Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

*****

«A hero» («Ghahreman», Ιράν, 2021)

Με την τελευταία ταινία του «A hero, ο Ιρανός σκηνοθέτης Ασγκάρ Φαραντί βρίσκεται και πάλι στην γνώριμη «έδρα» του και καταγράφει καθημερινές καταστάσεις με απρόβλεπτη εξέλιξη – σήμα κατατεθέν όλων των ταινιών του, ανάμεσα στις οποίες και οι δύο που απέσπασαν το Οσκαρ καλύτερης διεθνούς ταινίας: «Ενας χωρισμός» και «Εμποράκος». Παρακολουθούμε ένα 48ωρο του Ραχίμ (Αμίρ Τζαντιντί), ενός καλοβαλμένου 35άρη ο οποίος διανύει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ζωής του. Φυλακισμένος για μια υπόθεση οικονομικού χρέους, ο Αμίρ έχει πάρει άδεια εξόδου και προσπαθεί να βρει λύσεις για να δώσει τέλος στο μαρτύριό του. Όπως πάντα, ο Φαραντί δεν δίνει πολλές πληροφορίες για την ίδια την υπόθεση, το ενδιαφέρον του είναι προσηλωμένο στην κάθε στιγμή του «τώρα», οπότε ο θεατής μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το τι συνέβη στο «πριν» – ποιος έχει άδικο και ποιος δίκιο. Αυτή η τεχνική που ακολουθείται σε όλες σχεδόν τις ταινίες του σημαίνει πολύ προσεκτικά δομημένο σενάριο και πράγματι, είναι το σενάριο στο οποίο κυρίως οφείλεται η επιτυχία αυτής της ταινίας γιατί δεν σε αφήνει στιγμή σε ησυχία ή εκτός σκέψης. Ο Φαραντί «ντύνει» την ιστορία με μικρές στιγμές μεγάλης έντασης που σχετίζονται με τον Αμίρ και τα πρόσωπα που τον περιστοιχίζουν, είτε από το οικογενειακό περιβάλλον του, είτε (οι καλύτερες) με τον πιστωτή του. Αυτές οι στιγμές που στα χέρια άλλων σκηνοθετών θα περνούσαν διεκπεραιωτικά, στα χέρια του Φαραντί αποκτούν μια διάσταση συναρπαστική, ανεβάζοντας πολύ ψηλά μια ταινία που  γιατί «σκάβει» βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή και φύση χωρίς ποτέ να παίρνει θέση. Στα συν της η επιλογή του συγκεκριμένου ηθοποιού για τον ρόλο του Ραχίμ, ο Τζαντιντί «βγάζει» μια ασυνήθιστη ηρεμία την ώρα που το «μέσα» του βρίσκεται διαρκώς σε τρικυμία (το «A hero»  κέρδισε το μεγάλο βραβείο της επιτροπής στο φεστιβάλ των Καννών του 2021).

Βαθμολογία: 3 ½

ΑΘΗΝΑ: ΦΙΛΟΘΕΗ – ΔΕΞΑΜΕΝΗ – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ – ΑΝΕΣΙΣ –  ΛΑΟΥΡΑ – ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ – ΨΥΧΙΚΟ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΕΛΛΗΝΙΣ

———————————

 

«Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες» («Where the Crawdads Sing», ΗΠΑ, 2022)

Βασισμένη στο μπεστ σέλερ της Ντέλια Οουενς «Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες» που έχει κάνει θραύση σε όλο τον κόσμο (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΔΩΜΑ), η ταινία της Ολίβια Νιούμαν συγχωνεύει δύο διαφορετικά μεταξύ τους είδη: την ιστορία ενηλικίωσης και το δικαστικό δράμα. Στο τώρα, τέλη δεκαετίας του 1960, η Κάια, η Πιτσιρίκα του Βάλτου (Ντέιζι Εντγκαρ Τζόουνς) κατηγορείται για τον φόνο του εραστή της με έναν ηλικιωμένο δικηγόρο (Ντέιβιντ Στράδερν) στην υπεράσπιση. Στο πριν, όμως, βρίσκεται η ψυχή της ιστορίας, στο πως δηλαδή η Κάια μεγάλωσε, μόνη και χωρίς οικογένεια αφού όλα τα μέλη της (μάνα, αδέλφια και εν τέλει ο σκληρός πατέρας της) την εγκατέλειψαν. Η ανατροφή της, οι εμπειρίες της, το γεγονός ότι σε όλα είναι αυτοδίδακτη, ο πρώτος της έρωτας (Τζον Τέιλορ Σμιθ) και εν τέλει η κατηγορία της για τον φόνο ενός πλουσιόπαιδου (Χάρις Ντίκινσον), είναι τα στοιχεία που πλάθουν έναν πολύ ενδιαφέροντα γυναικείο χαρακτήρα τον οποίο η Εντγκαρ Τζόουνς υποδύεται καταθέτοντας ,ολοφάνερα, όλη της την ψυχή. Από τα δύο σκέλη της ταινίας, το παρελθόν είναι εκείνο που σε αγγίζει περισσότερο  • ο θεατής μπορεί να ταυτιστεί με αυτό το κορίτσι, το οποίο πνίγεται από την αγωνία αλλά συγχρόνως έχει ως όπλα μια σπάνια αποφασιστικότητα και  τόλμη  που μπορούν να την βοηθήσουν να ξεπεράσει τα απανωτά εμπόδια. Σε ότι αφορά τη δίκη, η έκπληξη, όπως το περιμένεις, καραδοκεί στο τέλος αν και εκεί, τα πράγματα ακολουθούν πιο συμβατικά μονοπάτια, όπως απαιτεί η φόρμα του δικαστικού θρίλερ.

Βαθμολογία: 2 ½

(σε περισσότερες από 120 αίθουσες της χώρας)

———————————

 

«Τρεις χιλιάδες χρόνια προσμονής» («Three thousand years of longing», Αυστραλία/ ΗΠΑ, 2022)

Γνωστός κυρίως από την σειρά ταινιών «Mad Max», ο Αυστραλός (εν μέρει ελληνικής καταγωγής) Τζορτζ Μίλερ, υπογράφει την πιο παράξενη ταινία της φιλμογραφίας του, ένα πραγματικά ανορθόδοξο (και απρόβλεπτο) μείγμα ψυχολογικού δράματος – παραμυθιού φαντασίας. Στην ταινία, ένα τζίνι (Ιντρις Ελμπα) βγαίνει από το μπουκάλι και με τις αφηγήσεις του αναστατώνει την ζωή της τελευταίας «ιδιοκτήτριάς» του, μιας μοναχικής, εξαιρετικά καλλιεργημένης ακαδημαϊκού ειδικής στην αφήγηση ιστοριών, το όνομα της οποίας, συμπτωματικά  είναι Αλήθεια (Τίλντα Σουίντον). Η Αλήθεια επιφυλάσσεται στην επιμονή του τζίνι να εκφράσει τρεις επιθυμίες της, ξέρει ότι πάντα κάτι συμβαίνει και όλα παίρνουν κακό δρόμο. Συν τοις άλλοις ένας λανθάνων έρωτας φαίνεται ότι πάει να δημιουργηθεί ανάμεσά τους την ώρα που ο Μίλερ συνδυάζει την «ταινία δωματίου» (με τους δύο πρωταγωνιστές να διασκεδάζουν παίζοντας τους ρόλους τους μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου της Κωνσταντινούπολης) και το πλούσιο, φαντασμαγορικό έπος: μια περιπέτεια εποχής που μεταφέρεται σε διάφορες χρονικές περιόδους της Ιστορίας του κόσμου, ανάλογα με τις αφηγήσεις του τζίνι. Κλασική περίπτωση ταινίας που ή την δέχεσαι όπως είναι ή δεν την δέχεσαι καθόλου. Προσωπικά την ευχαριστήθηκα αρκετά αν και από κάποια στιγμή και μετά ένιωσα να παγιδεύομαι στην πλήξη.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑVILLAGE MALL – VILLAGE PΕΝΤΗ – VILLAGE ΑΓΔΗΜΗΤΡΙΟΣ – TOWN CINEMAS – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ – ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΦΟΙΒΟΣ – ΦΛΟΙΣΒΟΣ – ΗΛΕΚΤΡΑ – ΣΙΝΕ ΩΡΩΠΟΣ κ.αΘΕΣ/ΚΗ :ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – CINEMA ONE κ.α.

———————————

 

«Εκκόλαψη» («Hatching»/ «Pahanhautoja», Φινλανδία/ Σουηδία, 2021)

Κάτι παρόμοιο θα μπορούσες να πεις ότι συμβαίνει και με το σκανδιναβικό θρίλερ της Χάνα Μπέρχορμ «Εκκόλαψη» στο οποίο ένα άλλο «τζίνι», πολύ πιο τρομακτικό και άσχημο, ένα τέρας για την ακρίβεια, εισβάλλει στην ζωή της Τίνα (Σίιρι Σολαλίνα) μιας 12χρονης αθλήτριας της ενόργανης γυμναστικής, καταπιεσμένης από την μητέρα της (Σοφία Χεϊκίλα). Το τέρας βγαίνει μέσα από το αυγό ενός θηλυκού κορακιού το οποίο η μητέρα σκότωσε (και δεν ξέρει ότι η μικρή έχει το αυγό του). Σιγά – σιγά το πλάσμα εξελίσσεται σε μια εφιαλτική εκδοχή της ίδιας της Τίνας, και σαν άλλη μάνα θέλει να την προστατεύσει. Βάση της ταινίας, είναι βεβαίως η πέρα για πέρα αρρωστημένη σχέση μάνας – κόρης (παρεμπιπτόντως πατέρας και αδελφός είναι θλιβερά ανύπαρκτοι στην ιστορία). Η πρώτη έχει τεράστια ιδέα για τον εαυτό της ως ινφλουενσερ με το blog που διατηρεί, η δεύτερη προσπαθεί να ικανοποιήσει  τις επιθυμίες της χωρίς πραγματικά να πιστεύει σε αυτό που κάνει. Η σύγκρουση ανάμεσά τους δείχνει αναπόφευκτη ενώ οι σκιές από την «Κάρι» του Μπράιαν Ντε Πάλμα (και του μυθιστορήματος του Στίβεν Κινγκ) είναι εμφανείς στο σενάριο της Ίλια Ράουτσι.  Αξιοσημείωτες οι σχεδόν αστείες λεπτομέρειες μέσω των οποίων η σκηνοθέτις πλάθει την γκροτέσκα εικόνα της υποτιθέμενα ιδανικής οικογένειας της Τίνα, μιας εικόνας που εν τέλει δεν μοιάζει να απέχει και τόσο από εκείνη του τέρατος που επίσης την ταλαιπωρεί. Γυρισμένη σε φόντο λευκού κυρίως χρώματος ώστε να τονίζονται εμφατικά οι πιτσιλιές αίματος, η ταινία περιέχει αρκετές σκηνές που ταλαντεύονται ανάμεσα στον εντυπωσιασμό, την απώθηση αλλά και το μακάβριο χιούμορ. Πολλά είναι τα συναισθήματα που μια τέτοια ταινία μπορεί να προκαλέσει  • σίγουρα όμως όχι την αδιαφορία.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΦΛΕΡΥ– ΑΤΕΝΕ – ΕΚΡΑΝ

———————————

 

 «Πτώση» («Fall», ΗΠΑ, 2022)

Για τους φίλους των extreme sports, οι αναρριχήσεις πρώτα σε βουνά και αργότερα σε ένα πύργο άνω των 600 μέτρων, τον B67 TV που είναι η τέταρτη μεγαλύτερη κατασκευή των Ηνωμένων Πολιτειών, αποτελεί το ένα και μοναδικό ατού της ταινίας «Πτώση» του Σκοτ Μαν. Τον πύργο θα πρέπει να σκαρφαλώσουν δυο νεαρές φίλες (Γκρέις Κάρολαϊν Κάρεϊ, Βιρτζίνια Γκάρντνερ) προκειμένου να ξεπεράσουν σωματικά όρια και βαθιές φοβίες, σε μια περιπέτεια που έχει τις στιγμές της γιατί τεχνικά μιλώντας, οι σκηνές αναρρίχησης έτσι όπως είναι γυρισμένες μπορούν να σου κόψουν την ανάσα (αν έχεις δε υψοφοβία το έμφραγμα δεν το γλιτώνεις). Αν όμως εξαιρέσει κανείς το ίδιο το πανύψηλο κτίσμα που στην ουσία πρωταγωνιστεί, η ταινία δεν στηρίζεται από μια πραγματικά ισχυρή ιστορία όπως συμβαίνει με άλλες παρόμοιου περιεχομένου περιπέτειες «αναρρίχησης», τα «Όρια αντοχής» (2000) π.χ. του Μάρτιν Κάμπελ ή ακόμα παλιότερα, τον «Δολοφόνο των Αλπεων» (1976) του Κλιντ Ιστγουντ (τις οποίες συνιστούμε να δείτε αν δεν έχετε ήδη δει).

Βαθμολογία: 1 ½

(δεν υπήρξε ενημέρωση αιθουσών από την εταιρία διανομής)

———————————

Επανεκδόσεις

«Το πνεύμα του μελισσιού» («El espiritu de la colmenta», Ισπανία, 1973) του Βίκτορ Ερίθε.

Στην Καστίλη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ένα κορίτσι (Ανα Τόρεντ) ενηλικιώνεται απότομα ανακαλύπτοντας την πραγματικότητα μέσα από την αντανάκλαση της κινηματογραφικής Τέχνης: τα πρώτα όνειρα και οι πρώτοι εφιάλτες, πηγάζουν από την προβολή του κλασικού «Φρανκενστάιν» και μετουσιώνονται στην αλήθεια της ζωής όταν το κορίτσι γνωρίζεται με τον μυστηριώδη φυγάδα που περιθάλπει και ταΐζει. Το «Πνεύμα του μελισσιού» είναι ένα ποιητικό έργο που θεωρείται κάτι σαν «άγνωστο θαύμα της κινηματογραφικής Ιστορίας». Δύσκολα κατατάσσεται σε είδος και ανήκει στις ταινίες που εκπέμπουν γνήσια μεταφυσική δύναμη, σαν κάτι άυλο (όπως το πνεύμα του μελισσιού), κάτι που δεν έχει φτιαχτεί από ανθρώπινα χέρια. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ερίθε κινηματογραφεί το αποξηραμένο, μουντό ύπαιθρο της Καστίλης σου δίνει την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε έναν άλλο κόσμο, τον κόσμο ενός σκοτεινού παραμυθιού που είναι ταυτόχρονα ρεαλιστικός και γήινος: μια «Αλίκη στην Χώρα των Θαυμάτων» λιτή, γυμνή, χωρίς φιοριτούρες και περιττά λόγια σε μια ταινία που με ξεχωριστό τρόπο μιλά για το τέλος της αθωότητας και τις παιδικές φοβίες.

Βαθμολογία: 3 ½

(δεν υπήρξε ενημέρωση αιθουσών από την εταιρία διανομής)

—————————————-

«Η φλόγα που τρεμοσβήνει» («Le feu follet», 1963) του Λουί Μαλ.

Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Πιέρ Ντριέ λα Ροσέλ (1893 -1945), η «Φλόγα που τρεμοσβήνει» είναι το αγχωτικό οδοιπορικό ενός τοξικομανούς (Μορίς Ρονέ) που παλεύει να ξεπεράσει το πρόβλημά του αλλά όταν τα καταφέρνει αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει την δύναμη να αντιμετωπίσει τον κόσμο με «καθαρό» μάτι. Εξαιρετικά «βαρύ» αλλά συγχρόνως συγκλονιστικό κινηματογραφικό έργο, εισχωρεί βαθιά μέσα στο εσωτερικό του βιβλίου και παραμένει μια κορυφαία ταινία (ίσως η καλύτερη όλων) πάνω στο δύσκολο ζήτημα της εξάρτησης με το οποίο καταπιάνεται. Η αδιαμφισβήτητα διαχρονική αξία του πρωτότυπου κειμένου, φάνηκε και στην πιο σύγχρονη κινηματογραφική μεταφορά του, «Οσλο 31η Αυγούστου» (2011) του  Γιοακίμ Τρίερ.

79ο Φεστιβάλ Βενετίας

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΕΚΡΑΝ – ΟΑΣΙΣ