Ετσι τιμωρούνταν άλλοτε τα φανταστικά εγκλήματα ή συγχωρούνταν τα πραγματικά. Στο όνομα κάποιας ανώτερης ιδεολογίας ή μιας πάνσεπτης θρησκείας. Για έναν «-ισμό», η δογματική ισχύς του οποίου μετατρεπόταν σε απόλυτη εξουσία. Αυτή ήταν η μηχανική της αυθαιρεσίας σε κάθε ολοκληρωτικό ή θεοκρατικό καθεστώς. Και απέναντι σε αυτή τη μηχανική στήθηκαν ως αναχώματα καθεμία από τις χάρτες των δικαιωμάτων και όλα τα φιλελεύθερα Συντάγματα του κόσμου.

Αυτή όμως δεν είναι η εποχή των «-ισμών». Το MAGA, για παράδειγμα, μπορεί να είναι δυνατό ως σύνθημα, αλλά παραμένει ασθενές ως δόγμα. Συμβαίνει έτσι σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, την πιο ισχυρή του πλανήτη, μια σειρά από εγκλήματα αλλά και δικαιώματα να υπόκεινται στην κρίση κάποιας «κοινής λογικής» που εξαγγέλλεται ως «επανάσταση». Αυτός ο υποτιθέμενος κοινός νους λέει πως τα παιδιά των μεταναστών που γεννιούνται στο αμερικανικό έδαφος δεν μπορεί να γίνουν πολίτες της χώρας επειδή οι γονείς τους μπήκαν στην αμερικανική επικράτεια παράνομα. Και ο ίδιος αποφασίζει πως οι εισβολείς του Καπιτωλίου ή οι φανατικοί που όρμησαν σε μια κλινική αμβλώσεων δικαιούνται χάρη. Εισβολείς; Οχι, «όμηροι». Αυτό λέει η «κοινή λογική».

Ή μήπως τρέλα; Ο όρος δεν είναι δόκιμος στην επιστήμη της Ψυχιατρικής, αλλά η Πολιτική Επιστήμη τον σηκώνει από την εποχή του Μακιαβέλι: «Είναι σοφό καμιά φορά», είχε γράψει σε μία από τις πραγματείες του, «να παριστάνεις τον τρελό». Τη «θεωρία του τρελού» θα εφάρμοζε μερικούς αιώνες αργότερα ένας αμερικανός πρόεδρος αυτοπροσώπως: Ο Ρίτσαρντ Νίξον θα εμφανιζόταν τόσο απρόβλεπτος ώστε να πιστέψουν οι Βιετναμέζοι πως «ήταν ικανός να κάνει τα πάντα» και να μαζευτούν απέναντι στην «τρέλα» του. Ακόμη και να πατήσει το κουμπί των πυρηνικών.

Αν οι ειδικοί ερίζουν σήμερα ως προς την αποτελεσματικότητα της θεωρίας, είναι επειδή ένας άλλος αμερικανός πρόεδρος, ο Ντόναλντ Τραμπ, απειλεί να πατήσει κάποιο από τα κουμπιά της «τρέλας», μεταξύ των οποίων και εκείνο των δασμών. Είναι όμως σε μια εφαρμογή της θεωρίας χωρίς ραδιενέργεια που υπακούει η απειλή της επιβολής τους ή στην «κοινή λογική»;

Το ερώτημα δεν στερείται νοήματος. Οχι επειδή έχει τόση σημασία να διαπιστώσει κανείς πόσο μακιαβελικός είναι ο Τραμπ. Αλλά επειδή αποκαλύπτει πόσο θολά είναι τα όρια ανάμεσα στην «επαναστατημένη» λογική και στην επεξεργασμένη τρέλα. Ή, με άλλα λόγια, ανάμεσα σε ένα ιδεολόγημα που δεν χρειάζεται κανέναν «-ισμό» για να επιβληθεί και σε ένα σχέδιο εξουσίας.

Να επιβληθεί; Αξίζει να σταθεί κανείς στη μεταδοτική ισχύ αυτής της «κοινής λογικής». Στον τρόπο που κάνει να συντάσσονται γύρω της ποικιλώνυμες εστίες ισχύος. Δεν είναι μόνο η «λογική» που κήρυξε το τέλος της woke ή, τέλος πάντων, μιας υπερβολής που στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης έφτασε να μετρήσει 150 έμφυλες ταυτότητες. Αλλά και μια «τρέλα» που παρασύρει δικαιώματα τα οποία αναγνωρίστηκαν για να προστατεύουν μειονότητες εκτεθειμένες στο μίσος και στην τοξικότητα των άλλων.

Η «λογική» αυτή (ή η «τρέλα») εκδηλώθηκε στα μέρη μας με τη μορφή μιας αναδίπλωσης και ένα πρωθυπουργικό απεταξάμην σε κάτι που έως μόλις πριν από λίγο καιρό προβαλλόταν από την κυβέρνηση ως φιλελεύθερη ατζέντα και δειγματιζόταν ως κοινωνική πρόοδος. Η αναδίπλωση κρίθηκε απαραίτητη για την τέρψη της κομματικής βάσης και – ακόμη περισσότερο – των εκπροσώπων της στο Κοινοβούλιο. Οπως θα λέγαμε κάποτε, για τα «δικά μας παιδιά».

Ακούγεται λογικό, για να κυβερνήσει κανείς χρειάζεται τη στήριξη των δικών του. Αρκεί, από την πολλή αναδίπλωση και όταν πατηθεί το κουμπί, να μην αποστεί από αυτό που ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε ορίσει ως «σωστή πλευρά της Ιστορίας».