Στην αύξηση της φορολογίας αναφέρθηκε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης από το βήμα της Βουλής, υπεραμυνόμενος την κίνηση της κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι η εναλλακτική επιλογή θα ήταν η άτακτη χρεοκοπία.

Κατά την τοποθέτησή του στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2019 ο κ. Χουλιαράκης ανέφερε ότι η κυβέρνηση έπρεπε να πάρει δύσκολες αποφάσεις, εκ των οποίων και μία ήταν και η αύξηση φόρων, με σκοπό τη δημοσιονομική προσαρμογή.

Η άλλη λύση θα ήταν η άτακτη χρεοκοπία, όπως υποστήριξε. «Αυτό ήταν το πραγματικό δίλημμα στο οποίο η κυβέρνηση απάντησε και επέλεξε τον δύσκολο δρόμο που έχει το πολιτικό κόστος της προσαρμογής» είπε ο αναπληρωτής υπουργός.

«Αν το κριτήριο είναι η αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας δηλαδή η διαχείριση των δημοσιονομικών τότε η τριετία κρίνεται επιτυχής. Πρώτα από όλα γιατί εκμηδενίστηκαν ακραίοι κίνδυνοι που ταλάνισαν την οικονομία από το 2010 – 2015 και μιλώ για το Grexit» συμπλήρωσε.

Παράλληλα δεν έλειψαν και τα πυρά κατά της Νέας Δημοκρατίας, καθώς διαβάζοντας τις εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ΔΕΘ και ξεχνώντας, όπως φαίνεται, το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, κάλεσε τους Έλληνες να αναλογιστούν από που θα χρηματοδοτηθούν τα εν λόγω μέτρα. «Καλώ το κόσμο όταν του υπόσχονται τέτοια μέτρα, όποιος του τα υπόσχεται να ρωτά από που θα χρηματοδοτηθούν», είπε.

Ο κ. Χουλιαράκης, τόνισε ότι ο προϋπολογισμός αυτός αλλάζει σταδιακά το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής μειώνοντας σφαλίστηκες εισφορές και φόρους (και των επιχειρήσεων και των μερισμάτων) ως ένα πρώτο βήμα μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής φορολογικών ελαφρύνσεων με χρονικό ορίζοντα το 2022. «Το 50% της δημοσιονομικής επέκτασης το καταλαμβάνει η ανάγκη μείωσης των φορολογικών βαρών και ο ΕΝΦΙΑ» είπε χαρακτηριστικά.

Ακόμη είπε ότι ο προϋπολογισμός αυτός, ενισχύει τον δείκτη κοινωνικής προστασίας, δαπανά επιπλέον 400 εκατ. ευρώ για την εισαγωγή ενός νέου μέτρου προστασίας, του επιδόματος ενοικίου και προστασίας ευάλωτων νοικοκυριών (τα οποία έχουν δάνεια και δεν μπορούν να αποπληρώσουν) και δαπανά ένα μικρό ποσό (που όμως πρόκειται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια) για την επιδότηση των θέσεων εργασίας νέων κάτω των 24 ετών.

«Αυτό δεν γίνεται σε βάρος του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση, καθώς οι προϋπολογισμένες δαπάνες του ΠΔΕ το 2019, διατηρούνται στο επίπεδα του 2019», ανέφερε ο κ. Χουλιαράκης. Επίσης, απαντώντας στην αξιωματική αντιπολίτευση η οποία ισχυρίζεται ότι τα υψηλά επιτόκια δανεισμού διατηρούν αποκλεισμένη την χώρα από τις διεθνείς αγορές ο αν. υπουργός Οικονομικών, παραδέχθηκε μεν ότι τα σημερινά επιτόκια είναι υψηλότερα «από αυτά που θα θέλαμε να είναι η ελληνική οικονομία, υπενθύμισε ωστόσο ότι μετά την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης το δεκαετές επιτόκιο αναφοράς του ελληνικού χρέους ήταν στο 3,8%, (έκτοτε ανέβηκε και τώρα κινείται στην περιοχή του 4% με 4,5%) όταν τα χρόνια της ευημερίας 2000 – 2008 ήταν κατά μέσο όρο 4,36%. «Κι αν θέλουμε να συγκρίνουμε τα σπρεντς, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης σήμερα συμμετέχουν στο πρόγραμμα της ΕΚΤ, ενώ τότε δεν συμμετείχαν» προσέθεσε ο κ. Χουλιαράκης για να πει πως η σύγκριση με όρους σπρεντς δεν είναι δόκιμη.