Ποιος θα πληρώσει την πράσινη ανάπτυξη και τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας; Ποιες χώρες χρειάζονται και θα πρέπει να λάβουν τη μεγαλύτερη βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τις καταστροφές που ήδη προκαλεί η κλιματική αλλαγή, π.χ. τους παρατεταμένους καύσωνες και την ξηρασία;

Οι υποσχέσεις των πλούσιων χωρών για χρηματοδοτήσεις ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω διαφόρων ταμείων και σχημάτων έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό στα χαρτιά. Οι εισφορές γίνονται σε εθελοντική βάση. Υπήρξε πάντως κινητικότητα εν όψει της COP28 και συγκεντρώθηκαν 420 εκατ. δολάρια στο ταμείο για τις αποζημιώσεις προς τις φτωχότερες χώρες, με τη Γερμανία να δεσμεύεται για την καταβολή 100 εκατ. δολαρίων. Οι άμεσες και έμμεσες δαπάνες των Ευρωπαίων για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ανάσχεση της Ρωσίας έχουν κάνει σφιχτοχέρηδες τους πλούσιους και ακόμα πιο διστακτικούς εκείνους που προβληματίζονται από δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Στις ΗΠΑ οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη διάθεση δεκάδων δισεκατομμυρίων, με τη μορφή αναπτυξιακής βοήθειας και δανείων, προσκρούουν στα εμπόδια που θέτουν οι Ρεπουμπλικανοί καθώς ελέγχουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και ψαλιδίζουν κάθε οικονομικό πακέτο που εισηγείται ο Λευκός Οίκος. Σημειώνεται ότι στους πολιτικούς αντιπάλους του Δημοκρατικού προέδρου περιλαμβάνονται αρνητές της κλιματικής αλλαγής, πολέμιοι της πράσινης ενέργειας και υπέρμαχοι ενός νέου απομονωτισμού. Για το οικονομικό έτος 2023 το Κογκρέσο ενέκρινε μόνο ένα από τα 11,4 δισ. δολάρια που ζήτησε ο Μπάιντεν για το Πράσινο Ταμείο (Green Climate Fund).

Αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη ροή χρήματος προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, η επανάσταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα παραμείνει ένας αντικατοπτρισμός στην έρημο, προειδοποίησε ο Σάιμον Στιλ, επικεφαλής της Υπηρεσίας του ΟΗΕ για το Κλίμα, κατά την έναρξη της διάσκεψης. Πάντως στην COP28 έδωσαν δυναμικά το «παρών» ισχυρές πολυεθνικές εταιρείες, διεκδικώντας ρόλους και προσφέροντας λύσεις μέσω διαφόρων επενδυτικών σχημάτων.

Ολα αυτά συμβαίνουν στη σκιά της διαρκούς διαμάχης για τον καταλογισμό ευθυνών στους μεγάλους ρυπαντές. Για παράδειγμα, αναπτυσσόμενες χώρες που επιμένουν να καίνε κάρβουνο για τις ενεργειακές ανάγκες τους θέτουν ως ορόσημο τη βιομηχανική επανάσταση (που άρχισε στα μέσα του 18ου αιώνα στη Βρετανία) και υποστηρίζουν ότι η ανάπτυξη της Δύσης έγινε σε βάρος του υπόλοιπου πλανήτη. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα μεγαλύτερος ρυπαντής ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, που παρέδωσε τα σκήπτρα στις ΗΠΑ. Η χώρα που εκλύει το περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα σήμερα είναι η Κίνα. Ομως η χώρα που έχει ρυπάνει περισσότερο τη γήινη ατμόσφαιρα με CO2 διαχρονικά παραμένει η Αμερική, με διπλάσια ποσότητα από εκείνη της Κίνας. Μπορεί άραγε να θεωρείται σήμερα η Κίνα αναπτυσσόμενη χώρα και να διεκδικεί στήριξη για την ενεργειακή της μετάβαση;