Ο Μαδούρο, μια καρτουνίστικη χουντάρα της Λατινικής Αμερικής και της κακιάς συμφοράς, πήρε ανάποδες που η αρμόδια νορβηγική επιτροπή απένειμε το Νομπέλ Ειρήνης σε μια αντίπαλό του. Και έκλεισε την πρεσβεία της Βενεζουέλας στο Οσλο.

Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω πόσο σημαντική ήταν η πρεσβεία της Βενεζουέλας στη Νορβηγία. Ούτε αν θα τους λείψει. Δεν είμαι καν βέβαιος ότι στο Καράκας ξέρουν πού πέφτει το Οσλο.

Αλλά αυτά παθαίνει όποιος δεν λαμβάνει υπόψη του τις ευρύτερες γεωπολιτικές ισορροπίες.

Το βραβείο βεβαίως δεν το πήρε ούτε ο «ειρηνοποιός» Τραμπ. Θα μπορούσε ενδεχομένως να στείλει τον στόλο να καταλάβει το Μπέργκεν αλλά έδωσε τόπο στην οργή.

Αλλωστε έχει κι άλλες δουλειές διότι τελειώνει πολέμους. Στη ΓΣ του ΟΗΕ δήλωσε ότι «σε μόλις επτά μήνες έβαλα τέλος σε επτά πολέμους που έλεγαν ότι δεν τελειώνουν ποτέ» (23/9).

Μεταξύ των οποίων και μερικοί πόλεμοι που μάλλον δεν είχαν γίνει ή που δεν ξέραμε ότι έγιναν, όπως Ρουάντα – Κονγκό, Αίγυπτος – Αιθιοπία – Σουδάν και Καμπότζη – Ταϊλάνδη.

Την επομένη σε δηλώσεις του εκπροσώπου του Λευκού Οίκοι οι πόλεμοι που τελείωσε ο πρόεδρος είχαν περιοριστεί σε έξι – αν και δεν ξέρουμε ποιος πόλεμος ακριβώς βγήκε από τον λογαριασμό (24/9).

Τώρα θα μπορέσει να προσθέσει επαξίως στα ειρηνευτικά ανδραγαθήματά του τον πόλεμο στη Γάζα. Αυτό φυσικά δεν μπορείς εύκολα να του το αμφισβητήσεις. Ο άνθρωπος το επιδίωξε και το πέτυχε.

Πώς; Δικό του θέμα. Αλλά το πέτυχε.

Κι αυτό είναι το παράξενο με τον Τραμπ. Η φιγούρα του δεν αποπνέει κύρος ή σοβαρότητα. Κινείται κάπου μεταξύ καρικατούρας και γραφικότητας. Αλλά έχει μια ιδιότυπη αποτελεσματικότητα.

Ποιος περίμενε πως μετά το 2020 που τον έβγαλαν σηκωτό από τον Λευκό Οίκο θα επέστρεφε θριαμβευτής τέσσερα χρόνια αργότερα; Υποθέτω ούτε η Μελάνια.

Βεβαίως, η αμερικανική δημοκρατία έχει στηριχτεί από ιδρύσεώς της στην πεποίθηση ότι αποτελεί προτέρημα πως ο οιοσδήποτε μπορεί να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ εφόσον τον ψηφίσουν οι αμερικανοί πολίτες.

Εως ότου πολύ αργότερα ο Χένρι Κίσινγκερ προσθέσει ότι την ίδια στιγμή αποτελεί και βασικό ελάττωμα της αμερικανικής δημοκρατίας πως «ο οιοσδήποτε μπορεί να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ».

Αλλά αν ο «οιοσδήποτε» είναι προτέρημα ή ελάττωμα, θα το βρουν οι Αμερικανοί μεταξύ τους, δεν μας πέφτει λόγος. Ούτως ή άλλως, η δημοκρατία είναι το πολιτικό σύστημα που επιτρέπει τη συνύπαρξη των πιο αντίθετων απόψεων.

Πάρτε το παράδειγμα της ελληνικής Αριστεράς. Δεν θέλει τίποτα και μάχεται εναντίον όλων.

Κρατήστε λογαριασμό. Δεν θέλει τον Μητσοτάκη και τη Δεξιά που είναι Ακροδεξιά, όπως δεν θέλει την Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, την Αμερική και την Τέιλορ Σουίφτ, τον καπιταλισμό και την αστυνομία, τον ιμπεριαλισμό, τα κέρδη (των άλλων…), τον Αδωνη και το ελαστικό ωράριο.

Σημειώστε ακόμη ότι είναι ριζικά αντίθετη με τις ανεμογεννήτριες, τους ισραηλινούς τουρίστες και το Ισραήλ γενικότερα, τα ανοιχτά μαγαζιά τις Κυριακές, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα εμβόλια, τις «γιορτές μίσους» (των άλλων…), τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και τον Αγνωστο Στρατιώτη.

Παρ’ όλα αυτά τόσα χρόνια οι αριστεροί συνυπάρχουν με ό,τι απορρίπτουν. Κι αυτό είναι το μεγάλο προσόν της δημοκρατίας.

«Αυξήθηκαν» οι «σίγουροι ψηφοφόροι» του Τσίπρα πανηγύριζαν άλλωστε έπειτα από μια δημοσκόπηση της Opinion Poll που τους ανέβαζε στο ιλιγγιώδες… 8,6% («Η Εφημερίδα των Συντακτών», 13/10). Πάμε δυνατά!

Γι’ αυτό λοιπόν αναρωτιέμαι μήπως η παράξενη αποτελεσματικότητα του Τραμπ φέρει κάτι και από αριστερή νοοτροπία.

Είναι εναντίον των πάντων, διακηρύσσει μεγαλοστομίες και υπερβολές, σπανίως ξέρει τα θέματα για τα οποία μιλάει αλλά διαθέτει ένα ένστικτο επιβολής διά της ισχύος. Μια ισχύ την οποία ο Τραμπ διαθέτει αλλά (ευτυχώς) στερείται η ελληνική Αριστερά.

Τι τους ενώνει, όμως; Ή έστω τι τους φέρνει κοντά;

Υποθέτω μια νοοτροπία απόκληρων, παρεξηγημένων και περιφρονημένων. Μια ψυχολογία underdogs, θα έλεγαν οι Αμερικανοί. Η αίσθηση ότι βρίσκονται στην «απέξω» και για κάποιο λόγο δεν έχουν την αναγνώριση που δικαιούνται.

Παράξενο πεδίο συνάντησης ενός αμερικανού δισεκατομμυριούχου με μια όχι ιδιαίτερα επιτυχημένη πολιτική κομπανία που κινείται στον αντίποδα της ιδεολογίας και των αξιών του.

Και το οποίο εξηγεί ίσως την πολιτική επιτυχία του Τραμπ.

Διότι είναι μεγάλη υπόθεση να πείθεις τον κόσμο ότι μπορεί να έχεις δισεκατομμύρια, να ζεις και να συμπεριφέρεσαι σαν πάμπλουτος, αλλά ότι μέσα σου είσαι και σκέφτεσαι «σαν ένας από τους άλλους».

Αναρωτιέμαι όμως αν πρέπει να μας εκπλήσσει. Αυτό άραγε δεν αποτελεί παραδοσιακά την κοινή βάση των λαϊκισμών, δεξιών και αριστερών; Πάνω σε αυτό δεν χτίζεται όλη τους η αντίθεση με τις ελίτ και το κατεστημένο;

Εναντίον των οποίων δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι ο Τσίπρας, η Κωνσταντοπούλου και η Αριστερά στο σύνολό της έχουν σύρει περισσότερα από τον Τραμπ και τους οπαδούς του.

Να θυμίσω ότι «ο λαϊκισμός των πλούσιων και των ισχυρών» είναι μια παλαιά αμερικανική πολιτική ιδιαιτερότητα που ξεφύτρωσε στις αρχές του 20ού αιώνα και άνθησε ξανά στη δεκαετία του ’30.

Στην εποχή της μάλιστα και σε μια σχετική αριστερή αρλουμπολογία είχε θεωρηθεί σχεδόν «προοδευτικό φαινόμενο».

Ο Τραμπ είναι κατά τα φαινόμενα μια σύγχρονη εκδοχή του.

Το βέβαιο είναι ότι δεν τελειώσαμε να τον αναλύουμε αλλά κι ότι θα πρέπει να ζήσουμε μαζί του για άλλα τρία χρόνια.

Κι αυτό είναι το καλό με τη δημοκρατία. Πως όλα τα πολιτικά φαινόμενα όπως και καταστάσεις έχουν ημερομηνία λήξεως.

Αρκεί να την προφτάσουμε ζωντανοί και υγιείς.