Είχα την τύχη να παρακολουθήσω ζωντανά από την τηλεόραση και τα δύο κοσμοϊστορικά γεγονότα που συνέβησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες: την επίθεση της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους στη Νέα Υόρκη και την εισβολή στο Κοινοβούλιο από τους οπαδούς του προέδρου Τραμπ. Με την πρώτη είχαμε την πιο θεαματική και αιματηρή επίθεση της ισλαμικής τρομοκρατίας κατά των ΗΠΑ, που έκτοτε βρίσκεται σε εξέλιξη παρά τη διεθνή προσπάθεια καταστολής της και με υψηλό κόστος για τις απειλούμενες από αυτήν δυτικές δημοκρατίες. Η δεύτερη υπήρξε εκ των ένδον απόπειρα κατά της δημοκρατικής νομιμότητας, οργανωμένη από το κορυφαίο σύμβολό της, τον ίδιο τον πρόεδρο. Η αποτυχία της τελευταίας φρονώ ότι οφείλεται κυρίως σε δύο δεδομένα. Το πρώτο σχετίζεται με την απαγόρευση οπλοκατοχής, που ισχύει στην περιοχή της πρωτεύουσας των ΗΠΑ, την Washington D.C. Αν αυτός ο όχλος έφερε όπλα η σύγκρουση με τις δυνάμεις ασφαλείας στο Καπιτώλιο θα ήταν αναμφίβολα εκτεταμένα αιματηρή. Και οι πρώτοι πυροβολισμοί θα προκαλούσαν πιθανότατα αλυσιδωτές αιματηρές συγκρούσεις στις Πολιτείες εκείνες όπου η οπλοκατοχή επιτρέπεται και οι οποίες στήριξαν πλειοψηφικά την υποψηφιότητα Τραμπ και θεωρούν ως βάσιμες τις κατηγορίες για εκλογική νοθεία. Μια τέτοια εξέλιξη δύσκολα θα μπορούσε να αποτρέψει έναν δεύτερο εμφύλιο πόλεμο με άγνωστη κατάληξη, αν ο ένοπλος όχλος υπήκουε στις ανατρεπτικές εντολές του αφιονισμένου προέδρου. Αυτές τις δυσοίωνες εκτιμήσεις επιτρέπει και η ύποπτη παθητική στάση της φρουράς του Καπιτωλίου, η οποία ουσιαστικά επέτρεψε την εισβολή.

Ο δεύτερος παράγων που συνέβαλε στην αποτροπή επιτυχίας του πραξικοπήματος ήταν η ουσιαστική φίμωση του προέδρου από το προσφιλές του Twitter. Καθώς μέσω αυτού βρισκόταν επί χρόνια σε συνεχή επικοινωνία με το εκλογικό του ποίμνιο, η θεάρεστη απόφαση του επικεφαλής του πανίσχυρου αυτού μέσου κοινωνικής δικτύωσης να φιμώσει τον πρόεδρο απέκοψε την επαφή του με τις εξεγερμένες μάζες και αφύπνισε έτσι και τη δημοκρατική τους συνείδηση. Ο εθισμός των μαζών στο Twitter τις υπέβαλε σε υποσυνείδητη επιλογή αφέντη και η ανατριχιαστική δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης απεδείχθη ισχυρότερη στη χειραγώγηση των μαζών.

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες για την τύχη του προέδρου Τραμπ. Το πιθανότερο είναι να προτιμηθούν σχετικά επιεικείς εξελίξεις προκειμένου να αποτραπεί ο βαθύτερος διχασμός του αμερικανικού λαού και ενώ δεν γνωρίζουμε τι θα εμπνευσθεί ο Τραμπ να πράξει κατά τις υπόλοιπες ημέρες της θητείας του. Γιατί δυστυχώς διχασμός ήδη υφίσταται και προκύπτει από τη μαζική στήριξή του ακόμη και τώρα από τουλάχιστον το 40% του αμερικανικού λαού, όπως προέκυψε από σφυγμομέτρηση μετά το πραξικόπημα. Σημειωτέον ότι οι περισσότεροι από εκείνους που τον ψήφισαν δεν είναι απλοί θαυμαστές του κομψευόμενου ημιφασίστα δισεκατομμυριούχου, αλλά ανήκουν σε φτωχοποιημένες μάζες και σε λευκούς που θεωρούν ότι απειλούνται από κάθε χρώματος εισβολείς στη χώρα.

Η απειλή για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ δεν έχει λήξει και η εξέλιξη αφορά όλους μας. Πάντως ώρα είναι να σκεφθούμε επίσης και πώς θα ελεγχθεί η έκδηλη πια παντοδυναμία των κολοσσών κοινωνικής δικτύωσης όπως έχουν εξελιχθεί πριν υπάρξει η πλήρης υποδούλωση σε αυτούς χάρις και στην παγκόσμια οικονομική ηγεμονία τους.