Ο Δημήτρης Κουτσούμπας και το ΚΚΕ είναι μια σταθερά ευθείας γραμμής στη ζώνη του 8%. Από την άλλη η Ζωή Κωνσταντοπούλου με την Πλεύση Ελευθερίας στ’ ανοικτά απολαμβάνει όσο μπορεί την απότομη εκτίναξή της μέσα στο 2025. Την ίδια ώρα ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Σωκράτης Φάμελλος δεν έχουν κερδίσει το έδαφος που επιδίωκαν για το ΠαΣοΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εσωκομματικές νίκες τους το περασμένο φθινόπωρο.
Πιο κάτω, ο Αλέξης Χαρίτσης πασχίζει ακόμη να πείσει το κόμμα που ηγείται έτσι ώστε να υιοθετήσει τις προτάσεις του. Ο Στέφανος Κασσελάκης και το Κίνημα Δημοκρατίας δεν διατήρησαν το μομέντουμ του πρώτου καιρού. Το ΜέΡα25 του Γιάνη Βαρουφάκη μοιάζει περισσότερο σε κόμμα-ασανσέρ.
Και πάνω απ’ όλους αυτούς πλανάται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο – λυτρωτικά για κάποιους ως και απειλητικά για άλλους, η σκιά του Αλέξη Τσίπρα. Που τη μία εμφανίζεται να επιστρέφει για να ενώσει τα διασκορπισμένα κομμάτια του παζλ και την άλλη να κρατά αποστάσεις από τις παράλληλες εξελίξεις.
Σε μια χρονική περίοδο που η κυβέρνηση της ΝΔ δείχνει ν’ απορροφά τους κραδασμούς των προηγούμενων μηνών ανακτώντας μέρος των δημοσκοπικών δυνάμεών της, στα αριστερά της κυριαρχεί μια βαθύτατη ρευστότητα και μια ακατάσχετη αστάθεια. Ο πολυκερματισμός, ως αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων διασπάσεων στον κυβερνώντα ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει εξυπηρετήσει κανέναν μέχρι τώρα και ο μέσος ψηφοφόρος του προοδευτικού χώρου αμφισβητεί. Αμφισβητεί όχι μόνο τα πρόσωπα που τον εκπροσωπούν αλλά και τα ίδια τα κόμματα, ενόσω μάλιστα οι διεργασίες (σε μυστικά δείπνα ή δημόσιες εκδηλώσεις) για συνεννοήσεις που φτάνουν ως ενιαία ψηφοδέλτια έχουν, για την ώρα, αποδειχθεί ανεδαφικές.
Η Κεντροαριστερά ασφυκτιά
Τα ποιοτικά στοιχεία από τη μεγάλη δημοσκόπηση της Metron Analysis για το MEGA αποτυπώνουν μια έντονη αβεβαιότητα για το μέλλον και τον τρόπο που θα εκφράζονταν όλοι αυτοί σε περίπτωση που σήμερα στήνονταν κάλπες στη χώρα για εθνικές εκλογές.
Ενδεικτικό είναι πως το συνολικό 58% των ερωτηθέντων που αποκρίθηκαν πως νιώθουν «σε απόσταση από όλα τα κόμματα» είναι χαμηλότερο των αντίστοιχων ποσοστών που εντόπισε η έρευνα αποκλειστικά και μόνο για εκείνους που αυτοτοποθετούνται από το κέντρο (παραδοσιακό ή προοδευτικό) και αριστερότερα. Ιδίως οι 2/3 κεντρώους (66%) απάντησαν πως δεν εκφράζονται σήμερα από κάποιο υφιστάμενο σχήμα. Αντίστοιχα υψηλό, στο 61%, είναι και το ποσοστό των κεντροαριστερών που πιστεύουν το ίδιο ακριβώς.
Πρόκειται για δύο κατηγορίες ψηφοφόρων μιας ευρείας εκλογικής βάσης, οι οποίες ανέκαθεν διαμόρφωναν και συνεχίζουν να διαμορφώνουν εκλογικές δυναμικές, αλλά και αποδεδειγμένα πλέον ψάχνουν από κάπου να πιαστούν. Να βρουν μια πολιτική διέξοδο και να την ακολουθήσουν.
Οι αριστεροί ψηφοφόροι της δημοσκόπησης εμφανίζονται ελαφρώς πιο συσπειρωμένοι από τους άλλους. Χωρίς πάντως το 46% όσων αισθάνονται απόσταση από τα κόμματα να είναι ένα αμελητέο μέγεθος και χωρίς υπόσταση. Διότι και σ’ αυτήν την περίπτωση περίπου οι μισοί δεν ταυτίζονται με ένα κόμμα που υπάρχει ήδη στην πολιτική σκηνή.
Οι αρχηγοί δεν πείθουν τη βάση
Θα προτιμούσαν όλοι οι παραπάνω (κεντρώοι, κεντροαριστεροί, αριστεροί) κάτι άλλο, νέο, διαφορετικό; Κάτι, ενδεχομένως, πιο σύγχρονο που θα διεισδύσει σε πολιτικά στρώματα και συνειδήσεις προκειμένου να κερδίσει όσους ανήκουν εκεί; Πιθανόν.
Αδιαμφισβήτητα πάντως δεν θα απέρριπταν την προοπτική άλλων αρχηγών. Θα ήθελαν να δουν πολιτικούς ηγέτες που δεν έχουν φθαρεί και δεν αντιμετωπίζουν τον μεγάλο κίνδυνο της ανυποληψίας.
Τα ενδιαφέροντα ευρήματα της δημοσκόπησης αποτελούν αντικείμενο προβληματισμού και ενδοσκόπησης για πολλούς από τους ποδηγέτες της εποχής. Ιδιαίτερα στις υπό εξέταση κατηγορίες των ψηφοφόρων που κινούνται από το κέντρο και αριστερά, η δυσπιστία για τα σημερινά πρόσωπα εκτινάσσεται σε ποσοστά που κυμαίνονται από το 64% ως το 67%. Είναι πολύ μικρό δηλαδή το μερίδιο όσων εξακολουθούν να δείχνουν εμπιστοσύνη και κυρίως να εμπνέονται από τους παρόντες επικεφαλής.
Πιο συγκεκριμένα, οι 2 στους 3 κεντρώους θα αντιμετώπιζαν πιο δεκτικά νέες φιγούρες στις προεδρίες των κομμάτων. Μια κατεύθυνση που ασπάζεται επίσης το άκρως εντυπωσιακό 69% των κεντροαριστερών ψηφοφόρων της έρευνας. Δηλαδή οι 7/10. Εδώ ακόμη και οι ακραιφνώς αριστεροί θεωρούν, σε ποσοστό 64%, ότι θα ήταν ευνοϊκότερο για τις παρατάξεις να βγουν στον αφρό καινούργιοι ηγέτες. Το αν στους «καινούργιους» συμπεριλαμβάνονται κι επανακάμψαντες δεν διευκρινίστηκε ως στοιχείο.
Το μεγάλο στοίχημα
Σε κάθε περίπτωση εκ των παραπάνω απαντάται σε μεγάλο ποσοστό το γιατί τα κόμματα του προοδευτικού τόξου από τη μία συγκεντρώνουν χαμηλές συσπειρώσεις κι από την άλλη εμφανίζουν συγκεκριμένο πήχη απήχησης. Άρα αδυνατούν να μετεξελιχθούν σε αυτόνομη απειλή για τη Νέα Δημοκρατία. Ούτε ένα εξ αυτών υπερέβη στη μέτρηση του Μαΐου το 14.5% (εκτίμηση ψήφου), παρά την ελαφριά άνοδο του ΠαΣοΚ, απέχοντας +15 μονάδες από το κυβερνών κόμμα.
Γνωρίζοντας ως εκ τούτου πως οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι είναι αυτοί που κυρίως απέχουν την Κυριακή των εκλογών, καθίσταται σαφές πως η κάλυψη αυτής της απόστασης και η επαναπροσέγγισή τους αποτελεί το τεράστιο στοίχημα της εποχής. Για όποιον ηγείται ή θα ηγηθεί στο άμεσο μέλλον. Είτε αυτός λέγεται Τσίπρας, Ανδρουλάκης, Φάμελλος, Κωνσταντοπούλου, Χαρίτσης και Κασσελάκης είτε όχι.