Τις περισσότερες φορές, η στήλη αυτή πασχίζει να αποφύγει τον συναισθηματισμό. Καθότι όμως είναι γιορτές και το θέμα μας είναι το μέλλον των κινηματογράφων, επιτρέψτε μου μια μικρή εξαίρεση.
Ο διάσημος κωμικός Τζέρι Σάινφελντ, ο οποίος μάλλον γνωρίζει κάτι παραπάνω για τη βιομηχανία του θεάματος, έχει υποστηρίξει ότι η κινηματογραφική βιομηχανία, όπως είναι σήμερα, έχει τελειώσει, ακόμη κι αν το Χόλιγουντ αργεί να συνειδητοποιήσει τι έχει συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες.

«Δεν έχουν ιδέα ότι η κινηματογραφική βιομηχανία έχει τελειώσει» δήλωσε πέρυσι στο περιοδικό «GQ». «Ο κινηματογράφος δεν βρίσκεται πια στην κορυφή της κοινωνικής και πολιτιστικής ιεραρχίας όπως ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας. Οταν έβγαινε μια ταινία, αν ήταν καλή, πηγαίναμε όλοι να τη δούμε. Τη συζητούσαμε. Λέγαμε ατάκες και σκηνές που μας άρεσαν. Τώρα κατακλυζόμαστε από έναν καταιγισμό περιεχομένου, έναν χείμαρρο περιεχομένου που πασχίζουμε να διαχειριστούμε».

Το μέλλον
Ενδεχομένως ο Σάινφελντ λίγο να υπερβάλλει, ωστόσο η παρατήρησή του έχει ενδιαφέρον, με φόντο την προσπάθεια των Netflix και Paramount να διεκδικήσουν τη Warner Bros και τη θρυλική της ταινιοθήκη, που περιλαμβάνει όχι μόνο τα «Harry Potter», «Batman» και «Barbie», αλλά και κλασικά έργα όπως τα «Matrix», «Dirty Harry», «Rio Bravo» και «Casablanca». Σε έναν βαθμό, τα σχόλιά του εξυπηρετούσαν τον ίδιο: τότε προωθούσε τη νέα του ταινία, «Unfrosted», η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Netflix και όχι από παραδοσιακό στούντιο. Οπως ολοένα και περισσότερες ταινίες σήμερα, έκανε μια σύντομη κινηματογραφική πρεμιέρα, προτού εμφανιστεί στην πλατφόρμα.

Ορισμένοι φοβούνται ότι εάν το Netflix αποκτήσει τη Warner Bros., το μέλλον θα έχει περισσότερο streaming και λιγότερες κινηματογραφικές κυκλοφορίες. Το κοινό θα συρρικνωθεί και οι αίθουσες θα έχουν την τύχη των βιντεοκλάμπ. Αλλοι υποστηρίζουν ότι η εξέλιξη έχει ήδη δρομολογηθεί, ανεξάρτητα από το ποιος θα αγοράσει τη Warner Bros.
«Αλλά ο κινηματογράφος, όπως τον γνωρίζαμε, σε 10 χρόνια δεν θα υπάρχει»
Ο Τζον Πόντχορετς, διευθυντής του Commentary και επί χρόνια κριτικός κινηματογράφου, έγραψε πρόσφατα στα κοινωνικά δίκτυα ότι η πανδημία ίσως να «σκότωσε» οριστικά τη συνήθεια του σινεμά, όμως η πτωτική τάση προϋπήρχε.
Η προσέλευση
«Ισως το Netflix να προβάλλει ταινίες της Warner στους κινηματογράφους, ίσως και όχι. Μπορεί οι ταινίες της Γκέργουιγκ για τα “Χρονικά της Νάρνια” κάνουν θραύση στις αίθουσες και το ίδιο να συμβεί με την “Οδύσσεια” του Νόλαν. Θα υπάρξουν ταινίες που θα βγάζουν χρήματα» έγραψε. «Αλλά ο κινηματογράφος, όπως τον γνωρίζαμε, σε 10 χρόνια δεν θα υπάρχει. Το αποτύπωμά του είναι υπερβολικά μεγάλο σε όρους real estate και η μειωμένη κίνηση δεν θα δικαιολογεί πια τόσο μεγάλο. Πιθανότατα θα υπάρχουν 10 κινηματογράφοι στο Μανχάταν τότε. Και κάθε πόλη θα έχει έναν ή δύο».

Εύχομαι οι σκεπτικιστές να έχουν άδικο, αλλά τα δεδομένα είναι με το μέρος τους. Στο βιβλίο «The Hollywood Economist», ο Εντουαρντ Τζέι Επσταϊν υπολογίζει ότι το 1929, τη χρονιά των πρώτων Οσκαρ, κατά μέσο όρο 95 εκατομμύρια άνθρωποι – δηλαδή σχεδόν τα τέσσερα πέμπτα του αμερικανικού πληθυσμού – έβλεπαν μια ταινία κάθε εβδομάδα. Η κορύφωση ήρθε τις δεκαετίες του 1940 και ’50, αλλά η επισκεψιμότητα άρχισε να μειώνεται με τη διάδοση της τηλεόρασης. Το 2010 η μέση εβδομαδιαία προσέλευση είχε πέσει στα 30 εκατομμύρια. Το 2019, πριν από την πανδημία, οι πωλήσεις εισιτηρίων άγγιξαν τα 1,2 δισ. Πέρυσι ήταν λίγο πάνω από 760 εκατομμύρια.
Νοσταλγία
Ως παιδί στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές του ’80, θυμάμαι με νοσταλγία τους μεγάλους κινηματογράφους με πολυελαίους, μοκέτες και ταπετσαρισμένα καθίσματα. Θυμάμαι τους ταξιθέτες με στολή και φακούς. Οι ουρές για εισιτήρια ήταν μεγάλες. Επρεπε να πας νωρίς για τις βραδινές προβολές, ιδίως τα Σαββατοκύριακα.
Οι νεότερες γενιές, που μεγάλωσαν με μικρές οθόνες, δεν μπορούν να νοσταλγήσουν κάτι που δεν έζησαν, και φαίνεται πως προτιμούν να βλέπουν το περιεχόμενο που οι ίδιοι δημιουργούν στις συσκευές τους.
Αλλά αυτό που μέτρησε περισσότερο δεν ήταν ο χώρος, αλλά η κοινή εμπειρία. Το να βλέπεις τον «E.T.», τους «Κυνηγούς της χαμένης κιβωτού» ή τον «Superman» σε μια τεράστια οθόνη, μέσα σε σκοτεινή αίθουσα, παρέα με εντελώς άγνωστους ανθρώπους, προσέφερε μια έντονη, σχεδόν ηλεκτρισμένη συγκίνηση που καμία οικιακή προβολή δεν μπορεί να προσφέρει.
Ο Τζέιμς Γκαν, σκηνοθέτης του «Φύλακες του Γαλαξία» και της φετινής νέας εκδοχής του «Superman», δήλωσε στο «Rolling Stone» ότι το Χόλιγουντ θα μπορούσε να επανακάμψει απλώς φτιάχνοντας καλύτερες ταινίες.
Δεν είμαι όμως σίγουρος ότι η ποιότητα είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Οι κακές ταινίες ήταν πάντα περισσότερες από τις καλές. Το κοινό ποτέ δεν ήταν τόσο εκλεκτικό. Το σινεμά ήταν απλώς μια δημοφιλής έξοδος, άσχετα με το τι έπαιζε. Περνούσε η ώρα. Μία από τις πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών είναι ο «Τιτανικός», που δεν θα μπορούσε ποτέ να συγκριθεί με τον «Νονό».
Ο κ. Σάινφελντ έχει δίκιο: η έξοδος στο σινεμά ήταν κάποτε μια καθηλωτική εμπειρία και ένας τρόπος σύνδεσης με τους άλλους μέσα από κοινές πολιτιστικές αναφορές. Παραμένει έτσι για όσους συνεχίζουν να πηγαίνουν, αλλά πολλοί δεν μπαίνουν πια στον κόπο. Είναι ακριβό και άβολο. Το σπίτι είναι πιο άνετο. Οι άλλοι θεατές μπορεί να είναι ενοχλητικοί. Το καταλαβαίνω. Οι νεότερες γενιές, που μεγάλωσαν με μικρές οθόνες, δεν μπορούν να νοσταλγήσουν κάτι που δεν έζησαν, και φαίνεται πως προτιμούν να βλέπουν το περιεχόμενο που οι ίδιοι δημιουργούν στις συσκευές τους, αλλά αυτό είναι θέμα για άλλη συζήτηση.
Σε κάθε περίπτωση, το streaming τούς επιτρέπει να βλέπουν ταινίες με τους δικούς τους όρους και όχι με τους όρους της αίθουσας, και το Netflix τούς προσφέρει ακριβώς αυτό που θέλουν.





