Πριν από μερικούς μήνες μια σειρά εγγράφων που ξεπερνούν τις 60.000 σελίδες και αφορούν τη δολοφονία του προέδρου Τζον Φ. Κένεντι (22/11/1963) δημοσιοποιήθηκαν με απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Τα έγγραφα είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο των Εθνικών Αρχείων των ΗΠΑ. Η έρευνα στα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα από ιστορικούς και άλλους επιστήμονες που μελετούν είτε τη δολοφονία είτε ευρύτερα αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη.

Το ενδιαφέρον που προκαλεί όμως ακόμη η δολοφονία του Κένεντι και το «αρχείο» της είναι αξιοσημείωτο.

Αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα έγγραφα δεν φαίνεται να ανατρέπουν τα βασικά συμπεράσματα για τη δολοφονία και τον αυτουργό της, Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ. Αλλες όψεις όμως είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Τα έγγραφα περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία για τη λειτουργία της CIA και των μυστικών υπηρεσιών. Ονόματα και δραστηριότητες πρακτόρων και συνεργατών, ειδικά στη Λατινική Αμερική, έρχονται στο φως.

Ο ιστορικός Φρέντρικ Λόνγκεβαλ επισήμανε πρόσφατα στον ιστότοπο «The Harvard Gazette» ότι στα έγγραφα αναφέρονται μηχανισμοί και πρόσωπα που παρακολουθούσαν χώρες, εκλογικές διαδικασίες, πολιτικές εξελίξεις σε πρεσβείες όπου μεγάλο μέρος του προσωπικού συνεργαζόταν με τη CIA. Σύμφωνα με τον ιστορικό, το ποσοστό του εμπλεκόμενου προσωπικού υπερβαίνει το 40% και είναι αρκετά υψηλότερο απ’ όσο θεωρούσαν παλαιότερα οι ιστορικοί του Ψυχρού Πολέμου.

Από την άλλη πλευρά, ενώ το ενδιαφέρον για τη δολοφονία του Κένεντι παραμένει ζωηρό, οι αντιλήψεις του κοινού βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη δύναμη των εικόνων παρά σε γραπτά τεκμήρια, πολύ περισσότερο σε επίσημα έγγραφα και αρχεία. Η δολοφονία του Κένεντι καταγράφηκε σε ερασιτεχνικό φιλμ, το οποίο στη συνέχεια προβλήθηκε σε παγκόσμια κλίμακα. Η αποτύπωση της δολοφονίας στο περίφημο «φιλμ Ζαπρούντερ» (από τον αυτόπτη μάρτυρα Εϊμπραχαμ Ζαπρούντερ που μαγνητοσκόπησε τη σκηνή) αποτελεί πλέον μια σχεδόν αυτοτελή ιστορία που αφορά τη ροή και το περιεχόμενο του φιλμ, τη διακίνηση και πρόσληψή του.

Οι εικόνες καταγράφηκαν στη συλλογική μνήμη. Το ερασιτεχνικό φιλμ απέκτησε τεράστια αξία, οικονομική, συμβολική και αρχειακή, συχνά σε βάρος των γραπτών πηγών. Τα έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν παλαιότερα αλλά και πρόσφατα ποτέ δεν μπόρεσαν να συναγωνιστούν τη δύναμη της φιλμικής αποτύπωσης.

Αυτό που έχει σημασία όμως είναι ότι το φιλμ «πάγωσε» τη δολοφονία στον χρόνο. Ανεξάρτητα από την πρόθεση του δημιουργού, το φιλμ συνέβαλε στον μετασχηματισμό του ιστορικού γεγονότος σε «στιγμιαίο» συμβάν, στην απο-πλαισίωσή του αλλά και στην ευκολότερη διολίσθηση στην αποσπασματική ερμηνεία ή και στη συνωμοσιολογία, με κύριο άξονα την αυθεντικότητα και το περιεχόμενό του.

Τέλος, η δημοσιοποίηση των εγγράφων έμμεσα συνδέεται με την απόπειρα δημιουργίας γενεαλογίας ή εκλεκτικής «συγγένειας» μεταξύ της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου και της σημερινής εποχής της ηγεσίας του Ντόναλντ Τραμπ. Γράφεται συχνά ότι η δολοφονία του Κένεντι έθεσε τέλος σε μια εποχή «αθωότητας» και ισχύος.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ ζούσαν την εποχή της ευμάρειας και της ανάδυσής τους σε παγκόσμια υπερδύναμη. Ηταν «great». Κατ’ αναλογίαν με τη «στιγμή» της δολοφονίας, ωστόσο, αυτή η εικόνα της εποχής είναι εξαιρετικά αποσπασματική.

Οι φυλετικές διακρίσεις, ο μακαρθισμός, ο διάχυτος φόβος για το ενδεχόμενο επίθεσης από τη Σοβιετική Ενωση, η κρίση των πυραύλων της Κούβας, η πολωτική ψυχροπολεμική ρητορική ήταν κυρίαρχα φαινόμενα της περιόδου. Μόνο μια ιδιότυπη νοσταλγία «της ισχύος και της τάξης» προτιμά να εξαιρεί αυτά τα φαινόμενα από την ιστορία ή να υποτιμά τη σημασία τους.

Η κυρία Εφη Γαζή είναι καθηγήτρια Θεωρίας της Ιστοριογραφίας και Νεότερης Ιστορίας του Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.