Με τη φράση «είμαι ζωγράφος το επάγγελμα» ξεκινά ο Νίκος Εγγονόπουλος (21 Οκτωβρίου 1907 – 31 Οκτωβρίου 1985) τις αυτοβιογραφικές του σημειώσεις στην πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών του, το 1966.

Η έκδοση αυτή (που περιλαμβάνει τις δύο πρώτες συλλογές, του 1938 και του 1939) θα συμπληρωθεί το 1977 με το β’ τόμο, που θα καλύψει την ποιητική παραγωγή του Εγγονόπουλου έως και το 1957, έτος όπου εκδίδεται η συλλογή «Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω», για την οποία θα του απονεμηθεί το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το 1958.

Η πορεία που διέσχισε η ποίησή του στη δημόσια σφαίρα την περίοδο 1938-1958 οριοθετείται έτσι με δύο πολύ διαφορετικές υποδοχές των ποιητικών του συλλογών.

Ο Εγγονόπουλος θα συνεχίσει να δημοσιεύει ποιήματα, θεωρητικά κείμενα και μεταφράσεις (Μαγιακόφσκι, Λοτρεαμόν, Λόρκα, Μποντλέρ, ντε Κίρικο, Πικάσο, Τζαρά κ.ά.) σε περιοδικά της εποχής, ελληνόγλωσσα αλλά και ξενόγλωσσα.

Ωστόσο, η κύρια δραστηριότητά του παραμένει η εικαστική, ενώ θα διοριστεί και τακτικός καθηγητής στην έδρα του Ελεύθερου Σχεδίου στο ΕΜΠ.

Το 1966 τού απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Γεωργίου Α’ για το ζωγραφικό του έργο.

Στον υπερρεαλισμό δεν προσεχώρησα ποτέ. Τον υπερρεαλισμό τον είχα μέσα μου, όπως είχα μέσα μου το πάθος της ζωγραφικής, από την εποχή που γεννήθηκα. Αλλά για να βρω τον δρόμο μου τον αληθινό, τον υπερρεαλιστικό, για να μπορέσω να εκδηλωθώ ελεύθερα και απερίσπαστα, αυτό το χρωστώ σε δύο κορυφαίους, στις δύο μεγαλύτερες μορφές που παρουσίασε ποτέ, ίσαμε τώρα, εξ όσων γνωρίζω, το παγκόσμιο υπερρεαλιστικό κίνημα. Ευτύχησα (το λέω για τρίτη φορά), ευτύχησα να γνωρίσω τον μεγάλο ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον μεγάλο ζωγράφο, τον μεγάλο Βολιώτη Γεώργιο ντε Κήρυκο. (Διάλεξη στο Α.Τ.Ι. στις 6-2-1963. Επιθεώρηση Τέχνης 99, 1963).

Το 1978 ο Εγγονόπουλος συγκεντρώνει ποιήματα της τελευταίας εικοσαετίας, μαζί με κάποια της περιόδου της Κατοχής και εκδίδει τη συλλογή «Στην κοιλάδα με τους ροδώνες» (με 20 έγχρωμους πίνακες και ένα σχέδιο) , για την οποία θα του απονεμηθεί για δεύτερη φορά το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Το τελευταίο ποίημα της συλλογής κλείνει με τους παρακάτω στίχους:

του ποιητή
πια μόνη ―θεόθεν― σωτηρία λύσις
παρηγόρηση
μένει η κοιλάς με τις τριανταφυλλιές
ο εστί
μεθερμηνευόμενο
η κοιλάδα των ροδώνων

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Εγγονόπουλος θα γνωρίσει και νέες τιμές ως ζωγράφος, με αναδρομικές εκθέσεις των έργων του, ενώ θα δει και το ποιητικό του έργο μεταφρασμένο και μελοποιημένο.

Το 1985 η κηδεία του θα γίνει δημοσία δαπάνη, σε αναγνώριση της θέσης του στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών.

Κεντρική φωτογραφία: Ν. Εγγονόπουλος, αυτοπροσωπογραφία, 7 Νοεμβρίου 1933 (πηγή: περιοδικό Χάρτης 25-26, 1988)