Στο φως έρχεται το υπόμνημα του Νίκου Μανιαδάκη, πρώην προστατευόμενου μάρτυρα και νυν κατηγορούμενου για παθητική δωροδοκία στην υπόθεση της Novartis, προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, λίγες ώρες μετά την επικύρωση -με βούλευμα- της εισαγγελικής διάταξης, βάσει της οποίας του απαγορεύθηκε η έξοδος του από τη χώρα.

Στα επιχειρήματα που επικαλέστηκε –δια του συνηγόρου του Θεόδωρου Μαντά- προκειμένου να αρθεί ο περιοριστικός όρος, βασικότερο όλων είναι ότι η εισαγγελική διάταξη της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, δε συνοδεύεται από αντίστοιχη έγκριση του αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου και εποπτεύοντος των εισαγγελέων Διαφθοράς, Ιωάννη Αγγελή.

Ο καθηγητής τόνισε με άλλα λόγια ότι δεν πληρούνται οι αναγκαίες τυπικές προϋποθέσεις, θυμίζοντας μάλιστα ανάλογη πτυχή της υπόθεσης, η οποία και είχε προκαλέσει σάλο στην αρχή της, όταν χρίσθηκαν μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος οι τότε τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες – και αρμόδιος αντεισαγγελέας ήταν ο Δημήτρης Παπαγεωργίου.

«Από το ως άνω άρθρο προβλέπεται ρητά ότι για την ανάκληση της πράξης με την οποία χαρακτηρίζεται κάποιος ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, απαιτείται απαραίτητα η προηγούμενη έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο υπόμνημα.

«Στην περίπτωσή μου, η μοναδική εισαγγελική διάταξη που ανακλήθηκε ήταν αυτή η οποία με καθιστούσε «προστατευόμενο μάρτυρα», όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη διάταξη, ενώ ουδέποτε ανακλήθηκε η υπ’ αριθμ. 3/2018 διάταξη, η οποία με καθιστούσε «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» για την οποία μάλιστα απαιτείται απαραίτητα η προηγούμενη έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π. που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς».

»Εν προκειμένω, σύμφωνα με τα ως άνω προκύπτει ότι η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος μου αποδόθηκε μεταγενέστερα από την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα, και μεταγενέστερα από τις καταθέσεις του προστατευόμενου μάρτυρα με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», στις οποίες βασίζεται αποκλειστικά η προσβαλλόμενη ενώπιόν Σας υπ’ αριθμ 7/2018 διάταξη».

Μείζονος σημασίας είναι ότι ο καθηγητής επιμένει ότι είχε ενημερώσει το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων της Κρατικής Ασφάλειας Αθηνών, για το ταξίδι στη Μαδρίτη – γεγονός που προκύπτει, όπως λέγεται, από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε το προηγούμενο διάστημα με ειδικό «σύνδεσμο».

«Ακόμα, η ως άνω υπ’αριθμ 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη, αναφέρει ότι δεν είχα ενημερώσει το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων για επικείμενο ταξίδι μου στο εξωτερικό κατά της πρωινές ώρες της 31-12-2018. Ωστόσο, το ως άνω γεγονός είναι ψευδές καθότι κατά την ως άνω ημερομηνία ενημέρωσα προφορικά το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων, όπως άλλωστε συνήθιζα να πράττω και στο παρελθόν σε αντίστοιχα ταξίδια μου. Η ενημέρωση για τα επικείμενα ταξίδια μου στο εξωτερικό γινόταν πάντα προφορικά, χωρίς να έχω προβεί ποτέ σε έγγραφη ενημέρωση της υπηρεσίας. Αξίζει να αναφερθεί δε ότι από τότε που έλαβα την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα αλλά και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος έχω πραγματοποιήσει πάνω από 60 ταξίδια στο εξωτερικό για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους, για τα οποία ουδέποτε δημιουργήθηκε πρόβλημα από την Αρχή Προστασίας Μαρτύρων ή την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών».

Ο καθηγητής ερμήνευσε μάλιστα την απόφασή του, λίγες ημέρες πριν από την παραμονή Πρωτοχρονιάς οπότε και θα ταξίδευε, να ζητήσει άρση των μέτρων προστασίας του, αίτημα που εκτιμήθηκε ως ένδειξη κινδύνου διαφυγής του στο εξωτερικό. «Τούτο δε, το έπραξα καθότι θεωρούσα υπερβολικό το ως άνω μέτρο προστασίας, εφόσον δεν υπήρχε κίνδυνος για την ασφάλεια της ζωής ή της σωματικής μου ακεραιότητας», υποστήριξε στο υπόμνημα του ο Νίκος Μανιαδάκης.

Ο ίδιος επεσήμανε εξάλλου, στην προσπάθεια να αποδομήσει τα περί διαφυγής του στο εξωτερικό, ότι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οπότε και «κρατήθηκε» στο «Ελ. Βενιζέλος» επί έξι ώρες, προκειμένου να μην ταξιδέψει, είχε ακόμη την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα.

«Κατά τον χρόνο λοιπόν όπου εμποδίστηκε η είσοδός μου στο αεροπλάνο αναχώρησης αλλά και στον προγενέστερο αυτής χρόνο όπου έπραξα τις δήθεν προπαρασκευαστικές για την φυγή μου ενέργειες όπως αναφέρεται στην προσβαλλομένη διάταξη, διατηρούσα την ιδιότητα τόσο του προστατευόμενου μάρτυρα όσο και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος. Η διττή αυτή ιδιότητα όμως δεν αποκλείει σε καμία περίπτωση την ελεύθερη μετάβασή μου στο εξωτερικό όπως άλλωστε ορίζεται εναργώς και στο α.2 Ν. 2475/1920».

»Συνεπώς οιεσδήποτε ενέργειές μου πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος μου δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως προπαρασκευαστικές ενέργειες φυγής μου καθότι δεν είχα λάβει την ιδιότητα του κατηγορουμένου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αλλά ούτε καν αυτό του υπόπτου».

Αναλυτικά το υπόμνημα του κ. Μανιαδάκη:

«ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Του Νικολάου ΜΑΝΙΑΔΑΚΗ του Γεωργίου,

Α.

Με την υπ’ αριθμ 7/2018 διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και Επίκουρου Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς κ. Χρήστου Ντζούρα, μου επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα μέχρι την απολογία μου ενώπιον του κ Ανακριτή. Σύμφωνα με το άρθρο 2 περ β’ του Ν. 2475/1920 όπως έχει τροποποιηθεί από το άρθρο 4 του Ν. 1128/1981 «Η απαγορευτική διάταξις κοινοποιείται εις τον καθ’ ού αυτή, αποβάλλει δε αυτοδικαίως την ισχύν της εάν δεν επικυρωθή εντός δεκαπέντε ημερών υπό του αρμοδίου Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, εις το οποίον εισάγεται μερίμνη του Εισαγγελέως και εις το οποίον καλείται ο ενδιαφερόμενος προ εικοσιτεσσάρων τουλάχιστον ωρών ίνα παραστή κατά την συζήτησιν». Σύμφωνα δε με τα παραπάνω το Συμβούλιό σας καλείται να αποφανθεί για την επικύρωση ή μη της ως άνω διατάξεως απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.

Για τους λόγους αυτούς επάγομαι ενώπιόν Σας τα ακόλουθα :

Κατόπιν της υπ’αριθμ. 7/2018 διάταξης του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και Επίκουρου Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, κ. Χρήστου Ντζούρα, ενημερώθηκα ότι σχηματίστηκε η υπ’ αριθμ ΑΒΜ ΕΔ2018/54 δικογραφία και ασκήθηκε σε βάρος μου ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για παθητική δωροδοκία κατ’ εξακολούθηση με ζημία του Ελληνικού Δημοσίου που υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και με αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας (αρθρ. 26, 27, 52, 98, 235 ΠΚ, άρθρο 1 παρ. 1 Ν.1608/1950),

Με την υπ’αριθμ 13/2017 εισαγγελική διάταξη εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 7, 1-5 του Ν. 2928/2001 χαρακτηρίστηκα «προστατευόμενος μάρτυρας»., ιδιότητα η οποία μου αποδόθηκε και αφορούσε στην παροχή προστασίας σε πρόσωπο που εξετάστηκε με κωδική ονομασία κατά την προκαταρκτική εξέταση της «υπόθεσης Novartis».

Πέραν τούτων όμως, μεταγενέστερα της ως άνω υπ’αριθμ 13/2017 διάταξης εκδόθηκε η υπ’αριθ 3/2018 πράξη της Εισαγγελέως Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45Β παρ 1 ΚΠΔ ( που προστέθηκε με το Ν. 4254/2014) και χαρακτηρίστηκα «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος», ύστερα από έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π όπως ορίζει το άρθρο 45Β παρ 1 ΚΠΔ.

Μάλιστα με την από 20-2-2018 ανακοίνωση του Αντεισαγγελέα του Α.Π κ Δημήτριου Παπαγεωργίου, διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα |: Η υπ’αριθμ 13/2017 εισαγγελική διάταξη εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 7, 1-5 του Ν. 2928/2001 και αφορώσα στην παροχή προστασίας σε πρόσωπο που εξετάστηκε με κωδική ονομασία κατά την προκαταρκτική εξέταση της «υπόθεσης Novartis» δεν υποβλήθηκε στην Εισαγγελία του Α.Π προς έγκριση διότι δεν απαιτείται τέτοια έγκριση κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις του Νόμου. Όμως, την 9-2-2018 εγκρίθηκε από την Εισαγγελία του Α.Π η υπ’αριθμ 3/2018 πράξη της Εισαγγελέως

Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών, εκδοθείσα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45Β παρ 1 ΚΠΔ ( που προστέθηκε με το Ν. 4254/2014) με την οποία χαρακτηρίστηκα ως «μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος».

Περαιτέρω σύμφωνα με την από 31-12-2018 και με αριθμό 6\2018 διάταξη του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών κ. Χρήστου Ντζούρα διετάχθη η άρση της ως άνω υπάριθμ. 13/20-12-2017 διάταξη που αφορά τον μάρτυρα «Αναστασίου Ιωάννη» και η πάυση των λήψεων μέτρων προστασίας του.

Β.

Με το Ν.4254/2014 εισήχθη στο δικαιϊκό μας σύστημα ο θεσμός του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος. Πρόκειται στην ουσία για την εισαγωγή του θεσμού του καταγγέλλοντα (whistleblower), όπως αναφέρεται και σε σχετική ανακοίνωση από τη Διεθνή Διαφάνεια Ελλάδος, μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος δύναται να χαρακτηριστεί ένα πρόσωπο που συμβάλλει ουσιωδώς με τις πληροφορίες που παρέχει στις Αρχές χωρίς να είναι ο ίδιος εμπλεκόμενος και χωρίς να έχει ίδιον όφελος. Οι πράξεις που αφορούν τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος είναι η δωροδοκία και δωροληψία πολιτικών αξιωματούχων, δωροδοκία δημοσίων υπαλλήλων και τις συναφείς με αυτές πράξεις.

Σύμφωνα δε με το άρθρο 45Β παρ 1 ΚΠΔ (που προστέθηκε με το Ν. 4254/2014), « …είναι δυνατόν μετά από έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, να χαρακτηρίζεται ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς όποιος ( μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος ) χωρίς να εμπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις και χωρίς να αποβλέπει σε ίδιον όφελος συμβάλλει ουσιωδώς με τις πληροφορίες που παρέχει στις διωκτικές Αρχές, στην αποκάλυψη και δίωξή τους.Η κατά το προηγούμενο εδάφιο πράξη του Εισαγγελέα μπορεί

να ανακαλείται με τον ίδιο τρόπο και σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης αν ο Εισαγγελέας κρίνει πλέον ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που τον οδήγησαν στην έκδοση της.»

Από το ως άνω άρθρο προβλέπεται ρητά ότι για την ανάκληση της πράξης με την οποία χαρακτηρίζεται κάποιος ως μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, απαιτείται απαραίτητα η προηγούμενη έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς.

Στην περίπτωσή μου, η μοναδική εισαγγελική διάταξη που ανακλήθηκε ήταν αυτή η οποία με καθιστούσε «προστατευόμενο μάρτυρα» ( υπ’ αριθμ. 13/2017), όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη διάταξη, ενώ ουδέποτε ανακλήθηκε η υπ’ αριθμ. 3/2018 διάταξη, η οποία με καθιστούσε « μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» για την οποία μάλιστα απαιτείται απαραίτητα η προηγούμενη έγκριση του Αντεισαγγελέα του Α.Π που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς.

Εν προκειμένω, σύμφωνα με τα ως άνω προκύπτει ότι η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος μου αποδόθηκε ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΟΥ ΜΑΡΤΥΡΑ και μεταγενέστερα από τις καταθέσεις του προστατευόμενου μάρτυρα με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», στις οποίες βασίζεται αποκλειστικά η προσβαλλόμενη ενώπιόν Σας υπ’αριθμ 7/2018 διάταξη.

Καταρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 45Β παρ 1 ΚΠΔ, προκειμένου να ενταχθεί κάποιος στο καθεστώς του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, «θα πρέπει να μην εμπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις», διαφορετικά δεν δύναται να του αποδοθεί η συγκεκριμένη ιδιότητα.

Περαιτέρω, τα στοιχεία της δικογραφίας με βάση τα οποία πιθανολογείται σοβαρά η βασιμότητα της κατηγορίας που μου αποδίδεται κατά την υπ’ αριθ. 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη βασίζονται κατά κύριο λόγο στις καταθέσεις του προστατευόμενου μάρτυρα με την κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», τα οποία σύμφωνα με την ως άνω διάταξη δικαιολογούν την επιβολή του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα σε βάρος μου. Τα εν λόγω στοιχεία όμως, τα οποία ευρίσκοντο εξ’ αρχής στη διάθεση της Εισαγγελίας Διαφθοράς όχι μόνο δεν κρίθηκαν ικανά να με καταστήσουν κατηγορούμενο, αλλά μου αποδόθηκε μεταγενέστερα η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος, η οποία, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω είναι ασυμβίβαστη με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο εμπλοκή μου στη συγκεκριμένη υπόθεση.

Επιπλέον, στην υπ’αριθμ 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη, ως ένδειξη κινδύνου φυγής μου αναφέρεται το γεγονός ότι την 27-12-2018 εμφανίστηκα ενώπιον του Τμήματος Προστασίας Μαρτύρων της Δ/νσης Ασφαλείας Αττικής προκειμένου να υποβάλω αίτηση με την οποία δήλωνα ότι δεν επιθυμώ τη φύλαξη – επιτήρησή μου από Αστυνομικούς της Υπηρεσίας, ούτε οποιοδήποτε άλλο μέτρο προστασίας πέραν των όσων είχαν ήδη διαταχθεί με την υπ’αριθμ 13/2017 διάταξη, με την οποία μου είχε αποδοθεί η ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα. Τούτο δε, το έπραξα καθότι θεωρούσα υπερβολικό το ως άνω μέτρο προστασίας, εφόσον δεν υπήρχε κίνδυνος για την ασφάλεια της ζωής ή της σωματικής μου ακεραιότητας.

Ακόμα, η ως άνω υπ’αριθμ 7/2018 προσβαλλόμενη διάταξη, αναφέρει ότι δεν είχα ενημερώσει το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων για επικείμενο ταξίδι μου στο εξωτερικό κατά της πρωινές ώρες της 31-12-2018. Ωστόσο, το ως άνω γεγονός είναι ψευδές καθότι κατά την ως άνω ημερομηνία ενημέρωσα προφορικά το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων, όπως άλλωστε συνήθιζα να πράττω και στο παρελθόν σε αντίστοιχα ταξίδια μου. Η ενημέρωση για τα επικείμενα ταξίδια μου στο εξωτερικό γινόταν πάντα

προφορικά, χωρίς να έχω προβεί ποτέ σε έγγραφη ενημέρωση της υπηρεσίας. Αξίζει να αναφερθεί δε ότι από τότε που έλαβα την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα αλλά και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος έχω πραγματοποιήσει πάνω από 60 ταξίδια στο εξωτερικό για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους, για τα οποία ουδέποτε δημιουργήθηκε πρόβλημα από την Αρχή Προστασίας Μαρτύρων ή την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών.

Γ.

Η προσβαλλομένη διάταξη του κ. Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών δεν θα πρέπει να επικυρωθεί από το Συμβούλιό Σας πέραν των ως άνω, για τον εξής λόγο:

Η εν λόγω διατάξη ευρίσκει νομικό έρεισμα στο α.2 περ. β΄ Ν 2475/1920, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το α. 4 Ν 1128/1981 σύμφωνα με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στον αρμόδιο Εισαγγελέα να εκδώσει διάταξη απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα εφόσον έχει ασκηθεί προηγούμενη ποινική δίωξη κατά του υπαιτίου. Εν προκειμένω, η ποινική δίωξη εναντίον μου ασκήθηκε τις μεσημβρινές ώρες της 31-12-2018 και σε κάθε περίπτωση αρκετές ώρες μετά την κράτησή μου στον Α/Τ Αεροδρομίου Αθηνών, καθότι η πτήση μου ήταν προγραμματισμένη για τις 9:00 πμ.

Κατά το χρόνο λοιπόν όπου εμποδίστηκε η είσοδός μου στο αεροπλάνο αναχώρησης αλλά και στον προγενέστερο αυτής χρόνο όπου έπραξα τις δήθεν προπαρασκευαστικές για την φυγή μου ενέργειες όπως αναφέρεται στην προσβαλλομένη διάταξη, διατηρούσα την ιδιότητα τόσο του προστατευόμενου μάρτυρα όσο και του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος. Η διττή αυτή ιδιότητα όμως δεν αποκλείει σε καμία περίπτωση την ελεύθερη μετάβασή μου στο εξωτερικό όπως άλλωστε ορίζεται εναργώς και στο α.2 Ν. 2475/1920.

Συνεπώς οιεσδήποτε ενέργειές μου πριν την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος μου δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως προπαρασκευαστικές ενέργειες φυγής μου καθότι δεν είχα λάβει την ιδιότητα του κατηγορουμένου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αλλά ούτε καν αυτό του υπόπτου.

Μόνη δε η άσκηση της ποινικής δίωξης ώστε να δικαιολογηθεί η δυνατότητα από τον αρμόδιο Εισαγγελέα επιβολής του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα δεν αρκεί, καθότι δεν παρατίθενται στοιχεία ικανά να στηρίξουν τις προυποθέσεις επιβολής του ως άνω όρου όπως αόριστα επικαλείται ο Εισαγγελέας στην προσβαλλόμενη διάταξη, όταν αναφέρει: «Εξάλλου προκύπτουν ενδείξεις περί αναχώρησής του στο εξωτερικό ενόψει και του γεγονότος ότι είχε πληροφορηθεί από δημοσιεύματα του τύπου ότι ενδεχομένως θα ανακληθεί το καθεστώς του ως προστατευόμενου μάρτυρα και ότι πρόκειται να καταστεί κατηγορούμενος.».

Η ως άνω αιτιολόγηση επιβολής του περιοριστικού όρου σε βάρος μου πέραν της προφανούς αοριστίας που διέπει το σύνολό της, δημιουργεί και την προδήλως εσφαλμένη εντύπωση ότι υπήρχε προηγούμενη ενημέρωση ή διαρροή στον Τύπο για την επικείμενη ανάκληση του καθεστώτος μου ως προστατευόμενου μάρτυρα και την άσκηση ποινικής διώξεως σε βάρος μου, κάτι το οποίο είναι αναφανδόν αναληθές καθότι μοναδική πηγή τέτοιας γνώσης θα αποτελούσε μόνον η ίδια η υπηρεσία της Εισαγγελίας Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αλλά και για όσους επιφυλάσσομαι να αναπτύξω ενώπιόν Σας

ΑΙΤΟΥΜΑΙ

Όπως ακυρωθεί η υπ’ αριθ. 7/2018 διάταξη του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών, Επίκουρου Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών, η οποία διέταξε την επιβολή του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα σε βάρος μου.

Αθήνα, 11 Ιανουαρίου 2018

Ο κατηγορούμενος»