Οι δύο σκηνές στο Οβάλ Γραφείο εικονογραφούν πλήρως την ασυμμετρία της σημερινής Δύσης. Στην πρώτη, ένας άκαμπτος Τραμπ κοίταζε περισσότερο τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς στον καναπέ αριστερά του, παρά τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι που καθόταν δίπλα του, στον οποίο απευθυνόταν μόνο για να τον κατσαδιάσει. Στη δεύτερη, ένας χαλαρός και άνετος Τραμπ εγκωμίαζε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον «tough man» που χαίρει εκτίμησης σε όλον τον κόσμο, όπως είπε, και παρότι τον χαρακτήρισε ισχυρογνώμονα, χαρακτηριστικό που δεν του αρέσει στους ανθρώπους, πρόσθεσε ότι «αυτόν εδώ τον συμπαθούσα πάντα».

Εξι μήνες μετά την πρώτη τους συνάντηση στον Λευκό Οίκο, η σχέση Ζελένσκι – Τραμπ έχει βελτιωθεί σημαντικά, κυρίως επειδή ο πρόεδρος της Ουκρανίας υπέκυψε στις απαιτήσεις του. Ο Ερντογάν δεν μπήκε καν στον κόπο να τεστάρει τις αντοχές του αμερικανού προέδρου. Εξήγγειλε ένα θηριώδες εξοπλιστικό και εμπορικό πρόγραμμα προτού αναχωρήσει για τις ΗΠΑ και έτσι άνοιξε τις πόρτες του Λευκού Οίκου, που επί θητείας Μπάιντεν ήταν ερμητικά κλειστές για εκείνον. Μετά από αυτά, η υποδοχή ήταν η αναμενόμενη και τα λόγια του Τραμπ ήταν πιο εξωραϊσμένα και από τον χρυσό διάκοσμο στο τζάκι του Οβάλ Γραφείου.

Στην προηγούμενη θητεία του η σχέση με τον Ερντογάν πήρε την κάτω βόλτα όταν ο τούρκος πρόεδρος σήκωσε κεφάλι με την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400 και εκείνος του το έκοψε πετώντας τον έξω από τη συμπαραγωγή των F-35. Τώρα εξήρε την tremendous relationship με τον ηγέτη μιας χώρας που φτιάχνει beautiful great products αγοράζοντας πολλά πράγματα από τις ΗΠΑ. Σε αντάλλαγμα και εκείνος θα κοιτάξει να του δώσει ό,τι ζητάει.

Ο Τραμπ ανταλλάσσει την ισχύ της χώρας του με εμπορικά οφέλη σε ένα παζάρι που μεταδίδεται απευθείας από το πιο αναγνωρίσιμο γραφείο του κόσμου. Ο Ερντογάν πήγε τόσο πολύ με τα νερά του που έβαλε στην άκρη τη Γάζα και άλλα ενοχλητικά θέματα και προκάλεσε αντιδράσεις για υποτέλεια στη χώρα του. «Μας μετέτρεψε από συμμάχους σε πελάτες» τον κατηγόρησε η αντιπολίτευση. Η αγορά των F-35 έχει πολλά εμπόδια, το Κογκρέσο, την ελληνική Ομογένεια, την πολύπλοκη σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία, την αντίδραση του Ισραήλ και του ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ.

Αυτά θα μπορούσε να τα λάβει υπ’ όψιν της η ελληνική πλευρά προτού αντιδράσει νευρικά και σπασμωδικά στη ματαίωση της συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ερντογάν. Δεν χρειαζόταν να πάει ο πρόεδρος της Τουρκίας στον Λευκό Οίκο για να συνειδητοποιήσει το πρωθυπουργικό επιτελείο ότι η γειτονική χώρα είναι μια περιφερειακή δύναμη που έχει να προσφέρει και ότι η Ελλάδα υπολείπεται μπροστά της. Δεν μας εμπόδισε η Τουρκία να αναπτύξουμε πολεμική βιομηχανία, να μεταρρυθμίσουμε το κράτος μας, να πρωτοπορήσουμε στην τεχνολογία. Δεν ευθύνονται άλλοι που η γραφειοκρατία του ΥΠΕΞ, κακοπληρωμένη και υποβαθμισμένη, δεν μπορεί να παραγάγει πολιτική, που το κράτος λειτουργεί σαν παράρτημα της εκάστοτε κυβέρνησης, που το πολιτικό σύστημα, αντί να μεταρρυθμιστεί το ίδιο προτού μεταρρυθμίσει την κοινωνία, ενδίδει συνεχώς στην πραγματική ή εικαζόμενη βούληση των πολιτών, που πολιτικοί αξιοποιούν την εξωτερική πολιτική για να ικανοποιήσουν τις εσωτερικές τους φιλοδοξίες αδιαφορώντας για την τύχη της χώρας. Οσο η Ελλάδα βράζει στο ζουμί της, η Τουρκία φροντίζει να γίνεται χρήσιμη, οι ευρωπαϊκές χώρες θέλουν και εκείνες τα «όμορφα θαυμάσια» (και φθηνά) στρατιωτικά προϊόντα της και το c’est la vie ξέρουν να το πουν και άλλοι.