Στο βάθος του σπιτιού, από την οθόνη της τηλεόρασης προβάλλεται σε ζωντανή μετάδοση η ορκωμοσία του 47ου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Την ίδια στιγμή, η διήγηση της Μαρίας Φαραντούρη μοιάζει να δημιουργεί μια παρηγορητική ρωγμή στη μεταιχμιακή μας πραγματικότητα. Οι μορφές του Μίκη, του Μάνου, του Νερούδα, των Beatles προβάλλουν από τις φράσεις της. Τη συζήτηση όμως δεν τυλίγει το βαρύ πέπλο της νοσταλγίας.
Αλλωστε η Μαρία Φαραντούρη δεν τη συμπαθεί διόλου. «Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να εγκλωβίζεται σε αυτό το τόσο ισχυρό και πυκνό των όσων έζησα» θα πει σε μία αποστροφή του λόγου της.
«Αλλά δεν θέλω να με πνίγει η νοσταλγία. Γιατί τότε σημαίνει ότι έφθασα στην Ιθάκη και ότι το ταξίδι τελείωσε. Εγώ όμως δίνω ακόμη μάχες. Παραμένω ενεργή». Και, πράγματι, με τη ζωτικότητα μιας έφηβης, δεν σταματά να πειραματίζεται, να προχωρά σε συνεργασίες, τραγουδώντας πάντα για τη κρυμμένη ουτοπία, εκείνη που αφήσαμε να μας γλιστρήσει από τα χέρια.
Ναι, η συζήτησή μας δεν θα διολισθήσει στο παρελθόν. Ισως γιατί τα αιτήματα των κόσμων με τα οποία συνέδεσε και συνδέει τη φωνή της, ειδικά στις ημέρες μας, με το άδηλο αύριο να μας γνέφει, φαντάζουν εκκωφαντικά παρόντα. Γιατί όσο απίστευτη μοιάζει η πραγματικότητα σήμερα, τόσο πιο επιτακτική φαντάζει η ουτοπία.
Η μεγάλη Μαρία Φαραντούρη στέκεται λοιπόν απέναντί μου. Αφορμή για τη συνάντησή μας είναι οι επικείμενες συναυλίες της στις 16 και 17 Φεβρουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Μαζί με τον βαρύτονο Τάση Χριστογιαννόπουλο, υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, ερμηνεύουν έργα του Μίκη Θεοδωράκη. Η συναυλία ανοίγει με το εμβληματικό «Κάντο Χενεράλ» (αποσπάσματα) στην αυθεντική ενορχήστρωσή του για δεκαπενταμελές μουσικό σύνολο και δύο χορωδίες, ενώ στο δεύτερο μέρος της συναυλίας ακούγονται τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη από γνωστούς και αγαπημένους κύκλους, σε ενορχήστρωση του πιανίστα Αχιλλέα Γουάστωρ.
«Μαρία Κάλλας του λαού»
Η φωνή της μοιάζει αλώβητη μπροστά στον πανδαμάτορα χρόνο. Είναι η γυναίκα την οποία η «Daily Telegraph» χαρακτήρισε ως «Μαρία Κάλλας του λαού». Η Φαραντούρη λοιπόν του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος της χάρισε ολόκληρους κύκλους τραγουδιών, όπως «Η εποχή της Μελισσάνθης», η «Σκοτεινή μητέρα» ή η «Αμοργός». Ο Μάνος που έγραψε στο περιοδικό «Τέταρτο» τόσο τρυφερά λόγια για τη γέννηση του μονάκριβου γιου της, Στέφανου, που απέκτησε στις 28 Οκτωβρίου του 1985 με τον Τηλέμαχο Χυτήρη.
Η Μαρία Φαραντούρη είναι ακόμη η διεθνής Ελληνίδα που ξεπέρασε τα σύνορα, μετρώντας παράλληλα συνεργασίες από τον περίφημο κιθαρίστα Τζον Γουίλιαμς και τον αιώνιο τροβαδούρο Λούτσιο Ντάλα, μέχρι τον παντοτινό φίλο της Ελλάδας Ζουλφί Λιβανελί και τον θρύλο της τζαζ Τσαρλς Λόιντ.
Είναι ακόμη η φωνή που θαύμασαν οι Beatles, με τον Τζον Λένον να τη ρωτά λεπτομέρειες στη συνάντησή τους το 1969 για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Είναι εκείνη που είπε «όχι» στα τέλη της δεκαετίας του ’60 σε μια προδιαγεγραμμένη καριέρα στη γαλλική ποπ. Τι σημασία είχε που ο διευθυντής του Ολιμπιά χαρακτήρισε «χρυσωρυχείο τη φωνή της»;
«Πέσανε, θυμάμαι, επάνω μου τότε κάτι γάλλοι ατζέντηδες» αναφέρει. «Ηταν τότε μάλιστα της μόδας η Τουίγκι, αυτό το πολύ αδύνατο μοντέλο. «Πρέπει να χάσεις κιλά για να κάνεις καριέρα» μου είπαν. Με πήγαν μάλιστα και σε κάτι οίκους μόδας να με ντύσουν. Ηθελαν να στρατευθώ σε ένα σύστημα που δεν άντεχα. Εγώ ήθελα να είμαι πάντα ελληνίδα τραγουδίστρια, να τραγουδώ την ελληνική γλώσσα».
Eτσι κράτησε για πάντα μέσα της εκείνο το αγνό 16χρονο κορίτσι που αντίκρισε ο Μίκης για πρώτη φορά το 1963 και ευθύς του είπε «γεννήθηκες για να τραγουδήσεις τα τραγούδια μου». Και όταν το 1967, ο μαύρος γύψος της χούντας τύλιξε την Ελλάδα και ο Μίκης της μήνυσε με ένα χαρτάκι κρυμμένο σε ένα κουτάκι τσίχλες να βγει στο εξωτερικό και να τραγουδήσει τη μουσική του, δεν δίστασε στιγμή.
Η απουσία του Μίκη
«Σας λείπει σήμερα ο Μίκης, τρία χρόνια μετά τον θάνατό του;» τη ρωτώ. «Βιολογικά ναι. Και την ίδια στιγμή – πόσο παράξενο – είναι σαν να μη μου λείπει, με την έννοια ότι είναι εντός μου» απαντά. «Σαν να με διευθύνει ακόμη. Τελευταία φορά τον επισκέφθηκα λίγες ημέρες πριν φύγει από τη ζωή. Δεν μπορούσε να μιλήσει καλά, σχεδόν ψέλλιζε. «Να συνεχίσεις, Μαρία» μου είπε. Ημασταν σαν κόρη με πατέρα. Νιώθω ότι κουβαλάω στην πλάτη μου την ιστορία του, και αυτό καμιά φορά με τρομάζει. Θα ανταποκριθώ σωστά;».
Ποιος μπορεί να έχει αμφιβολία για κάτι τέτοιο; Σύντομα θα βρεθεί για παράδειγμα στο Ελσίνκι, στη Λουκέρνη, στο Ντίσελντορφ, στο Αμστερνταμ, μαζί με την εξαίρετη ορχήστρα που έχει δημιουργήσει με γερμανούς και έλληνες μουσικούς, για να τραγουδήσει Θεοδωράκη.
Επονται ακόμη πολλές συναυλίες στην Ελλάδα με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του που συμπληρώνονται φέτος. Στο εγγύς μέλλον βέβαια βρίσκεται η συναυλία της στο Μέγαρο Μουσικής που ανοίγει με το εμβληματικό «Κάντο Χενεράλ».
Η γέννηση ενός έργου
Η Μαρία Φαραντούρη τραβά την κουρτίνα του χρόνου και μας βάζει στα άδυτα της γέννησης του «Κάντο Χενεράλ», του έργου του Μίκη που βασίστηκε στο μεγαλόπνοο ποίημα του χιλιανού ποιητή Πάμπλο Νερούδα.
«Βρισκόμαστε στο 1972, ο Μίκης έχει ήδη απελευθερωθεί από τη χούντα και με βάση το Παρίσι οργώνει τον κόσμο για τον αντιδικτατορικό του αγώνα» θυμάται. «Ο πρώτος μαρξιστής πρόεδρος της Χιλής, Σαλβαδόρ Αλιέντε, τον προσκάλεσε. Εκεί του δώρισε τους ποιητικούς τόμους του Νερούδα. «Να γράψεις ένα έργο βασισμένο στο Κάντο Χενεράλ και να το κάνεις δώρο στους έλληνες δημοκράτες που παλεύουν εναντίον της χούντας» του είπε. Ο Μίκης ενθουσιάστηκε. Γύρισε, θυμάμαι, πίσω στη Γαλλία και ξεκίνησε να γράφει».
Ετσι άρχισαν τις πρόβες τους. «Στο Παρίσι εκείνο το διάστημα βρισκόταν ο ίδιος ο Νερούδα ως πρεσβευτής της Χιλής στη Γαλλία. Ερχόταν να ακούσει τον Πέτρο Πανδή και εμένα στο μικρό στούντιο της οδού Πολιβό. Ηταν πολύ ευγενικός. Μας διόρθωνε μόνο σε κάποια σημεία στην προφορά. Βέβαια, πιο στενά συνεργαζόταν στο σπίτι του με τον Μίκη για το ποια ποιήματα αυτού του τεράστιου έργου του θα έπρεπε να μελοποιηθούν» αναφέρει.
Τα γεγονότα όμως έτρεχαν. Ετσι ο Σαλβαδόρ Αλιέντε κάλεσε τον Νερούδα δίπλα του στη Χιλή, καθώς οι ταραχές είχαν αρχίσει και το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοσέτ ήταν προ των πυλών. Ο Μίκης Θεοδωράκης, παράλληλα, ξεκινούσε μία μεγάλη περιοδεία με το «Κάντο Χενεράλ»: Βενεζουέλα, Περού, Μεξικό, Αργεντινή και φυσικά Χιλή.
Βρίσκονταν στο Καράκας όταν έμαθαν για το πραξικόπημα Πινοσέτ και την αυτοκτονία του Αλιέντε. «Στην Πόλη του Μεξικού μας κεραυνοβόλησε και το αναπάντεχο τέλος του Νερούδα» θυμάται η Μαρία Φαραντούρη. «Ηταν συγκλονιστικές αυτές οι στιγμές. Παίξαμε στο μεγάλο θέατρο του Μεξικού και το έργο που μελοποίησε ο Μίκης για να αφιερώσει στους έλληνες αγωνιστές, τώρα το αφιερώναμε εμείς στα θύματα του Πινοσέτ».
Αργότερα ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε μια ιστορική συναυλία στην Κούβα. «Υπάρχει μια βιντεοταινία που τραγουδάμε το «Κάντο Χενεράλ» στην πλατεία της Αβάνας, παρόντος του Φιντέλ Κάστρο. Την τράβηξε η γυναίκα του Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, που ήταν κινηματογραφίστρια» θυμάται η Μαρία Φαραντούρη. «Μετά το τέλος της συναυλίας πήγαμε σε ένα σπίτι με ένα μεγάλο κήπο μαζί με τον Κάστρο. Υπήρχαν παντού φρουροί και συνομιλούσαμε μαζί του μέχρι το πρωί».
Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι πάντα παρών στη ζωή της ομολογεί. «Αλήθεια, πέρασε ποτέ διακυμάνσεις αυτή η σχέση;» τη ρωτώ. «Εντάξει, υπήρχαν και κάποιες συγκρούσεις» απαντά γελώντας.
«Μπορεί, για παράδειγμα, να διαφωνούσαμε γιατί δεν είχα καταλάβει σωστά ένα ραντεβού και άργησα να πάω. Τέτοιου είδους μπερδέματα, ανθρώπινα, που συμβαίνουν στις οικογένειες. Μετά, ένα σημείο μιας κάποιας τριβής ήταν και η δική μου σχέση με τον Ανδρέα Παπανδρέου με την είσοδό μου στην πολιτική. Την ίδια εποχή εκείνος ήταν υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Με συναντούσε στους διαδρόμους της Βουλής και μου έλεγε «πότε θα συναντηθούμε να κάνουμε μουσική;»‘. Ετσι μου έγραψε το καταπληκτικό έργο για πιάνο και φωνή «Βεατρίκη στην Οδό Μηδέν» και με κάλεσε στο σπίτι της πιανίστριας Ντόρας Μπακοπούλου, η οποία και έπαιξε στον δίσκο».
Η κενή εποχή μας
Καθώς μου μιλάει για τη σχέση της με τον Μίκη κάνει μία μικρή παύση και επανέρχεται σε μία προηγούμενη ερώτησή μου. «Με ρωτήσατε εάν μου λείπει ο Μίκης. Μου λείπει, και αυτό που θα ήθελα πιο πολύ είναι να γινόταν να γυρίσει πίσω ο χρόνος και να παλεύαμε ξανά νέοι για ένα καινούργιο αύριο. Ναι, τότε ήμασταν υποχρεωμένοι να αγωνιζόμαστε για τις ουτοπίες μας. Διεκδικούσαμε. Τώρα πληκτρολογούμε στο Facebook».
Τελικά σε ποιον βαθμό η εποχή μας πρόδωσε όλα εκείνα για τα οποία τραγούδησε; Και άραγε μπορούμε να μιλάμε σήμερα για Αριστερά στην Ελλάδα;
«Δεν ανήκω σε κάποιο κόμμα, ασφαλώς όμως ανήκω στον χώρο της Αριστεράς. Θα σας απαντήσω ότι σήμερα οι αξίες της είναι υπαρκτές. Είναι αναγκαιότητα λοιπόν να γεννηθεί μία Αριστερά τού σήμερα στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως, που θα αναζητήσει νέους τρόπους διεκδίκησης. Γενικότερα στην Ελλάδα αισθάνομαι ότι τα κόμματα λίγη σχέση έχουν με την προώθηση του πολιτισμού, και αυτό με λυπεί βαθιά. Ομως μου αρέσει η πολιτική του ΚΚΕ που ξεπερνά παλιά στεγανά και προσφέρει το έντεχνο, ποιοτικό τραγούδι στους νέους διοργανώνοντας συναυλίες όλων των μεγάλων συνθετών, όπως του Χατζιδάκι, του Ξαρχάκου, του Θεοδωράκη και άλλων».
Ο κόσμος γεωπολιτικά αλλάζει, όπως υπογραμμίζει. «Η Αμερική αλλάζει. Η Ευρώπη αλλάζει. Δείτε την άνοδο της Ακροδεξιάς. Είμαστε σε μία εποχή με σημάδια παρακμής, δηλαδή ανεβαίνουν οι ακραίοι, οι νοσταλγοί του παρελθόντος. Και ανατρέχω σε αυτό που γράφει ο Μπρεχτ: «να προσέξουμε το παλιό που έρχεται ντυμένο τη φορεσιά του καινούργιου»».
Είναι ρεαλίστρια, αναγνωρίζοντας τα σημάδια των καιρών. «Ο ίδιος ο πολιτισμός πήρε μία άλλη έκφραση» υπογραμμίζει.
«Η πληροφορία είναι έντονη, γρήγορη, όλα περιστρέφονται γύρω από την εικόνα και η βία καραδοκεί. Τρομάζεις. Βλέπεις τα νέα παιδιά να χτυπιούνται, να είναι τόσο βίαια, αυτό το αδιανόητο μπούλινγκ στα σχολεία. Εγώ, ξέρετε, είχα το πρόβλημα της πολιομυελίτιδας. Δεν θυμάμαι να είπαν μία άσχημη λέξη οι συμμαθητές μου για το βάδισμά μου. Υπήρξα μάλλον συνολικότερα τυχερή. Λένε για τη φωνή μου. Σίγουρα έπαιξε τον ρόλο της. Αλλά πολλές φορές σκέφτομαι ότι, αν ξεκινούσα τώρα, μπορεί να μην είχα την ίδια πορεία. Επεσα σε μία χρονική συγκυρία που συνέβαινε αυτό το θαύμα στο ελληνικό τραγούδι. Αν μη τι άλλο, σήμερα, εάν άρχιζα, ίσως θα αναγκαζόμουν να πω ένα τραγούδι που δεν θα πίστευα».
Η «προφητεία» του Ελύτη
Για εκείνη λοιπόν η μουσική είναι καθρέφτης της κάθε εποχής. «Εγώ διψώ να γεννηθεί ο νέος Μίκης, ο σύγχρονος Μάνος, ο νέος Διονύσης Σαββόπουλος. Και υπάρχουν τόσα ταλέντα. Αλλά τον σπόρο σήμερα θέλουν να τον ξεριζώσουν πριν καν πέσει στο χώμα» αναφέρει.
«Βλέπεις, για παράδειγμα, να κυριαρχεί η χυδαιότητα της τραπ. Γιατί η βιομηχανία του θεάματος θέλει να πλουτίζει με το εύκολο, χωρίς να πληρώνει τίποτα, χωρίς να κοπιάζει. Το γράφει ο Ελύτης στο «Προφητικόν» του «Αξιον Εστί»: «Εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις; Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των δικών τους πτωμάτων»».
Λίγο πριν με αποχαιρετίσει, θα μου επιτρέψει μια ματιά στην πιο προσωπική της ζωή. Στο σαλόνι υπάρχει μια φωτογραφία της με τον σύζυγό της Τηλέμαχο Χυτήρη. Οι δυο τους στη θάλασσα αγκαλιασμένοι, νέοι και τόσο όμορφοι. Γνωρίστηκαν στη Φλωρεντία. Μέσα στη δικτατορία εκείνη επισκέφθηκε την πόλη για να τραγουδήσει και ζήτησε έναν έλληνα φοιτητή ώστε να μεταφράσει στα ιταλικά τους στίχους των τραγουδιών που θα έπαιζαν.
«Ζούσα στο Παρίσι και εκείνος στη Φλωρεντία» λέει κρατώντας τη φωτογραφία. «Με θυμάμαι να παίρνω το τρένο και να ταξιδεύω όλη τη νύχτα για να τον συναντήσω. Μετά έπεσε η χούντα. Εκείνος φαντάρος. Εγώ να πηγαίνω να τον δω στην Κόρινθο. Πλανιόταν ακόμη τότε το φάντασμα των συνταγματαρχών. «Η Φαραντούρη η κομουνίστρια» έλεγαν… Η σχέση μας με τον Τηλέμαχο υπήρξε πάντα ουσιαστική. Τον γνώρισα ποιητή. Ασχολήθηκε ύστερα με την πολιτική. Αντέξαμε μαζί τόσα χρόνια ίσως γιατί ο γάμος μας δεν έγινε ποτέ φυλακή. Ποτέ δεν πίεσε ο ένας τον άλλον. Και φυσικά υπάρχει ο γιος μας, ο Στέφανος, που τόσο αγαπώ. Οταν έγινα μητέρα σαν να ολοκληρώθηκε τελικά ο κόσμος μου».
Αυτός ο κόσμος της Μαρίας Φαραντούρη λοιπόν, ο μέγας…
INFO: «Κάντο Χενεράλ», στις 16 και 17 Φεβρουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών