Ο Αλ. Τσίπρας για τα αίτια της ήττας εστιάζει όχι στη βολική απάντηση περί συντηρητικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας, αλλά μιλάει για τις αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Αναζητεί απαντήσεις στις δικές του επιλογές, στη στάση όλων των στελεχών, στην αξιοπιστία της πολιτικής πρότασης, στην αξιοπιστία των προσώπων, στη συνολική εικόνα. Η δική του ανάγνωση για την ήττα έχει τρεις κομβικές αιτίες, αν και μιλάει για πολλές:
Η πρώτη αιτία είναι ότι η ΝΔ κατάφερε να επιβάλει την ατζέντα της που για τον ίδιο είναι «ατζέντα του φόβου» και υποστήριξε το δίπολο σταθερότητα – αλλαγή, ως πλειοψηφική την τάση του δικού της αφηγήματος. Βέβαια για να γίνει αυτό, ο κ. Τσίπρας δεν παραβλέπει ότι έχουν γίνει συνεχόμενα λάθη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, πολλά εκ των οποίων αδιανόητα και καθοριστικά. Και το αρνητικό ήταν να γίνεται δημόσια συζήτηση όχι για όσα συμβαίνουν το 2023 και την τελευταία τετραετία, αλλά τι έγινε οκτώ χρόνια πριν. Δεν παραβλέπει όμως, για μία ακόμη φορά, να μιλήσει, για τη μιντιακή υπεροπλία που επιβάλλει την προεκλογική ατζέντα και το μέτωπο εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από τα κόμματα της ήσσονος αντιπολίτευσης.
Η δεύτερη αιτία ήταν η αναγκαστική επιλογή υπεράσπισης μιας στρατηγικής, της απλής αναλογικής, που εξαιτίας της άρνησης των άλλων προοδευτικών δυνάμεων αντικειμενικά δεν μπορούσε να περπατήσει.
Και η τρίτη αιτία που τη θεωρεί και σημαντική, ήταν η εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως κόμματος που δεν εξέπεμπε συνοχή, ευθύνη, συγκρότηση. Σε αυτό το σημείο θεωρεί ότι υπήρξαν άστοχες δημόσιες τοποθετήσεις, ακόμα και τις τελευταίες ημέρες πριν από τις εκλογές, παλινωδίες, έλλειμμα υπευθυνότητας και αντίληψης για το πόσο καχύποπτο ήταν το εκλογικό σώμα απέναντι στο κόμμα, πόσο ρευστό και ευμετάβλητο, που κόστισαν πανάκριβα.