Δεν είναι μυστικό ότι η ατμόσφαιρα στα αμερικανικά πανεπιστήμια δεν περίμενε ούτε το Ισραήλ αλλά ούτε και την Παλαιστίνη για να μυρίσει μπαρούτι.

Κάτι η πολιτική πόλωση, κάτι λίγο ο τοξικός ακτιβισμός που τη συνοδεύει, κατάφεραν να διαμορφώσουν ένα άγονο πεδίο αντιπαράθεσης, το οποίο μάλλον περισσότερο σε οπαδικό παρά σε ακαδημαϊκό διάλογο προσομοιάζει.

Σίγουρα το εύφλεκτο υλικό που έχουν προσφέρει οι διάφοροι πόλεμοι για τα κοινωνικά θέματα (culture wars) στις ΗΠΑ δεν είναι λίγο. Ωστόσο, εάν ένα διεθνές θέμα είναι ικανό να εξελιχθεί στην ιδεολογική μητέρα των μαχών, αυτό είναι, όπως αποδείχτηκε, το Παλαιστινιακό. Οπως ακούγεται συχνά, η Αμερική είναι η χώρα της υπερβολής. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στην άτυπη κόντρα που ξέσπασε μεταξύ διευθυντικών στελεχών της Wall Street και των φοιτητών που διαδήλωναν σε ορισμένα από τα πιο ελίτ πανεπιστήμια της χώρας. Μάλιστα οι τελευταίοι βρέθηκαν ούτε λίγο ούτε πολύ αντιμέτωποι με ένα άτυπο επαγγελματικό εμπάργκο.

Δεν είδαν την καταιγίδα που ερχόταν

Το σίγουρο πάντως είναι ότι σε μερικά χρόνια οι ρόλοι θα έχουν αλλάξει και ορισμένοι από αυτούς τους φοιτητές θα στελεχώνουν θέσεις-κλειδιά στην αμερικανική γραφειοκρατία. Αλλωστε και ο νυν υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν ήταν κάποτε ένας απλώς φοιτητής τόσο στο Χάρβαρντ όσο και στο Κολούμπια. Ωστόσο, ο αμερικανός υπουργός δεν χρειάζεται να γυρίσει πίσω στα φοιτητικά του χρόνια για να θυμηθεί λίγο πιο ανέμελες στιγμές. Μόλις δύο εβδομάδες νωρίτερα έπαιζε ηλεκτρική κιθάρα και τραγουδούσε το «Hoochie Coochie Man» σε εκδήλωση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Την ίδια στιγμή, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν εμφανιζόταν να υποστηρίζει ότι η Μέση Ανατολή διανύει τη πιο ήσυχη περίοδο της τελευταίας εικοσαετίας.

Αυτός ο καθησυχασμός αντανακλούσε την αίσθηση ότι με τις «Συμφωνίες του Αβραάμ» έχουν γίνει μικρά αλλά σημαντικά βήματα. Η Ουάσιγκτον ήθελε αυτή τη νηνεμία για να συνεχίσει την απαγκίστρωσή της από τη Μέση Ανατολή και να στρέψει το ενδιαφέρον της προς τον Ειρηνικό, όπου καλείται να αντιμετωπίσει την Κίνα ως τον σοβαρότερο γεωπολιτικό αντίπαλό της.

Η πραγματικότητα, όμως, της περιοχής ήρθε για να διαψεύσει για μια ακόμα φορά αυτούς τους ευσεβείς πόθους, δείχνοντας πόσο εύθραυστη και περίπλοκη υπόθεση είναι η διατήρηση της ειρήνης χωρίς την οριστική διευθέτηση του Μεσανατολικού.

Οι επιχειρησιακές δυνατότητες που επέδειξε η Χαμάς έπιασαν στον ύπνο και τους Αμερικανούς και πλέον πολλοί αναλυτές θεωρούν την επίθεση ως μια στιγμή-ορόσημο που αλλάζει άρδην τα μέχρι τώρα δεδομένα στην περιοχή.

Ενας από τους αναλυτές που υιοθετούν αυτή την οπτική της είναι ο πρώην αμερικανός πρέσβης και διευθυντής του προγράμματος για τη Μέση Ανατολή στη δεξαμενή σκέψης «Wilson Center» Τζέιμς Τζέφρι. Ο πρώην διπλωμάτης παρομοιάζει την επίθεση της Χαμάς με τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, εκτιμώντας ότι «κανένας πρόσφατος πόλεμος δεν έχει απειλήσει τόσο το αμερικανικό σύστημα στη Μέση Ανατολή».

Υπό το βάρος της αποτελεσματικότητας της επίθεσης αλλά και των θηριωδιών της Χαμάς, ο Λευκός Οίκος αναγκάστηκε να προσφέρει στήριξη χωρίς κανέναν αστερίσκο στο Ισραήλ. Οπως άλλωστε είπε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Κίρμπι, «η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια έρχεται χωρίς προϋποθέσεις».

Βεβαίως, όσο περνούν οι μέρες οι ευγενικές συστάσεις για αυτοσυγκράτηση προς το Ισραήλ πληθαίνουν, κάτι που έγινε εμφανές και στο διάγγελμα που απηύθυνε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν από το Οβάλ Γραφείο προς τον αμερικανικό λαό. Μετά το αρχικό σοκ, στην Ουάσιγκτον έχουν κατανοήσει ότι η αποφυγή μιας ανθρωπιστικής καταστροφής πρέπει να είναι ένας από τους τρεις βασικούς πυλώνες στη στρατηγική που διαμορφώνεται για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Κόβονται οι γέφυρες με τον αραβικό κόσμο

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άνευ όρων στήριξη στο Ισραήλ γέννησε δυσαρέσκεια στον αραβικό κόσμο και έθεσε σε κίνδυνο τον στόχο για την αποφυγή του κινδύνου μιας γενικευμένης περιφερειακής ανάφλεξης. Αυτό έγινε εμφανές από την έκρηξη στο νοσοκομείο, η οποία, ανεξάρτητα από το ποιος είναι πραγματικά υπεύθυνος, ανατίναξε στον αέρα την επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ και γκρέμισε όλες τις γέφυρες που είχε προσπαθήσει να χτίσει τις προηγούμενες μέρες ο Αντονι Μπλίνκεν.

Από εκεί και πέρα η ταχύτητα με την οποία η Ουάσιγκτον ανέπτυξε σε κορυφαίο στρατιωτικά επίπεδο την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο εξέπεμψε σίγουρα ένα ισχυρό μήνυμα αποτροπής σε όλους τους παίκτες που συνθέτουν το περίπλοκο παζλ αυτής της εξαιρετικά ευαίσθητης περιοχής.

Και φυσικά κρίνεται ότι αυτή η παρουσία λειτουργεί αποτρεπτικά στο ενδεχόμενο μιας επίθεσης στις πλωτές δεξαμενές φυσικού αερίου που βρίσκονται εντός της ισραηλινής ΑΟΖ, με δεδομένο ότι στο παρελθόν έχουν υπάρξει σχετικές απειλές τόσο από τη Χεζμπολάχ όσο και από τη Χαμάς.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως σκέψη για άμεση στρατιωτική εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών, ειδικά τη στιγμή που η χώρα ετοιμάζεται να μπει σε μια μακρά και επίπονη προεκλογική περίοδο.

Η επικείμενη ρεβάνς που θα προσπαθήσει να πάρει ο Ντόναλντ Τραμπ από τον Τζο Μπάιντεν θα αντιπαραβάλει δύο δραστικά οράματα για τον ρόλο της Αμερικής στον κόσμο τραβώντας τα βλέμματα τόσο των φίλων όσο και των εχθρών της Ουάσιγκτον.