Στις 23 Απριλίου του 2016 συμπληρώθηκαν τέσσερις αιώνες από τον θάνατο του William Shakespeare (1564-1616), του Σαιξπήρου, όπως εξελλήνιζαν το όνομά του οι παλαιότεροι έλληνες λόγιοι. Ο αγγλόφωνος κόσμος στη Βρετανία, την Αμερική, τη Βρετανική Κοινοπολιτεία ανά την υφήλιο τιμά με εκθέσεις, πληθώρα εκδόσεων, φυσικά με νέες θεατρικές παραστάσεις και άλλες εκδηλώσεις την επέτειο. «Ο Σαίξπηρ υπήρξε η μέγιστη πολιτισμική προσφορά της Βρετανίας στον κόσμο» σημειώνεται στο ενημερωτικό φυλλάδιο παλαιότερης έκθεσης του Βρετανικού Μουσείου και το πνεύμα ακριβώς αυτό διαπνέει και τις εφετινές εκδηλώσεις. Η «ναυαρχίδα» των εκδηλώσεων είναι η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκθεση της Βρετανικής Βιβλιοθήκης για την ιστορία των παραστάσεων των έργων του Σαίξπηρ «σε δέκα πράξεις». Η έκθεση μας πληροφορεί για την πρόσληψη του έργου του αλλά συγχρόνως αναδεικνύει τον ανεξάντλητο δυναμισμό της δραματουργίας του που της επιτρέπει να εμπνέει και να προκαλεί τη φαντασία των ανθρώπων του θεάτρου κάθε εποχής.
Ανθεκτικότητα και ιδιοφυΐα


Η καλλιτεχνική ιδιοφυΐα και η λογοτεχνική δύναμη των δραμάτων του Σαίξπηρ αποδεικνύονται και από την καταπληκτική του ανθεκτικότητα απέναντι στις υποκειμενικές ερμηνευτικές πρωτοβουλίες και συχνά τις αυθαιρεσίες και υπερβολές όσων σκηνοθετών δοκιμάζουν με ποικίλους τρόπους εκάστοτε να τα «εκσυγχρονίσουν» για να τα καταστήσουν επίκαιρα. Το στοιχείο αυτό διαφαίνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση της Βρετανικής Βιβλιοθήκης. Αλλες εκθέσεις που μπορεί να δει κανείς σε μια σύντομη επίσκεψη στο Λονδίνο είναι η έκθεση τεκμηρίων από τη ζωή και τη δράση του στο King’s College του Λονδίνου και η έκθεση σπάνιων καλλιτεχνικών εκδόσεων από τη Βασιλική Βιβλιοθήκη στη βασιλική κατοικία στον πύργο του Windsor.
Ομως το θέμα δεν είναι απλά επετειακό. Οι επέτειοι προσφέρουν καλές αφορμές αναστοχασμού, νέων επισκέψεων στον κανόνα των κλασικών πηγών που συγκροτούν το πνευματικό υπόβαθρο του πολιτισμού μας. Το νόημα των επετείων είναι η λειτουργία τους ως προσκλήσεων εμβάθυνσης στην αυτογνωσία ατόμων, κοινωνιών, πολιτισμών. Διαφορετικά πρόκειται για εικονικούς εορτασμούς κενούς περιεχομένου. Λίγα θέματα έχουν προκαλέσει διαχρονικά τόσο πλούτο έρευνας και προβληματισμού όσο η μελέτη του Σαίξπηρ. Η ανεξάντλητη σχετική βιβλιογραφία δεν υπήρξε μόνο φιλολογική ή θεατρολογική. Βέβαια οι κλάδοι αυτοί κυριαρχούν στη συναφή συγγραφική παραγωγή. Οι διακυμάνσεις μάλιστα της σχετικής βιβλιογραφίας καταγράφουν την πρόσληψη του μεγάλου βάρδου της αγγλικής γλώσσας στην παγκόσμια λογοτεχνία. Δεν μπορεί να μη θυμηθεί ο μελετητής της διανοητικής ιστορίας της Ευρώπης κάποιες χαρακτηριστικές στιγμές της πρόσληψης του Σαίξπηρ στην ευρωπαϊκή γραμματεία: την αντιφατική στάση του Βολταίρου, τον θαυμασμό του Γκαίτε, την απέχθεια του Τολστόι. Στην ελληνική παιδεία η πρόσληψη του Σαίξπηρ συντελέστηκε σχετικά αργά, κατά την εποχή κυρίως του ρομαντισμού. Είναι γνωστά ο θαυμασμός του Διονυσίου Σολωμού για τον άγγλο βάρδο και οι μεταφραστικές του δοκιμές.
Ο Σαίξπηρ όμως δεν είναι αντικείμενο μόνο φιλολογικών ενασχολήσεων. Η πρόσφατη βιβλιογραφία διακρίνεται από διεπιστημονικότητα η οποία, στηριζόμενη στο στερεό υπόβαθρο της σε βάθος φιλολογικής τεκμηρίωσης και ανάλυσης, μπόρεσε να οικοδομήσει εντυπωσιακά πρωτότυπες συμβολές από άλλους κλάδους των επιστημών του ανθρώπου, περιλαμβανομένης της ιστορίας του δικαίου και της ιστορίας του πολιτικού στοχασμού.
Πρωτότυπη συμβολή


Μια τέτοια εκπληκτικά πρωτότυπη συμβολή οφείλεται στον πρύτανη σήμερα της σπουδής της ιστορίας των πολιτικών ιδεών Quentin Skinner.Ο κορυφαίος αυτός εκπρόσωπος όχι μόνο της συγκεκριμένης ειδικότητας την οποία θεραπεύει από μακρού με ασύγκριτη δημιουργικότητα αλλά γενικότερα των επιστημών του ανθρώπου στην εποχή μας αφιέρωσε την πιο πρόσφατη μονογραφία του στον βάρδο της αγγλικής ποίησης για να καταδείξει τις οφειλές του στη ρωμαϊκή ρητορική παράδοση, όπως αντιπροσωπεύεται κυρίως από τον Κικέρωνα και τον Κουιντιλιανό. Αντικείμενο της έρευνας είναι οι χρήσεις στις οποίες ο βάρδος έθεσε τους κανόνες και τα πρότυπα της ρωμαϊκής ρητορικής στην ποιητική του δημιουργία. Ετσι μας αποκαλύπτεται με φιλολογικά άρτια μέθοδο η δόμηση της δραματουργίας ορισμένων από τα χαρακτηριστικότερα έργα του Σαίξπηρ.
Ο Skinner τονίζει ότι ο Σαίξπηρ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για ένα «γένος» λόγου μέσα στην ευρυχωρία της ρητορικής τέχνης, το genus iudiciale, το δικανικό γένος, του οποίου τους κανόνες χρησιμοποιεί για να συνθέσει ποιητικά ορισμένους λόγους που εμφανίζονται σε καίρια σημεία της πλοκής σε έργα του δύο συγκεκριμένων περιόδων. Η πρώτη περίοδος εντοπίζεται στα χρόνια 1594 με 1600. Το δικανικό γένος εμφιλοχωρεί στο αφηγηματικό ποίημα Λουκρητία και στα δράματα Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Εμπορος της Βενετίας, Ιούλιος Καίσαρ και Αμλετ. Βλέπουμε τους δικανικούς ρητορικούς κανόνες να επιστρατεύονται από τον Σαίξπηρ στη σύνθεση της απολογίας του μοναχού Λαυρεντίου στο τέλος του δράματος Ρωμαίος και Ιουλιέτα για να αποσείσει την κατηγορία για τον θάνατο του Ρωμαίου˙ στους λόγους του Σάιλοκ στη σκηνή της δίκης μπροστά στον Δούκα της Βενετίας˙ στην υπεράσπιση από τον Βρούτο ενώπιον της συνέλευσης του λαού της απόφασής του να δολοφονήσει τον Καίσαρα για να σώσει την ελευθερία της Ρώμης. Η πιο φιλόδοξη χρήση της δικανικής ρητορικής επιχειρείται στην αριστουργηματική δραματουργία της αναζήτησης της αλήθειας και της βίωσης των αντιφάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης από τον Αμλετ.
Σε μια δεύτερη φάση η δικανική ρητορική χρησιμοποιείται ως δραματουργική τεχνική στα έργα των ετών 1603-1605, Οθέλλος, Με το ίδιο μέτρο, και Τέλος καλό, όλα καλά. Ο δόλιος Ιάγος μετέρχεται τις ουμανιστικές ρητορικές επινοήσεις για να διαβάλει τη Δυσδεμόνα στον Οθέλλο. Ο Skinner παρατηρεί ότι στο Τέλος καλό συντελείται μια θεαματική κλιμάκωση της χρήσης της δικανικής ρητορικής στη δραματουργική πράξη για να εγκαταλειφθεί οριστικά αμέσως στη συνέχεια.
Με τη μέθοδο αυτή αποκαλύπτεται η πλούσια πνευματική στρωματογραφία από την οποία αντλεί η ποιητική μεγαλοφυΐα του Σαίξπηρ. Στη στρωματογραφία αυτή δεσπόζουσα θέση κατέχει, όπως μας δείχνει ο Quentin Skinner, η ουμανιστική παράδοση που εκπορεύεται από την κλασική γραμματεία της Ελλάδας και της Ρώμης, ο κοινός παρονομαστής της παιδείας του Δυτικού κόσμου.
Ο κ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ