Πράγματι, έπειτα από τρεις μήνες η κυβέρνηση θα επιβεβαίωνε το κλείσιμο όλων των γερμανικών αντιδραστήρων έως το 2023.
Η απόφαση έμοιαζε να σηματοδοτεί ένα τέλος εποχής, όχι μόνο για τη Γερμανία, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Οπως το έθετε επιγραμματικά o Ελμερ Γενς στη «Hamburger Morgenpost», «μετά την Ιαπωνία, όλοι οι λογικοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι η πυρηνική ενέργεια είναι νεκρή»: το πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα, που προξένησε ο σεισμός των 9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στο Τοχόκου στις 11 Μαρτίου 2011, οδήγησε σε τήξη τους πυρήνες τριών από τους έξι αντιδραστήρες, στην απομάκρυνση 164.000 κατοίκων από την περιοχή, τη διαφυγή 500.000 τόνων ραδιενεργού νερού στον Ειρηνικό Ωκεανό και την αίσθηση ότι μόνο ευνοϊκές περιστάσεις απέτρεψαν το χειρότερο δυνατό σενάριο – την απελευθέρωση τεράστιων ποσοτήτων ραδιενέργειας προς το Τόκιο, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση μόλις 300 χιλιομέτρων.

Ανγκελα Μέρκελ και Τζο Μπάιντεν, δύο διαφορετικές πολιτικές για την πυρηνική ενέργεια: Εκείνη έκλισε τους γερμανικούς αντιδραστήρες, εκείνος επεδίωξε να τριπλασιάσει την ισχύ των αμερικανικών
Μαζί με εκείνο του Τσερνόμπιλ υπήρξε το μοναδικό ατύχημα μεγέθους 7 (ο μέγιστος βαθμός) στη Διεθνή Κλίμακα Πυρηνικών Συμβάντων (INES) και έμοιαζε να δικαιώνει την ανασφάλεια που εξέπεμπε για το ευρύ κοινό η ατομική ενέργεια. Επί δεκαετίες είχε δοκιμαστεί και είχε βρεθεί ελλιπής. Ηταν καιρός να εγκαταλειφθεί. Τώρα ήταν η ώρα της «πράσινης μετάβασης», των ανανεώσιμων πηγών, της φυσικής απάντησης στην κλιματική αλλαγή. Fast forward στο 2025 και το εκκρεμές έχει διαγράψει μια πλήρη ταλάντωση: πολιτικές εξαγγέλλονται, αντιδραστήρες εγείρονται, νέες τεχνολογίες υπόσχονται τον παράδεισο και η πυρηνική ενέργεια επιστρέφει πανηγυρικά.
Η «αποδαιμονοποίηση» και οι γιγάντιες επενδύσεις
Ο κατάλογος των πρωτοβουλιών που έχουν αναπτυχθεί εντός της τελευταίας πενταετίας είναι μακρύς. Η Ελβετία, το Βέλγιο και η Ιαπωνία έχουν αναθεωρήσει τον στόχο της σταδιακής κατάργησης της πυρηνικής ενέργειας που είχαν θέσει και αυτές στον απόηχο της Φουκουσίμα. Ενας επιβλητικός συνασπισμός, που αποτελείται από τον Καναδά, τη Νότια Κορέα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία, την Πολωνία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία, την Ουκρανία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και άλλες 15 χώρες, υπέγραψε το 2023, στο περιθώριο της 28ης ετήσιας Συνόδου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, μια διακήρυξη με την οποία υποσχόταν να τριπλασιάσει τη συμμετοχή της στο ενεργειακό του μείγμα ως το 2050.
Μία από τις τελευταίες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Μπάιντεν, τον Νοέμβριο του 2024, ήταν ακριβώς η εκπόνηση οδικού χάρτη για τον τριπλασιασμό της ισχύος των πυρηνικών μονάδων των ΗΠΑ έως το 2050, θεμελιώνοντας νέα εργοστάσια, επαναφέροντας σε λειτουργία αντιδραστήρες κλειστούς για οικονομικούς λόγους και αναβαθμίζοντας ήδη υπάρχοντες. (Και ο Ντόναλντ Τραμπ, αρνούμενος να υποσκελιστεί, φρόντισε στις 23 Μαΐου 2025 να εκδώσει προεδρικά διατάγματα περί τετραπλασιασμού της.)
Τον περασμένο Ιανουάριο, ο ιταλός υπουργός Ενέργειας Τζιλμπέρτο Πικέτο Φρατίν ανακοίνωσε τον τερματισμό μιας πολιτικής 40 ετών, επικυρωμένης μάλιστα με δύο δημοψηφίσματα, το 1987 και το 2011: σαγηνευμένη από μελέτες που υπόσχονται εξοικονόμηση 17 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2050 στο κόστος απεξάρτησης της οικονομίας από τον άνθρακα, η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι προτίθεται να παρουσιάσει ολοκληρωμένο σχέδιο επανεισαγωγής της πυρηνικής ενέργειας μέχρι το τέλος του 2027. Στα τέλη Απριλίου η Κίνα ενέκρινε την προσθήκη 10 νέων αντιδραστήρων στους 57 υπάρχοντες, επένδυση αξίας 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ως και στη Γερμανία, όπου η επιλογή της Ανγκελα Μέρκελ κατέληξε στη μοιραία, όπως απέδειξε η εισβολή στην Ουκρανία, εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, σύμφωνα με δημοσκόπηση του περασμένου Απριλίου, το 55% του πληθυσμού τάσσεται υπέρ της επαναφοράς των πυρηνικών μονάδων.



Τρεις θερμοί υποστηρικτές της πυρηνικής ενέργειας: Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, η γερμανίδα υπουργός Ενέργειας, Κατερίνα Ράιχε και ο ιταλός ομόλογός της Τζιλμπέρτο Πικέτο Φρατίν
Ωστόσο, αν και ο νυν καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς είχε χαρακτηρίσει «μαύρη μέρα» την παύση της λειτουργίας του τελευταίου αντιδραστήρα το 2023, στις 12 Μαΐου η υπουργός Ενέργειας Κατερίνα Ράιχε απέκλεισε την επιστροφή στο παρελθόν: «Η κατάργηση είναι πια τετελεσμένο γεγονός. Η επάνοδος στην πυρηνική ενέργεια δεν απαιτεί μόνο χρήμα, αλλά και την εμπιστοσύνη των εταιρειών που θα προβούν σε μια τέτοια δέσμευση και όχι μόνο για μια κοινοβουλευτική θητεία αλλά και πέρα από αυτή». Διαβάζοντας κανείς πίσω από τις γραμμές, βέβαια, αντιλαμβάνεται εδώ ότι τα παραπάνω δεν συνιστούν οριστική άρνηση, πετούν απλώς το μπαλάκι στην εξέδρα της πολιτικής βούλησης, παραπέμποντας σε μελλοντικά επεισόδια…
Η ξαφνική αυτή στροφή οφείλεται σε μια σύγκλιση παραγόντων – από άμεσες ανάγκες έως νέες τεχνικές προσεγγίσεις. Με δεδομένη την (αργή) απαγκίστρωση από τα ορυκτά καύσιμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, υφίσταται ένα κενό που πρέπει να καλυφθεί. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αναπτύσσονται αλματωδώς, αλλά το πρόβλημα της αποθήκευσης συνεχίζει να εμποδίζει την πλήρη εκμετάλλευση του δυναμικού τους.
Η σύντηξη βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα, πιο κοντά στο επιστημονικό όνειρο παρά στην απτή πραγματικότητα. Την ίδια στιγμή, οι τεχνολογίες αιχμής του παρόντος γίνονται όλο και πιο ενεργοβόρες: ο Μάρτιν Κούμπλερ έλεγε στις αρχές Ιανουαρίου στην Deutsche Welle ότι οι απαιτήσεις των data centers και της Tεχνητής Nοημοσύνης «καταναλώνουν σήμερα από 1% έως 3% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης, ποσοστό που ορισμένοι αναλυτές υπολογίζουν ότι θα διπλασιαστεί μέχρι το 2030».
Εδώ θα πρέπει να αναζητήσει κανείς τα αίτια της πρόσφατης μαζικής κινητοποίησης της Σίλικον Βάλεϊ: όπως έγραφε στα μέσα Απριλίου στον «New Yorker» η Ελίζαμπεθ Κόλμπερτ, η Google συνήψε συμφωνία συνεργασίας με την εταιρεία παραγωγής πυρηνικών αντιδραστήρων Kairos Power· η Amazon με την ομόλογή της X-Energy· και η Microsoft υπέγραψε με την Constellation Energy συμβόλαιο διάρκειας 20 ετών, βάσει του οποίου το 2028 θα ξανανοίξει το αλήστου μνήμης πυρηνικό εργοστάσιο του Three Mile Island στην Πενσιλβάνια, τόπος του χειρότερου πυρηνικού ατυχήματος των ΗΠΑ τον Μάρτιο του 1979.

Μέσα από τα ηλιοτρόπια της υπαίθρου στον γαλλικό Νότο ξεπροβάλλει ο πυρηνικός αντιδραστήρας του Τρεκαστέν
Αν η μετονομασία του σε «Κέντρο Καθαρής Ενέργειας Κρέιν» (στη μνήμη του πρώην CEO της εταιρείας Κρις Κρέιν) δείχνει τη σπουδή να ξορκιστεί το αμαρτωλό παρελθόν, οι επαγγελίες των Kairos και X-Energy προαναγγέλλουν το μέλλον. Και οι δύο startups δραστηριοποιούνται στον τομέα των «αρθρωτών αντιδραστήρων» (Small Modular Reactors / SMRs), μικρών «έξυπνων» μονάδων με απόδοση έως 300 MW, περίπου στο ένα τρίτο των τωρινών κανονικών. Θεωρητικά πιο απλοί, πιο ασφαλείς, πιο φθηνοί, ευκολότερα κατασκευάσιμοι, διαχειρίσιμοι και επεκτάσιμοι, αποτελούν το τρομερό παιδί της βιομηχανίας.
Προς το παρόν, λειτουργούν μόνο δύο, ο HTR-PM, ισχύος 210 MW, στην πόλη Γουεϊχάι της Κίνας, και ο ισχύος 70 MW Akademik Lomonosov, o πρώτος πλωτός αντιδραστήρας του κόσμου, μόνιμα αγκυροβολημένος στην Τσουχότκα, στο βορειότερο άκρο της Ρωσίας. Τουλάχιστον 80 διαφορετικοί σχεδιασμοί είναι όμως σε κυκλοφορία, υποδηλώνοντας τη δυναμική του πεδίου.

Η ζέση αυτή φαίνεται να συνοδεύεται από μια αναδυόμενη αποδοχή. Είναι ενδιαφέρον ότι εγνωσμένης αξίας επικριτές της πυρηνικής ενέργειας, όπως η Γκρέτα Τούνμπεργκ και ο πρώην επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική Δράση Φρανς Τίμερμανς υποδεικνύουν τη χρονική υστέρηση και το τίμημα της ανοικοδόμησης μονάδων, όχι την επικινδυνότητά τους, ως αποτρεπτικούς παράγοντες.
«Αν το κράτος επιθυμεί να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους του, θα χρειαστεί περισσότερη πυρηνική ενέργεια» συμπέραινε ο Τζέιμς Χάνσεν, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Διαστημικών Μελετών Γκόνταρντ της NASA και ένας από τους θεωρούμενους πατέρες της επιστήμης της κλιματικής αλλαγής, στους «Times Union» της 16ης Οκτωβρίου 2024, επαινώντας την κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Κάθι Χόκουλ για την υιοθέτηση της «προωθημένης πυρηνικής ενέργειας». Την ίδια στιγμή, η αμερικανίδα δημοσιογράφος Ρεμπέκα Τούχους-Ντούμπροου εντοπίζει στο βιβλίο της με τίτλο «Atomic Dreams: The New Nuclear Evangelists and the Fight for the Future of Energy» (Algonquin Books, 2025) την εμφάνιση ενός κινήματος «νέων ευαγγελιστών» του ατόμου που θεωρούν ότι οι φόβοι της κοινωνίας είναι υπερβολικοί. Καθημερινοί άνθρωποι οι περισσότεροι, όπως οι Χέδερ Χοφ και Κριστίν Ζάιτς, εργαζόμενες στο εργοστάσιο του Diablo Canyon στην κεντρική Καλιφόρνια και ιδρύτριες του συλλόγου «Μητέρες για την Πυρηνική Ενέργεια», πιστεύουν ότι τα δυνητικά οφέλη έναντι της κλιματικής κρίσης υπερβαίνουν τους κινδύνους.

Ο Τζέιμς Χάνσεν ένας από τους πατέρες της επιστήμητς της κλιματικής αλλαγής, τάσσεται υπέρ της πυρηνικής ενέργειας προκειμένου να αντιμετωπιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη
Το Diablo Canyon αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα: το 2016 είχε αποφασιστεί ο τερματισμός της λειτουργίας του εντός δεκαετίας· το 2020 ένας σφοδρός καύσωνας πίεσε το δίκτυο σε τέτοιον βαθμό ώστε να χρειαστούν τακτικές διακοπές ρεύματος σε όλη την Πολιτεία προκειμένου να αποφευχθεί ολικό μπλακ άουτ· το 2022, 75 ειδικοί στους τομείς της ενέργειας και του κλίματος έστειλαν μια επιστολή στον κυβερνήτη της Καλιφόρνια Γκάβιν Νιούσομ παροτρύνοντάς τον να καθυστερήσει το κλείσιμο του αντιδραστήρα· λιγους μήνες αργότερα, εκείνος έδωσε παράταση στον βίο του, δικαιολογώντας τη στους «Los Angeles Times» ως «δίκαιη και ορθή κλιματικά απόφαση».
Τους φόβους της κοινής γνώμης έχει ως στόχο και ο ολλανδός δημοσιογράφος Μάρκο Φίσερ στο βιβλίο του με τίτλο «The Power of Nuclear» (εκδ. Bloomsbury Sigma, 2024). «Ολα όσα νομίζουμε ότι γνωρίζουμε για την πυρηνική ενέργεια είναι λάθος» ισχυρίζεται. Οι άλλες πηγές ενέργειας; Ο άνθρακας, σύμφωνα με άρθρο της έγκριτης ιατρικής επιθεώρησης «The Lancet», είναι 500 φορές πιο θανάσιμος ανά κιλοβατώρα. Τα πυρηνικά απόβλητα; Λύσεις υπάρχουν. Η Φινλανδία τα θάβει, σαν τις γάτες, στο γεωλογικό αποθετήριο του Ονκαλο, σε βάθος 450 μέτρων.
Η Γαλλία τα επανεπεξεργάζεται προεκτείνοντας τον κύκλο της ζωής τους. Για να μην πούμε για τους λεγόμενους «αντιδραστήρες ταχέων νετρονίων» σε Ρωσία, Κίνα, ΗΠΑ, όπου μετατρέπονται αλχημικά πάλι σε καύσιμο. Υπερτιμώντας τους κινδύνους, καταλήγει, «οι εχθροί της πυρηνικής ενέργειας έγιναν οι χρήσιμοι ηλίθιοι της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων».
Με τη στερνή μας γνώση, νέοι και παλαιοί ευαγγελιστές δικαιώνονται ως έναν βαθμό. Η Ελίζαμπεθ Κόλμπερτ παραθέτει στον «New Yorker» την περίπτωση του Shoreham Nuclear Power Plant στο Λονγκ Αϊλαντ, στις διαμαρτυρίες ενάντια στην ανοικοδόμηση του οποίου συμμετείχε και η ίδια το 1979: ναι, η εταιρεία διέπραξε κατασκευαστικά λάθη, εφικτό σχέδιο εκκένωσης σε περίπτωση ατυχήματος δεν υπήρχε, σύμφωνα όμως με επιστημονικές εκτιμήσεις η εγκατάλειψή του το 1989 φόρτωσε έκτοτε την ατμόσφαιρα με 100 εκατομμύρια τόνους διοξείδιο του άνθρακα.
Υπερβάσεις budget και χρονοδιαγράμματος και η δαμόκλειος σπάθη ενός ατυχήματος
Ωστόσο, δεν είναι όλα τόσο ρόδινα όσο τα βλέπουν ο Φίσερ και οι συν αυτώ. Η πυρηνική βιομηχανία όντως μαστίζεται από τα χρόνια προβλήματα των καθυστερήσεων και του κόστους. Ο Τέο Λέγκετ, σε άρθρο του στον ιστότοπο του BBC τον Νοέμβριο του 2024, επικαλείται το Hinkley Point C στη Νοτιοδυτική Αγγλία, το οποίο έχει εξελιχθεί σε γεφύρι της Αρτας, όντας σχεδόν πέντε χρόνια πίσω από την ημερομηνία παράδοσης και γύρω στα 15 δισεκατομμύρια στερλίνες πάνω από τον προϋπολογισμό. Το ίδιο ισχύει και για τους νεότερους αντιδραστήρες των ΗΠΑ στο Plant Vogtle της Τζόρτζια, που τέθηκαν σε λειτουργία το 2023 και το 2024, επτά χρόνια αργότερα από την αρχική ημερομηνία, με συνολικό τίμημα 35 δισεκατομμύρια δολάρια, διπλάσιο του προβλεπόμενου.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις μόνιμες αυτές υστερήσεις, το ουσιαστικά άλυτο ζήτημα των αποβλήτων, την έως τώρα υπολειπόμενη του αναμενομένου απόδοση των δύο SMRs σε Κίνα και Ρωσία, τον κολοσσιαίο αριθμό των 1.000 αντιδραστήρων που θα χρειαστεί για να γίνει πραγματικότητα η διεθνής διακήρυξη του τριπλασιασμού της ισχύος έως το 2050, η περυσινή Εκθεση για την Κατάσταση της Παγκόσμιας Πυρηνικής Βιομηχανίας που χρηματοδότησε εν μέρει το γερμανικό υπουργείο Ενέργειας σταματούσε στα όρια της συγκρατημένης αισιοδοξίας, εκφράζοντας έναν γενικότερο σκεπτικισμό. Και παρά την αναμφισβήτητη λογική της μερικής επανάκαμψης, το μείζον πρόβλημα παραμένει πάντοτε αυτό που έδειξαν το Τσερνόμπιλ και η Φουκουσίμα: το δυσθεώρητο ύψος του τιμήματος ενός ανθρώπινου λάθους, μιας κατασκευαστικής ατέλειας, ενός φυσικού απροόπτου. Αλλωστε, όπως επισημαίνει η Ελίζαμπθ Κόλμπερτ, «η πυρηνική ενέργεια ήταν πάντοτε ασφαλής στα χαρτιά. Το πρόβλημα είναι ότι δεν ζούμε στα χαρτιά».





