Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

Οσο γράφω πέφτουν επάνω στις σελίδες σου σπόροι σουσαμιού και ψίχουλα, αλλά θα με καταλάβεις, διότι ξέρω ότι και η δική σου φύση είναι λιχούδικη. Μην έχεις δε καμία ανησυχία ως προς την ποιότητα των εδεσμάτων από τα οποία λούζεσαι. Το σουσάμι, ας πούμε, προέρχεται από το μασούλημα του Παστέλειον, που δεν είναι ακριβώς παστέλι, αλλά μια μπάρα φτιαγμένη από κομμάτια αμυγδάλου ανακατεμένα με θυμαρίσιο μέλι και λιωμένα αποξηραμένα φρούτα, τυλιγμένη σε σπόρους σουσαμιού. Ολο αυτό δεν ψήνεται και γι’ αυτό παραμένει μαλακό, ενώ ταυτόχρονα δεν καταστρέφεται κανένα από τα θρεπτικά του συστατικά. Ο Γιώργος Γραμματικάκης που το φτιάχνει φροντίζει ώστε τα υλικά του να προέρχονται από βιολογικές καλλιέργειες. Η διαφορά του από το κοινό παστέλι είναι ότι, ενώ εκείνο είναι περισσότερο ένα (υπέροχο πάντα) γλυκό σνακ, το Παστέλειον είναι ένα ολοκληρωμένο γεύμα χωρίς συντηρητικά, χρώματα και ζάχαρη και χωρίς ενισχυτικά γεύσης. Γεννήθηκε στα Χανιά σε μια μικρή οικοτεχνία, η οποία μεγάλωσε, αναδιαμορφώθηκε, έγινε ένα σύγχρονο εργαστήριο που πλέον τα προϊόντα του μπορεί να τα βρει κανείς σε όλη την Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.

Εν τω μεταξύ τελείωσα και μια γευστική δοκιμή με χαλβάδες Αργουδέλη. Η αγαπημένη χαλβαδοποιία-ταχινοποιία δεν σταματά να φτιάχνει τους κλασικούς της χαλβάδες αλλά ταυτόχρονα προτείνει και μερικές καινούργιες γεύσεις με φυσικό δάκρυ μαστίχας Χίου, με καφέ, με φιστίκι ελληνικό κελυφωτό και από ταχίνι ολικής άλεσης. Τι να πω τώρα… Δοκίμασα και ξαναδοκίμασα. Δεν μπόρεσα να καταλήξω. Ολοι μου άρεσαν. Στην αρχή στράφηκα στον ολικής άλεσης χαλβά, μετά με κέρδισε εκείνος με τον καφέ, μετά όλοι. Αυτή τη στιγμή ψήνεται στον φούρνο ένα κέικ με ταχίνι Αργουδέλη. Μοσχομυρίζει. Περιμένω με το πιάτο στο χέρι.

Και ενώ τακτοποιώ το ντουλάπι και το ψυγείο για να περάσει η ώρα συνειδητοποιώ πως τελευταία υπάρχει στην αγορά μια διάθεση να αξιοποιήσουμε τα δικά μας προϊόντα. Εκτός από τα προηγούμενα προϊόντα με το μέλι, τα φιστίκια, τη μαστίχα και τα υπόλοιπα, να σου και μια άλλη προσπάθεια, μια διεθνή πατέντα που συνδυάζει δύο ελληνικά ΠΟΠ, το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο Σητείας με το εκχύλισμα του κρόκου Κοζάνης που ανέπτυξε η εταιρεία τροφίμων από την Κοζάνη Αφοί A. Πιτένη. Αυτό το πάντρεμα αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία μιας premium σειράς, η οποία αποτελείται από επτά σαλάτες και τρία ντρέσινγκ. Ορεξη να ’χεις και ζεστό ψωμί ν’ αλείφεις…

Αλλά τώρα θα διαβάσουμε. Οχι συνταγές, αλλά για μια κυρία των συνταγών, τη Χρύσα Παραδείση. Η Μαρία Τσοσκούνογλου, που σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στην Αθήνα και Κοινωνιολογία στο Παρίσι και στο Λονδίνο, εξέδωσε το βιβλίο «Αναζητώντας τη Χρύσα Παραδείση» και αναρωτιέται τι είναι άραγε αυτό που κάνει τα βιβλία μαγειρικής της Παραδείση να αντέχουν στον χρόνο. Πώς μια απλή νοικοκυρά του 1960 εξελίχθηκε στην πιο διάσημη μαγείρισσα και συγγραφέα οδηγών μαγειρικής της εποχής της; Και πώς οι σαρωτικές κοινωνικές αλλαγές των επόμενων δεκαετιών άλλαξαν το προφίλ της Ελληνίδας στο σπίτι και στην εργασία; Τα βιβλία μαγειρικής της λοιπόν γίνονται ένα εργαλείο για να φωτιστεί όχι μόνο η κουζίνα της εποχής αλλά και όλη η δεκαετία του 1960. Μαθαίνω ακόμη πως η Παραδείση είχε γράψει και ένα παιδικό βιβλίο από το οποίο αντιγράφω: «Μην είσαι ανυπόμονη και ανοιγοκλείνεις την πόρτα του φούρνου αν το φαγητό ή το γλύκισμα δεν έχει σχεδόν ψηθεί. Το αποτέλεσμα θα είναι να αργήσει το ψήσιμό του και να μη γίνει καλό».

Νιώθω πως κάποιος με μαλώνει γλυκά για τη δική μου συμπεριφορά απέναντι στο κέικ. Ευτυχώς που πρόλαβε και φούσκωσε…

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 8 Μαρτίου 2015.