Η Σύμη είναι γνωστή για τα όμορφα αρχοντικά της που δείχνουν τη μεγάλη ιστορία της, το εντυπωσιακό αμφιθεατρικό λιμάνι της, τα ιδιαίτερα ξωκκλήσια, τα γιοτ που τη νύχτα κάνουν το λιμάνι να αστράφτει σαν διαμάντι… Ολα αυτά όμως, ο πλούτος και η αφθονία, περιέργως συνδέονται με τη… βιολογία. Τι σημαίνει αυτό; Στις ημέρες μας όλοι έχουμε ακούσει για το συμιακό γαριδάκι, τον πλέον περιζήτητο μεζέ. Επιπλέον έχουμε ακούσει για τον πλούτο της θαλάσσιας ζωής της Σύμης. Εκείνο που δεν είναι γνωστό είναι ότι στην πορεία των χρόνων όλα αυτά τα αρχοντικά χτίστηκαν με χρήματα από την αλιεία των σπόγγων!

Από το γαριδάκι στις αράχνες

Με αφορμή αυτό, ας γνωρίσουμε τους πιο ιδιαίτερους εκπρόσωπους της πανίδας της Σύμης.

  • Το συμιακό γαριδάκι είναι μια μικρή γαρίδα (Plesionika narval) που μοιάζει με γόνο. Δεν μεγαλώνει σχεδόν καθόλου, διατηρεί μήκος μόλις 4 εκατοστών, ενώ είναι ραβδωτή, κατακόκκινη και έχει γεύση που ελαφρώς γλυκίζει. Στην Ελλάδα αφθονεί στα παράλια της Σύμης, ειδικά στα βόρεια του νησιού, στην περιοχή από το Σεσκλί μέχρι τον Αϊ-Μιλιανό, αλλά και στην Κάρπαθο και στο Καστελλόριζο, όπου προτιμά τα πετρώδη μέρη – τις τραγάνες όπως τα λένε οι ντόπιοι αλιείς – σε βάθη από 2 ως 200 μέτρα. Γεννά όλον τον χρόνο αβγά, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση έλλειψής του. Γιατί ονομάζεται συμιακό; Οι απόψεις διίστανται. Αλλοι λένε ότι παλιά μόνο οι Συμιακοί τις έτρωγαν, ενώ στα άλλα νησιά τις πετούσαν. Αλλοι πάλι λένε ότι πρώτοι οι Συμιακοί βρήκαν τις κατάλληλες μεθόδους αλιείας τους.
  • Ενα πολύ χαριτωμένο ερπετό που ζει στη Σύμη είναι ο κροκκάς ή αλλιώς κροκοδειλάκι του Αιγαίου. Ο κροκκάς είναι ένα ενδημικό για τη Σύμη είδος σαύρας που είναι αρκετά τρομακτικό στην όψη. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το κροκοδειλάκι, Stellagama stellio, είναι μια μεγάλου μεγέθους σαύρα με το μήκος της να φτάνει συνολικά τα 30 εκ. Δεν χρειάζεται να τη φοβόμαστε όμως! Σπανίως θα τη βρούμε σπίτι, προτιμά τις βεράντες και τα δέντρα μας. Είναι ημερόβια σαύρα που αρέσκεται να λιάζεται αρκετά και προτιμά πετρώδη και ξηρά ενδιαιτήματα. Τρέφεται με έντομα και τα τελευταία χρόνια υποβοηθείται η αναπαραγωγή της με σκοπό να αντικαταστήσει το ιγκουάνα ως κατοικίδιο, καθώς το ιγκουάνα είναι ένα τροπικό είδος ζώου, μη κατάλληλο για τις συνθήκες που επικρατούν στην Ευρώπη, ενώ το κροκοδειλάκι του Αιγαίου είναι εξελιγμένο στο κλίμα που επικρατεί στη χώρα μας. Κάποια κροκοδειλάκια που κατάφεραν με κάποιον τρόπο να δραπετεύσουν από τα Δωδεκάνησα έχουν αναπτύξει αποικίες και στη Στερεά Ελλάδα: πρόσφατα ανακαλύφθηκε μια τέτοια και στο δάσος του Σέιχ Σου.
  • Στη Σύμη δεν συναντώνται μεγάλα αρπακτικά και επικρατούν τα ερπετά. Η χελώνα η ελληνική (Testudo graeca) τριγυρίζει παντού και γι’ αυτό οι οδηγοί πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί. Στη Σύμη ζουν πολλά είδη φιδιών και είναι από τα λίγα νησιά του συμπλέγματος των Δωδεκανήσων στο οποίο θα συναντήσει κανείς τη δηλητηριώδη οχιά, πιο συγκεκριμένα το είδος «οθωμανική οχιά», Montivipera xanthina. Οσο τρομακτικό κι αν ακούγεται αυτό, η παρουσία όχι μόνο της οχιάς, αλλά και των υπόλοιπων φιδιών, είναι πολύ σημαντική για το οικοσύστημα, καθώς κρατάει σε ισορροπία τον αριθμό των τρωκτικών, εντόμων και αραχνοειδών που υπάρχουν στο νησί. Το κύριο χαρακτηριστικό της οθωμανικής οχιάς είναι το μικρό τους μήκος (περίπου ένα μέτρο) με σχετικά χοντρό κορμό. Αν θέλουμε να την απομακρύνουμε από έναν χώρο, μια σκούπα και ένας κουβάς είναι ο πιο σωστός, οικολογικός και ανθρωπιστικός τρόπος.
  • Η αράχνη-λύκος είναι ένα άλλο συναρπαστικό είδος που ζει στη Σύμη. Οι περισσότεροι τη φοβούνται, αφού πρόκειται για μια αρκετά μεγάλη τριχωτή αράχνη, που μπορεί να ξαφνιάσει οποιονδήποτε τη δει για πρώτη φορά. Και αυτή όμως είναι σημαντική για το οικοσύστημα. Το ευτυχές της υπόθεσης είναι ότι η αράχνη-λύκος (ή ρόα στα συμιακά και εφταλουτρού στη Λέρο) δεν προτιμά τις κατοικήσιμες περιοχές, αλλά τις πέτρες και τα βράχια των απόμακρων περιοχών. Οι αράχνες είναι γενικά ωφέλιμες καθώς είναι αρπακτικά και με την παρουσία τους σε έναν χώρο μπορούν να μειώσουν σημαντικά τους πληθυσμούς επιβλαβών εντόμων, όπως μύγες και κουνούπια.

Ιδιαίτερη και η χλωρίδα

Και η χλωρίδα της Σύμης όμως είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Επικρατούν φυσικά, όπως σε όλη την Ελλάδα, τα φρύγανα και τα κωνοφόρα, όμως η γεωγραφική απομόνωση του νησιού είχε ως αποτέλεσμα να εξελιχθούν πολλά ενδημικά ειδή φυτών. Κρόκος, κρινάκια, ορχιδέες αφθονούν στην ενδοχώρα του νησιού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το αγγειόσπερμο που πήρε το όνομά του από τη Σύμη: Allium symiacum (Galanos & Tzanoudakis) που ανακαλύφθηκε το 2017 και φυσικά, όπως συμβαίνει με όλα τα είδη που έχουν τόσο μικρή γεωγραφική κατανομή, προστατεύεται και χαρακτηρίζεται ως «Κρισίμως Κινδυνεύον».

Οπως βλέπουμε λοιπόν, η Σύμη έχει γενικότερα πλούσια χλωρίδα και πανίδα, με πολλά διαφορετικά ενδημικά είδη. Τα νερά και οι νησίδες που την περιβάλλουν έχουν χαρακτηριστεί περιοχή Natura και ενώ είναι γνωστή για τον πετρώδη χαρακτήρα της, στην πραγματικότητα θα ξαφνιάσει ευχάριστα κάθε επισκέπτη που ενδιαφέρεται για τη μελέτη της φύσης.