Η πανδημία που εισέβαλε και στη χώρα μας στις αρχές του 2020 ανέτρεψε πολλά.

Από τον τρόπο που εργαζόμαστε, μέχρι τον τρόπο που επικοινωνούμε με τους δικούς μας ανθρώπους.

Χάθηκε κάθε μέτρο ισορροπίας και τα «αυτονόητα» έγιναν για πολλούς δυσνόητα.

Η πανδημία τόνωσε το αίσθημα του φόβου και της αγωνίας και έφερε κόπωση στη κοινωνία.

Τα ίδια συναισθήματα θα λέγαμε πως προκαλούν και όλα αυτά τα σενάρια που ακούγονται σχετικά με τα μέτρα και τα lockdown.

Προφανώς οι αποφάσεις λαμβάνονται μόνο από την κυβέρνηση, αλλά μέχρι να ανακοινωθούν βγαίνουν από τον ασκό του Αιόλου σαν άνεμοι μαζί με δεκάδες ακόμη σενάρια.

Οι ειδικοί θέλουν σκληρότερα μέτρα, οι ιερείς ανοιχτές εκκλησίες, οι εκπαιδευτικοί να γυρίσουν στις τάξεις και η κυβέρνηση συνήθως βρίσκεται κάπου στη μέση, σταθμίζοντας πάντα πολλούς παράγοντες πριν προβεί σε κάποια οριστική απόφαση.

Βέβαια αυτό που τονίζεται από την πρώτη στιγμή είναι πως όλα τα μέτρα είναι δυναμικά, καθώς ο κορωνοϊός δεν κάνει εκπτώσεις, δεν χαρίζεται, ούτε χτυπά και απλά εξαφανίζεται.

Αντιθέτως εισβάλει στα σπίτια μας, μολύνει τους αγαπημένους μας και σπέρνει το φόβο και το χάος χωρίς δεύτερη σκέψη.

Τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν τον δρόμο….

Δυστυχώς ο κορωνοϊός δεν θέλει να ανταλλάσσει, θέλει μόνο να επιτίθεται.

Αντιθέτως η κοινωνία έχει βρεθεί σε αυτό το σημείο μιας και προχτές η  κυβέρνηση προχώρησε στην απόφαση να κλείσει ξανά τα πάντα με….αντάλλαγμα το άνοιγμα των σχολείων.

Ο πρωθυπουργός μάλιστα αποφάσισε να λάβει αυτό το μέτρο πριν συνεδριάσει η επιτροπή λοιμωξιολόγων προχωρώντας δηλαδή στην εφαρμογή του μοντέλου του «ακορντεόν».

Ωστόσο δεν είναι η πρώτη φορά που τα μέτρα που έχουμε προσαρμόζονται (χαλαρώνουν ή αυστηροποιούνται) με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα ή τις εκτιμήσεις των ειδικών.

Επίσης το μοντέλο τύπου ακορντεόν είναι μία συνήθης τακτικής όταν θέλεις να προλάβεις τα… χειρότερα.

Οι ειδικοί τονίζουν μάλιστα πως τις επόμενες μέρες δεν αποκλείεται να υπάρχει επιδείνωση του επιδημιολογικού φορτίου από τις μέρες των εορτών και προκειμένου να μην ξεφύγει η κατάσταση, προτιμήθηκε τώρα η επιστροφή στα σκληρά περιοριστικά μέτρα.

Κατεβάζουν διακόπτες οι χώρες της ΕΕ

Τα παραδείγματα, εξάλλου, που έρχονται από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι ενθαρρυντικά.

Η Βρετανία ανακοινώνει συνεχώς νέα, σκληρότερα μέτρα, ενώ στη Γερμανία όλοι βλέπουν παράταση του lockdown καθώς είναι «εξαιρετικά δύσκολη η κατάσταση» στα νοσοκομεία.

Την ίδια ώρα η Γαλλία που βρίσκεται ήδη σε lockdown ανακοίνωσε σκληρότερα περιοριστικά μέτρα σε 15 γεωγραφικά διαμερίσματα, ενώ η Σκωτία ανακοίνωσε σήμερα νέο αυστηρότερο lockdown.

Ωστόσο ένα ακορντεόν δεν κλείνει μόνο. Πρέπει και να ανοίξει.

Γι΄ αυτό η κυβέρνηση σκοπεύει να επαναφέρει την αγορά σε επίπεδα εορτών από την ερχόμενη εβδομάδα, ωστόσο πολλοί αναφέρουν πως κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί τόσο νωρίς.

Το σενάριο μάλιστα να αργήσει η άρση των σκληρότερων μέτρων που ανακοινώθηκαν προ ολίγων ημερών δυναμώνει και από τι δηλώσεις των ειδικών για σκληρού τύπου lockdown μέχρι τέλη Ιανουαρίου.

Σκληρό lockdown όχι μία, αλλά τρεις εβδομάδες

Την εκτίμηση ότι εάν μπορέσουμε να εφαρμόσουμε ένα σκληρό lockdown διάρκειας 2-3 εβδομάδων θα μειωθούν κατά πολύ τα κρούσματα και ότι σε συνδυασμό με τις καλές καιρικές συνθήκες της Ελλάδας ίσως να μην χρειαζόταν κάτι αυστηρότερο μετά, εξέφρασε μεταξύ άλλων ο καθηγητής Γενετικής της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου της Γενεύης, Μανώλης Δερμιτζάκης.

Όπως είπε, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο κόσμος στην καραντίνα του Νοεμβρίου εκμεταλλεύτηκε στο μάξιμουμ τη δυνατότητα των μετακινήσεων, ενώ στου Μαρτίου δεν το έκανε τόσο γιατί φοβόταν.

Από την πλευρά του ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, σημείωσε πως στο πανεπιστήμιο έχουν κάνει τέτοια «σενάρια», τα οποία έχουν δείξει ότι με ένα σκληρό lockdown θα είχαμε καλά αποτελέσματα με διψήφια νούμερα στα κρούσματα.

Και οι δύο έκριναν πως είναι σωστή η απόφαση της κυβέρνησης για αυστηροποίηση των μέτρων έως τις 11 Ιανουαρίου.

«Από τη στιγμή που η κυβέρνηση θέλει να ανοίξει τα σχολεία, που νομίζω πως είναι μια καλή απόφαση, ό,τι περισσότερο μπορεί να κάνει πριν ανοίξουν τα σχολεία νομίζω ότι θα βοηθούσε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Δερμιτζάκης.

Ερωτηθείς αν μπορεί να ανατραπεί αυτή η απόφαση με βάση νέα δεδομένα, ο ίδιος σχολίασε πως πρέπει να έχουμε τεράστια αλλαγή στα κρούσματα για να γίνει κάτι τέτοιο, εκτιμώντας πως δεν θα την δούμε.

Ο ίδιος σημείωσε πως αυτές οι κινήσεις (του κλεισίματος και ανοίγματος) θα παραμείνουν για πολύ καιρό και πως υπάρχουν δύο επιλογές.

Αυστηρό lockdown επιπέδου Μαρτίου

Ή θα πάμε σε ένα πάρα πολύ αυστηρό lockdown επιπέδου Μαρτίου ή θα λειτουργούμε με αυτή την λογική. Συμπλήρωσε ωστόσο, πως είναι δύσκολο μια κυβέρνηση να διαχειριστεί αυτό το ζήτημα γιατί δεν είναι μόνο η Ελλάδα αλλά όλες όλες οι χώρες μαζί που το αντιμετωπίζουν.

Ο κ. Σαρηγιάννης ανέφερε πως ήταν σωστή κίνηση η αυστηρότερη καραντίνα, καθώς η κυβέρνηση προσπαθεί να αναχαιτίσει την αντιστροφή της καλής πορείας που είχε αρχίσει να σημειώνεται λόγω των γιορτών. Πρόσθεσε δε ότι είχε ήδη αρχίσει να φαίνεται αυτή η επιβράδυνση στα μοντέλα του ΑΠΘ ειδικά στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

«Ο συνδυασμός λιανεμπορίου–click away και σχολείων είναι προβληματικός, θα δούμε αύξηση των κρουσμάτων αρχές Φεβρουαρίου», είπε και εκτίμησε πως είναι εύκολο να χαθεί ο έλεγχος και να έχουμε το κλείσιμο του Μαρτίου.

«Αποτύχαμε να πείσουμε τον κόσμο για τον κίνδυνο του κορωνοϊού»

Τέλος η καθηγήτρια επιδημιολογίας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθηνά Λινού, τόνισε πως «εκεί που αποτύχαμε σαν κοινωνία σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ότι δεν καταφέραμε να ευαισθητοποιήσουμε τους ανθρώπους, αποτύχαμε να πείσουμε τον κόσμο για τον κίνδυνο του κορωνοϊού».

Συγκεκριμένα με φόντο το σάλο που έχει ξεσπάσει στα social media μετά από αναρτήσεις κοσμικών σε πρωτοχρονιάτικα πάρτι στο Ντουμπάι, η κ. Λινού τόνισε: «Εκεί που αποτύχαμε σαν κοινωνία σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ότι δεν καταφέραμε να ευαισθητοποιήσουμε τους ανθρώπους. Είμαι σίγουρη πως οι συμπολίτες που πήγαν στο Ντουμπάι και διασκέδασαν δεν είχαν πειστεί για τον κίνδυνο και για τις ανάγκες της χώρας μας και των συνανθρώπων μας σε όλο τον κόσμο. Αν οι κυβερνήσεις και η πολιτεία είχε καταφέρει να πείσει τους influencers των νέων να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους».