Το 2019 είναι μια χρονιά-ορόσημο για την ελληνική οικονομία και τη χώρα αν συνειδητοποιήσει κανείς ότι συμπληρώνονται 20 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, 20 χρόνια από το μεγάλο κραχ του χρηματιστηρίου και 10 ολόκληρα χρόνια από το «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου.
Την κληρονομιά αυτή και τις πληγές που αφήνουν πίσω τους τα πέτρινα χρόνια των μνημονίων και η δεκαετής ύφεση, που μπορούν να συγκριθούν μόνο με τις απώλειες στον πλούτο, στα εισοδήματα και στις περιουσίες στον Μεγάλο Πόλεμο, καλούνται να διαχειριστούν δύο άνθρωποι:
– Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος θα πρέπει να υπερασπιστεί στις κάλπες του 2019 την εξουσία που του έδωσαν οι ψηφοφόροι του στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, δικαιολογώντας τη μνημονιακή kolotoumba, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο δέκατος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από την εποχή του ιδρυτή της Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος θα διεκδικήσει με όλες του τις δυνάμεις την πρωθυπουργία της χώρας.
Το βάρος ευθύνης μεγαλύτερο για τον κ. Μητσοτάκη, αφού η παράταξη της Κεντροδεξιάς στην Ελλάδα περιμένει να πάρει τη ρεβάνς από τις τρεις διαδοχικές ήττες που υπέστη από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και οι δύο γνωρίζουν πολύ καλά ότι το 2019 είναι «ναρκοθετημένο» για την ελληνική οικονομία καθώς, παρά την έξοδο από τα μνημόνια, η Ελλάδα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές, η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται στο 18%, οι τράπεζες αποτελούν – παρά τον πακτωλό κεφαλαίων που απορρόφησαν – τον αδύναμο κρίκο της αναπτυξιακής προσπάθειας και οι προβληματικές επιχειρήσεις παρέμειναν προβληματικές (πρώτες η ΔΕΗ, η ΛΑΡΚΟ, η ΕΒΖ, η Χαλυβουργία και πολλές ακόμη).
Αρα εκ των πραγμάτων ο λόγος και η ευθύνη για την οικονομία ανήκουν στους πρωταγωνιστές της κάλπης, τη νέα γενιά της πολιτικής, η οποία (δυστυχώς) προς το παρόν εξαντλεί την προσπάθεια επικοινωνίας της στους παράλληλους μονολόγους, με τελευταίες εμφανίσεις το συνέδριο του «Economist» στην Αθήνα και τη σφοδρή αντιπαράθεση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό, αποφεύγοντας με κάθε τρόπο τον αναγκαίο μεταξύ τους διάλογο για τα κρίσιμα ζητήματα του μέλλοντός μας.
Τι υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας για την οικονομία;
1. Οτι η Ελλάδα δεν είναι πια το πρόβλημα της Ευρώπης
Επικαλείται μάλιστα το γεγονός ότι στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, που κράτησε σχεδόν 20 ώρες, το θέμα ήταν αποκλειστικά η Ιταλία. Η συζήτηση για τον ελληνικό προϋπολογισμό τελείωσε στα πρώτα 20 λεπτά.
2. Οτι προχωρεί στην αναδιανομή εισοδήματος
Το 2019 δεν εμπεριέχει περικοπές στις συντάξεις. Η κυβέρνηση προχώρησε στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους νέους εργαζομένους, τους αγρότες και τους ερευνητές και στη διανομή κοινωνικού μερίσματος σε 3,5 δικαιούχους. Επίσης προχώρησε στη μείωση του ΕΝΦΙΑ για τα μικρά και μεσαία εισοδήματα, 30% μεσοσταθμιστικά, 10% εφέτος και άλλο 20% του χρόνου, στη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 25% μέχρι το 2022, στην προοπτική αύξησης του κατώτατου μισθού.
3. Οτι έχει σχέδιο για την ανάπτυξη
Η χώρα μεταβαίνει σε αυτό το νέο παραγωγικό μοντέλο που βασίζεται στις εξαγωγές, στους σύγχρονους τρόπους παραγωγής και στην καινοτομία.
Καταλύτης για την επίτευξή του είναι το Εθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο στο οποίο ευθυγραμμίζονται οι στόχοι και οι κλαδικές προτεραιότητες με τους διαθέσιμους πόρους, τα κίνητρα και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία (ευρωπαϊκούς πόρους, ευρωπαϊκά κονδύλια, συνεργασίες με τις ευρωπαϊκές αλλά και τις διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες) για να γίνουν την επόμενη τριετία επενδύσεις άνω των 20 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία.
Ταυτόχρονα, το υπουργείο Οικονομίας προχωρά η επιτάχυνση της αδειοδότησης των επιχειρήσεων, στη διευκόλυνση των στρατηγικών επενδύσεων, στην οριοθέτηση των χρήσεων γης με την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, κάτι που θα έπρεπε να είχε γίνει 50 χρόνια πριν σε αυτόν τον τόπο.
Προωθούνται επενδύσεις στα ακίνητα, στις μεταφορές, στην ενέργεια, στον τουρισμό και στις υποδομές με εγχώριους και ξένους επενδυτές όπως το μεγάλο project του Ελληνικού, το τουριστικό θέρετρο «Atalanti Hills», την επέκταση παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος», την ανακατασκευή των αεροδρομίων από τη Fraport, τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη μελλοντική αξιοποίηση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, τους αγωγούς διασύνδεσης φυσικού αερίου σε Μακεδονία – Θράκη, τον TIP που έχει προχωρήσει στο 80%, τον IGB, τον κάθετο προς τη Βουλγαρία, τον σταθμό LNG στη Ρεβυθούσα και νέα σημαντικά έργα, όπως η ενεργειακή διασύνδεση Αττικής – Κρήτης, η διασύνδεση της Αττικής με τα νησιά των Κυκλάδων, η ολοκλήρωση του Ε65.
4. Οτι ανησυχεί για τους κινδύνους
Ολα αυτά συντελούνται σε ένα πλαίσιο, σε έναν χώρο που δεν είναι απομονωμένος από το διεθνές γίγνεσθαι ή το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Η ανορθωτική προσπάθεια στο εσωτερικό είναι εντατική και εργώδης, αλλά εξελίσσεται σε ένα διεθνές πλαίσιο εντεινόμενης αστάθειας και ενδεχομένως και αστάθμητων κινδύνων. Παραδοσιακές συμμαχίες διέρχονται κρίση και αμφισβητούνται. Οι εμπορικοί ανταγωνισμοί αλλά και οι ανταγωνισμοί ισχύος οξύνονται. Εθνικιστικές φωνές ενισχύονται και πολλές φορές, σε κρίσιμες ευρωπαϊκές χώρες, ανέρχονται σε θέση εξουσίας.
Στις επερχόμενες ευρωεκλογές η Ευρώπη βρίσκεται πραγματικά μπροστά σε έναν μεγάλο κίνδυνο. Σε έναν κίνδυνο να γυρίσει, με το αποτέλεσμα των εκλογών, το ρολόι της Ιστορίας δεκαετίες πίσω.
Τι απαντά και τι υπόσχεται ο κ. Μητσοτάκης:
1. Οτι δεν ανακαλύπτουμε την πυρίτιδα όταν λέμε η ανάπτυξη της χώρας να στηριχθεί στις ιδιωτικές επενδύσεις
Για να γίνει αυτό, δεν αρκεί η δημοσιονομική ισορροπία. Χρειάζεται ένα φορολογικό σύστημα το οποίο θα είναι φιλικό προς τις επενδύσεις. Χρειάζεται ένα ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο θα κάνει τη ζωή των επενδύσεων και των επενδυτών πιο εύκολη. Χρειάζεται, επίσης, ένα πλαίσιο χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας το οποίο θα παρέχει ρευστότητα και ευκαιρίες για επενδύσεις με ικανοποιητικό κέρδος. Δυστυχώς, αυτές οι προϋποθέσεις σήμερα στην Ελλάδα δεν πληρούνται. Αυτή είναι η νούμερο ένα προτεραιότητα για την επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ γιατί μόνο έτσι δημιουργούνται θέσεις απασχόλησης. Θέσεις απασχόλησης καλοπληρωμένες. Οχι των 300-400 ευρώ. Καλά πληρωμένες θέσεις απασχόλησης μπορούν να έρθουν μόνο μέσα από πολλές ιδιωτικές επενδύσεις που θα γίνουν σε κλάδους όπου η Ελλάδα διαθέτει πραγματικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Η ΝΔ θα εξετάσει πλαίσιο των αναπτυξιακών δημόσιων επενδύσεων μέσα από μια διαφορετική λογική. Τις συμπράξεις μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και συγκεκριμένα παραδείγματα όπως στον τομέα της υγείας (πχ. στο κομμάτι των διαγνωστικών μηχανημάτων.
2. Οτι ο μας έχει «δέσει» ο ΣΥΡΙΖΑ
Η κυβέρνηση υπέγραψε άτυπο τέταρτο μνημόνιο για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η χώρα βρίσκεται σε ένα πολύ πιο αυστηρό πλαίσιο δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής επιτήρησης σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες οι οποίες βγήκαν από προγράμματα. Ο δεύτερος και πιο σημαντικός είναι ότι η χώρα έχει δεσμευτεί σε υπερβολικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2022, 3,5%, και 2% μέχρι το 2060, έχοντας ταυτόχρονα υποθηκεύσει και τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια. Βρίσκεται, δηλαδή, κάτω από ένα πολύ αυστηρό πλαίσιο μεταμνημονιακών – μνημονιακών, όπως θέλετε πείτε τες – δεσμεύσεων, χωρίς ταυτόχρονα να έχει πρόσβαση στο φθηνό χρήμα που τα μνημόνια εξασφάλισαν.
3. Οτι θα μειώσει φόρους και κράτος
Αυτό που χρειάζεται είναι ένα διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Η φορολογία των επιχειρήσεων πρέπει σε δύο χρόνια να πάει στο 20% από το 29% που είναι σήμερα. Ο κ. Τσίπρας τη βρήκε στο 26%. Την πήγε στο 29%, να έρθει τώρα να την πάει στο 28%.
Η ΝΔ θα μειώσει τη φορολογία στις επιχειρήσεις στο 20% εντός μιας διετίας και στα μερίσματα από το 15% στο 5% εντός μιας διετίας. Θα δώσει περισσότερα κίνητρα για επενδύσεις κεφαλαίου με ένα πλαίσιο πιο γενναιόδωρων υπεραποσβέσεων και μια διαφορετική φορολόγηση για τις επιχειρήσεις στην έρευνα και στην καινοτομία. Θα υπάρξει διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση των ακινήτων, όχι απλά με μείωση του ΕΝΦΙΑ, και κίνητρα στον ΦΠΑ για να αποκτήσει δυναμισμό η αγορά των ακινήτων.
4. Οτι βλέπει τον κίνδυνο να μείνουμε εκτός αγορών
Η ΝΔ δεν θα διακινδυνεύσει την αξιοπιστία της χώρας την επόμενη μέρα. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για μια χώρα η οποία ακόμα βρίσκεται εκτός αγορών. Ο κίνδυνος για την Ελλάδα δεν έχει περάσει. Αυτή τη στιγμή οι τάσεις στις διεθνείς αγορές δεν είναι ευνοϊκές. Η χώρα βρίσκεται αποκλεισμένη από τις αγορές, κάθεται πάνω σε ένα μεγάλο cash buffer, αλλά αν εξαντληθεί, η αντίδραση των αγορών δεν θα είναι θετική. Αρα η αποκατάσταση συνολικά της εμπιστοσύνης της χώρας μέσα από ένα πειστικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία σε πρώτη φάση θα σέβεται τους στόχους που έχει τηρήσει η χώρα, είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση.
Οι φορολογικές μειώσεις που θα γίνουν θα ισοσκελιστούν, κάποιες από αυτές, με παρεμβάσεις και στο σκέλος των δαπανών. Για παράδειγμα η μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων έχει αθροιστικά αυξηθεί κατά σχεδόν δύο δισ. ευρώ σε τριάμισι χρόνια.
Γιατί γίνεται αυτό; Διότι η κυβέρνηση σήμερα απομυζά την παραγωγική οικονομία για να μεγαλώσει το κράτος. Και μεγαλώνει δε το κράτος με τρόπο αναξιοκρατικό.
5. Οτι χρειάζεται νέο Ασφαλιστικό
Η χώρα χρειάζεται μια ακόμα μεγάλη ασφαλιστική μεταρρύθμιση η οποία θα μπορέσει σταδιακά να μειώσει τις εισφορές στον πρώτο πυλώνα από το 20% στο 15%, δίνοντας στον δεύτερο πυλώνα περισσότερα στοιχεία κεφαλαιοποιητικού συστήματος. Σήμερα το γεγονός ότι ένας νέος εργαζόμενος επιλέγει να εργάζεται ανασφάλιστος, να παίρνει μαύρα χρήματα και να δέχεται ο ίδιος να μην ασφαλίζεται, είναι η πλήρης αντιστροφή από αυτό το ζητούμενο. Εργασία με ασφάλιση. Γιατί γίνεται αυτό; Διότι σήμερα ο νέος δεν πιστεύει ότι θα πάρει ποτέ σύνταξη.
Δεν γίνεται σήμερα η ανταποδοτικότητα του νόμου Κατρούγκαλου να τιμωρεί τόσο πολύ την εργασία. Δουλεύεις πολύ, τιμωρείσαι περισσότερο.