«Ο COVID-19 δεν είναι εποχικός ιός όπως η γρίπη. Εξαπλώθηκε και σε ζεστές περιοχές, όπως η υποσαχάρια Αφρική» λέει στο «Βήμα» ο κλινικός γιατρός, ερευνητής και καθηγητής στο Χάρβαρντ των ΗΠΑ κ. Οθων Ηλιόπουλος, ο οποίος βρίσκεται αυτές τις ημέρες επικεφαλής μιας από τις επτά νέες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας που στήθηκαν για τα θύματα της πανδημίας στο νοσοκομείο Mass General της Βοστώνης. «Η μεταδοτικότητα του ιού θα εξαρτηθεί από τη σταδιακή αποκλιμάκωση των περιορισμών που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη» τονίζει και αναφέρει ότι περιμένει τόσο «τα συμπτωματικά όσο και τα ασυμπτωματικά κρούσματα να αυξηθούν τις επόμενες εβδομάδες» στην Ελλάδα. Προτείνει δε έλεγχο και στοχευμένη παρέμβαση με τεστ για αντισώματα στο αίμα και για την ύπαρξη του ιού στο αναπνευστικό. Τις προηγούμενες ημέρες, σε βίντεό του στο YouTube, ο κ. Ηλιόπουλος αποφάσισε να εξηγήσει σε φίλους και ακροατές του όλα όσα έμαθε τον τελευταίο μήνα από την εμπειρία του ως επικεφαλής μιας ΜΕΘ ειδικά για τον κορωνοϊό, σε ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία των ΗΠΑ. Τα ερωτήματα ήταν πολλά: Πώς θα επανέλθουμε στην καθημερινότητα και πώς θα είναι αυτή η νέα πραγματικότητα; Μπορούμε να ελπίζουμε σύντομα για ένα φάρμακο που θα αντιμετωπίζει τον νέο κορωνοϊό; Ο ίδιος δεν νιώθει απαισιόδοξος, νόσησε άλλωστε από τον νέο κορωνοϊό προτού ακόμη αρχίσει η λήψη μέτρων ανά τον κόσμο, και έχει γνώση του ιού που «πολεμά».

Υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ότι ίσως η πανδημία «ξεφουσκώσει» μέσα στο καλοκαίρι και δεν θα επιστρέψει το φθινόπωρο. Υπάρχει τέτοια πιθανότητα;

«Να διευκρινίσουμε ότι ο COVID-19 δεν είναι εποχικός ιός όπως η γρίπη. Εξαπλώθηκε και σε ζεστές περιοχές, όπως η υποσαχάρια Αφρική. Αρα η μεταδοτικότητα θα εξαρτηθεί από τη σταδιακή αποκλιμάκωση των περιορισμών που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη. Οπως έχω επανειλημμένα τονίσει, περιμένω τα κρούσματα να αυξηθούν τις επόμενες εβδομάδες. Αυτό που θα τα κρατήσει υπό έλεγχο είναι η στοχευμένη παρέμβαση με δοκιμασίες ελέγχου (τεστ) για αντισώματα στο αίμα και για την ύπαρξη του ιού στο αναπνευστικό. Προτείνω εκτεταμένο έλεγχο στο νοσοκομειακό προσωπικό και σε φαρμακοποιούς, σε κάθε επαγγελματία που ενέχεται στην περίθαλψη ή υποστήριξη ομάδων υψηλού κινδύνου και σε προσωπικό περιοχών μεγάλης πυκνότητας πληθυσμού (φυλακές, καταυλισμοί) και μεταφορικών μέσων (καράβια, πλοία, αεροδρόμια). Με τέτοια μέτρα θα αποκτήσει ο πληθυσμός αντισώματα χωρίς να απειληθούν εκτεταμένα οι ευπαθείς ομάδες και μπορούμε να προσβλέπουμε έτσι στην ύφεση της πανδημίας».

Είμαστε ακόμη μακριά από τον εντοπισμό ενός κοκτέιλ φαρμάκων που να δίνει ένα προβάδισμα στην επιστήμη έναντι του νέου φονικού ιού;  

«Σε αντίθεση με το πλούσιο φάσμα φαρμάκων που σκοτώνουν βακτηρίδια (αντιβιοτικά), το οπλοστάσιό μας σε φάρμακα εναντίον των ιών είναι περιορισμένο. Για παράδειγμα, ακόμα δεν έχουμε ένα πολύ αποτελεσματικό φάρμακο για την κοινή γρίπη (ιό της ινφλουέντσας). Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους, μερικοί από τους οποίους είναι ότι βασιζόμαστε κυρίως στα εμβόλια για να αντιμετωπίσουμε τους ιούς (που είναι πολύ αποτελεσματικά) και ότι οι ιοί έχουν πιο δυσδιάκριτη βιολογία σε σχέση με τα ανθρώπινα κύτταρα από τα βακτηρίδια, και άρα είναι πιο δύσκολο να τους στοχεύσει κάνεις επιλεκτικά. Για τον COVID-19 χρησιμοποιήσαμε αρχικά φάρμακα που στοχεύουν άλλους ιούς, συγκεκριμένα τον ιό του AIDS και τον Ebola. Ο σωστός τρόπος για να δοκιμάσουμε ένα φάρμακο είναι σε μελέτες προοπτικές, που χρησιμοποιούν ασθενείς «μάρτυρες» οι οποίοι βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με αυτούς που παίρνουν το φάρμακο αλλά αντιμετωπίζονται με placebo. Μέχρι να ολοκληρωθούν τέτοιες μελέτες, δυστυχώς ο κόσμος ακούει «εντυπώσεις» και πρώιμες πληροφορίες που όμως, αν δεν οριστικοποιηθούν, δεν είναι ακριβείς. Μια τέτοια μελέτη έδειξε ότι το κοκτέιλ φαρμάκων για το AIDS απέτυχε. Αυτή τη στιγμή είναι σε εξέλιξη διεθνείς πολυκεντρικές μελέτες τέτοιου τύπου που ελέγχουν την αποτελεσματικότητα αρκετών φαρμάκων, μεταξύ αυτών το ρεμντεσιβίρ και η υδροχλωροκίνη. Αν οι μελέτες που βρίσκονται υπό εξέλιξη καταδείξουν ότι ένα φάρμακο είναι  αποτελεσματικό, έχουμε ένα μεγάλο όπλο στα χεριά μας ενάντια στον COVID-19. Αν όχι, τότε ο δρόμος για το επόμενο φάρμακο θα είναι πιο μακρύς. Θα πάρει μήνες».

Ακούγονται πράγματι ενθαρρυντικά νέα για το φάρμακο «ρεμντεσιβίρ», αλλά αντιφατικά για την υδροχλωροκίνη.

«Κάποιες αρχικές πληροφορίες για το ρεμντεσιβίρ είναι ενθαρρυντικές, αλλά και πάλι θα τονίσω ότι είμαι επιφυλακτικός μέχρι να ολοκληρωθούν οι μελέτες. Η πρώτη εξ αυτών που ολοκληρώθηκε έδωσε αρνητικά αποτελέσματα. Μια δεύτερη μελέτη που συντονίζεται από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ αφήνει κάποια παράθυρα αισιοδοξίας. Με βάση μια αρχική ανάλυση των μη τελικών όμως αποτελεσμάτων της μελέτης, η Αρχή Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ έδωσε προσωρινή άδεια για επείγουσα χρήση ρεμντεσιβίρ σε βαριά νοσούντες. Η τελική αδειοδότηση από την Αρχή θα επαναξιολογηθεί μετά την ολοκλήρωση της κλινικής μελέτης. Για την υδροχλωροκίνη περιμένουμε επίσης τα τελικά αποτελέσματα. Προσωπικά θα εκπλαγώ αν αποδειχθεί αποτελεσματική. Ο σχεδιασμός της αρχικής γαλλικής μελέτης ήταν απαράδεκτος και η κλινική μου εμπειρία από τη χορήγησή της δεν μου αφήνει περιθώρια για μεγάλο ενθουσιασμό. Σίγουρα δεν είναι ένα φάρμακο που θα έπαιρνα χωρίς παρακολούθηση γιατρού. Μπορεί να έχει θανατηφόρες παρενέργειες».

Τι φάρμακα δοκιμάζετε αυτή την περίοδο; Υπάρχουν πρωτόκολλα για φάρμακα που δίνετε σε ασθενείς στο σπίτι;

«Δεν υπάρχουν φάρμακα για τους ασθενείς στο σπίτι και εκτός από παρακεταμόλη για πυρετό, δεν θα πρέπει να παίρνουν άλλα φάρμακα. Σε κλινικές μελέτες δοκιμάζουμε το φάρμακο εναντίον του Ebola, πρωτεΐνες και αντισώματα που αναστέλλουν την είσοδο του ιού στα κύτταρα και στενευμένα φάρμακα που περιορίζουν τη φλεγμονή στο σώμα, όπως τα αντισώματα εναντίον των ιντερλευκινών. Η βιολογία του ιού είναι γνωστή γιατί ανήκει στην οικογένεια των κορωνοϊών που έχουμε ξαναζήσει με τον ιό SARS. Αυτό βοηθάει στην έρευνα για την ανακάλυψη νέων φαρμάκων και πολλά εργαστήρια δουλεύουν προς αυτή την κατεύθυνση».

Επενδύετε περισσότερο στα φάρμακα, στα διαγνωστικά τεστ ή στην έρευνα για το εμβόλιο για το επόμενο χρονικό διάστημα;

«Την εποχή μιας πανδημίας επενδύει κανείς σε όλα. Οι γιατροί επιστήμονες επενδύουν στην προσέγγιση που νιώθουν ότι κατέχουν και μπορούν να δημιουργήσουν γρήγορη γνώση. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επενδύσουν σε χρήματα, συντονισμό και υποστήριξη και στην ενίσχυση του συστήματος υγείας. Οι διακρατικοί οργανισμοί σε μεταφορά εμπειρίας και συντονισμό προσπαθειών. Και όλοι στη διαμόρφωση ρεαλιστικών πολιτικών υγείας για την αντιμετώπιση της κρίσης».

Γιατί ο ιός αυτός είναι τόσο φονικός;

«Ο ιός έχει μεγάλη μεταδοτικότητα, αλλά δεν νομίζω ότι σε ατομική βάση είναι πιο φονικός από άλλες ιώσεις. Ολοι τώρα ξέρουμε πολύ καλά ότι η αρχική θνητότητα ήταν πλασματική. Τώρα που μπορούμε να μετρήσουμε αντισώματα ανακαλύπτουμε ότι πάρα πολλοί που προσβλήθηκαν από τον ιό είναι ασυμπτωματικοί, ίσως και οι περισσότεροι άνθρωποι, ή κάνουν πολύ ελαφρά συμπτώματα πυρετού. Ο παρονομαστής του κλάσματος είναι τόσο μεγάλος που φαίνεται ότι η πραγματική θνητότητα δεν είναι πολύ διαφορετική από της απλής γρίπης. Η μεταδοτικότητα είναι πολύ μεγαλύτερη. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι η νοσηρότητα και η θνητότητα δεν είναι αμετάβλητα χαρακτηριστικά του ιού αλλά εξαρτώνται από άλλους παράγοντες. Εκτός από την ηλικία και τους προϋπάρχοντες επιβαρυντικούς παράγοντες υγείας που είναι σημαντικοί, δεν μιλάμε καθόλου για άλλους σημαντικούς συντελεστές θνητότητας, όπως το σύστημα υγείας και η πρόσβαση σε αυτό, η πυκνότητα πληθυσμού, η κοινωνική διαχείριση της τρίτης ηλικίας, η ατμοσφαιρική ρύπανση, η κοινωνικοοικονομική τάξη, η ασφάλιση, οι φυλετικές διαφορές στις πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Ολα αυτά μπορεί να είναι πιο σημαντικά από το γενετικό υπόστρωμα του ιού ή του ασθενούς».