Μπορεί ο πόλεμος στην Ουκρανία να αναβίωσε τη λειτουργία της διατλαντικής συνεργασίας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (που είχε πληγεί από τη γνωστή πολιτική Τραμπ και του «Αmerica First») με αποτέλεσμα να υπάρξει όχι μόνο μια ξεκάθαρη καταδίκη των πολεμικών προκλήσεων του Πούτιν, αλλά και κοινός σχεδιασμός στρατιωτικών ενεργειών, αλλά η εξαιρετικά σημαντική αυτή εξέλιξη δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τη συνέχιση των σοβαρών εσωτερικών κρίσεων, που αντιμετωπίζουν τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Ενωμένη Ευρώπη. Κρίσεις που προϋπήρχαν μεν, αλλά που οι πολεμικές εξελίξεις ήλθαν να υπογραμμίσουν το πόσο επηρεάζουν τελικά και τις αποφάσεις που αφορούν κρίσιμα ζητήματα των εξωτερικών σχέσεων, σε μια στιγμή που δεν υπάρχουν περιθώρια για διαφωνίες, δισταγμούς ή ημίμετρα.

Χαρακτηριστικό είναι αυτό που συνέβη στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, όπου εκδηλώθηκαν ανοιχτά οι διαφωνίες σε βασικά ζητήματα της ενεργειακής πολιτικής, που αποτελεί τώρα το υπ’ αριθμόν 1 πρόβλημα για την Ευρώπη. Οι κρίσιμες τελικές αποφάσεις μεταφέρθηκαν για τα τέλη Μαΐου(!), δηλαδή στην επόμενη συνάντηση των ευρωπαίων ηγετών. Γεγονός που αναδεικνύει, για ακόμη μία φορά, τις δυσχέρειες που υπάρχουν στο εσωτερικό της ΕΕ για τη λήψη άμεσων κοινών αποφάσεων, σε περιόδους εντόνων κρίσεων, που πλήττουν ευθέως τους ευρωπαίους πολίτες. Δικαιώνονται έτσι και πάλι όσοι είχαν διαφωνήσει με τη μεγάλη ευρωπαϊκή διεύρυνση, πριν επιτευχθεί η εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών, σε μια ομοσπονδιακή κατεύθυνση. Ετσι σήμερα είναι απολύτως αδύνατο να υιοθετηθούν κοινές αποφάσεις από 27 ανεξάρτητες χώρες, με συγκρουόμενα συμφέροντα. Και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο σε στιγμές όπως η τωρινή.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω