Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Τσεχοσλοβακία κατά τη διάρκεια της Ανοιξης της Πράγας, η ταινία «Τα κύματα της Ανοιξης», που προβάλλεται αυτή την περίοδο στις αίθουσες, εστιάζει στην ιστορία μιας ομάδας γενναίων δημοσιογράφων που, με έναν πραγματικό ηγέτη δίπλα τους, τον δημοσιογράφο Μίλαν Βίνερ (τον υποδύεται ο Στάνισλαβ Μάιερ), αρνήθηκαν να σωπάσουν και συνέχισαν να μεταδίδουν, ανεξάρτητα, την αλήθεια. Πρόκειται για την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που υπογράφει ως σκηνοθέτης ο 39χρονος Γίρι Μαντλ, ένας από τους πιο γνωστούς τσέχους ηθοποιούς των καιρών μας, με περισσότερες από 50 συμμετοχές σε ταινίες και σειρές, ο οποίος όμως παραμένει άγνωστος στη χώρα μας. Η ταινία «Τα κύματα της Ανοιξης», που αφορά την πρόσφατη ιστορία της Τσεχίας, έκανε θραύση στα ταμεία της χώρας παραγωγής της και εν συνεχεία υπήρξε η επίσημη πρόταση της Τσεχίας για την κατηγορία της καλύτερης διεθνούς ταινίας στη φετινή 97η απονομή των βραβείων Οσκαρ.
Ποιος ήταν ο συγκεκριμένος στόχος σας (αν πράγματι υπήρχε) όταν αποφασίσατε να κάνετε αυτή την επιστροφή στην ιστορική εποχή, που είναι προφανώς μια μεγάλη στιγμή ελευθερίας του λόγου στη χώρα σας;
«Ηταν τα διλήμματα, για τα οποία είχα ακούσει πολλά, που με τράβηξαν στην ιστορία. Ειλικρινά δεν ξέρω πόσο γνωστό είναι αυτό το περιστατικό σε άλλες χώρες, αλλά δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Ξέρω απλώς ότι ο όρος «Ανοιξη της Πράγας» χρησιμοποιείται σε πολλές παραλλαγές, όπως π.χ. η Αραβική Ανοιξη, και ότι αναφέρεται πάντα σε κάποια κρίσιμη στιγμή που εφιστά την προσοχή του κόσμου».
Σας ανησύχησε καθόλου το ενδεχόμενο η ιστορία της ταινίας να μην μπορεί να επικοινωνήσει με κοινό εκτός Δημοκρατίας της Τσεχίας;
«Για εμένα δεν έχει σημασία πού συμβαίνει μια ιστορία. Οι ιστορίες, με γνώμονα τις αποφάσεις που παίρνονται, ταξιδεύουν πάντα τόσο καλά όπως ταξίδεψαν τελικά τα «Κύματα». Eπειδή τα μικρά – μεγάλα βήματα είναι το μόνο πράγμα που μπορούμε ως άνθρωποι να κάνουμε σε τέτοιες ιστορικές στιγμές που αναστατώνουν όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και την ανθρωπότητα».
Εχοντας γεννηθεί 20 χρόνια ύστερα από αυτά τα γεγονότα, τι ήταν αυτό που προσωπικά χρειάστηκε να κάνετε για να καταλάβετε την εποχή με την οποία αποφασίσατε να ασχοληθείτε και με τα όσα περιγράφετε στην ταινία;
«Χρειάστηκε να κάνω την έρευνά μου, η οποία δεν ήταν και τόσο απλή αν λάβει κανείς υπόψη του ότι μου πήρε τρία περίπου χρόνια. Για εμένα, όμως, το ότι γεννήθηκα πολύ αργότερα από την ιστορία που αποφάσισα να περιγράψω ήταν το μεγαλύτερό μου πλεονέκτημα. Καθώς δεν είχα υποκειμενική εμπειρία, μπορούσα να δω τη μεγαλύτερη εικόνα πολύ πιο ξεκάθαρα».
Πιστεύετε ότι στις μέρες μας είναι πιο δύσκολο να βρεις ανθρώπους με το θάρρος, τη δύναμη και την επιμονή του Μίλαν Βίνερ από όσο ήταν τότε;
«Πιστεύω ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει πρώτα να δοκιμαστεί ο πραγματικός χαρακτήρας του κάθε ανθρώπου. Πάντα. Είναι δύσκολο να ανακαλύψεις έναν ήρωα σε μια ειρηνική και δημοκρατική εποχή. Αλλά με ό,τι συμβαίνει στον κόσμο, θα είμαστε σταδιακά πιο εκτεθειμένοι σε δύσκολες καταστάσεις στις οποίες θα βρεθούν άλλοι Βίνερ. Μπορώ να πω ότι είμαι πεπεισμένος για αυτό».
Αν και πρακτικά, όπως και ουσιαστικά, ο κομμουνισμός έχει πεθάνει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, πώς εξηγείτε ότι ακόμη και σήμερα ο κινηματογράφος και το κοινό εξακολουθούν να ενδιαφέρονται ή ακόμα και να γοητεύονται παρακολουθώντας ταινίες ή σειρές που εξερευνούν εκείνη την εποχή;
«Ο Μεσαίωνας έχει τελειώσει εδώ και αιώνες, αλλά ο κόσμος θέλει ακόμα να παρακολουθεί τι γινόταν τότε. Δεν είναι η εποχή το θέμα, είναι η ιστορία – η κάθε ιστορία, στην κάθε ταινία. Αλλά, για να είμαι πιο συγκεκριμένος, ας πούμε ότι ο κομμουνισμός έφερε την τυραννία και την έλλειψη ελευθερίας. Και το κοινό γνωρίζει ότι μια τέτοια συνθήκη μπορεί να είναι πλούσια σε ιστορίες».
Πώς θα σχολιάζατε ότι σήμερα, 50 σχεδόν χρόνια μετά την ιστορία της ταινίας σας, η κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ, μια δημοκρατική χώρα, δεν επιτρέπει ερωτήσεις που αμφισβητούν τις πολιτικές της;
«Είναι πιθανότατα η μεγαλύτερη πρόκληση για το αμερικανικό έθνος. Ο Τραμπ είναι ένα ιστορικό λάθος, όχι το πρώτο και όχι το τελευταίο. Υποθέτω ότι θα καταλήξει πολύ άσχημα, αλλά τώρα εναπόκειται στους Αμερικανούς να καθορίσουν ποιοι είναι και ποιοι θέλουν να είναι».
Την εποχή της ιστορίας των «Κυμάτων της Ανοιξης», ένα άλλο κύμα, το Νέο Κύμα του τσεχοσλοβακικoύ κινηματογράφου, καθιερωνόταν με τη δουλειά ανθρώπων όπως ο Γιαν Καντάρ, ο Ελμαρ Κλος, ο Γίρι Μένζελ, ο Γιάρομιλ Γίρες και ο Mίλος Φόρμαν ανάμεσα σε άλλους. Δεν σας φαίνεται ειρωνικό ότι για να γεννηθεί κάτι νέο και φρέσκο οι καιροί πρέπει να είναι θολοί, δύσκολοι και σκοτεινοί;
«Οι περιορισμοί δημιουργούν στυλ (σ.σ.: γελάει). Αλλά, όχι, δεν νομίζω ότι πρέπει απαραιτήτως να υπάρχει κάτι σκοτεινό. Νομίζω ότι οφείλεται περισσότερο στο ότι το διεθνές κοινό τείνει να ακούει καλύτερα τις ιστορίες εκείνων που υποφέρουν. Καλές όμως ιστορίες παράγονται σε μικρότερες χώρες ακόμα και σε ειρηνικούς καιρούς. Απλώς είναι πιο δύσκολο να τραβήξουν την προσοχή».
Εχετε κάνει όνομα για τη δουλειά σας τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα. Ποια πλευρά αισθάνεστε ότι είναι το πιο δυνατό σας σημείο;
«Πιστεύω ότι είμαι εξίσου και τα δύο. Σίγουρα όμως ότι είμαι καλύτερος ηθοποιός από τότε που ξεκίνησα να σκηνοθετώ. Εχω και τις δύο πλευρές χωρισμένες στο κεφάλι μου ενώ βρίσκομαι στα γυρίσματα. Αλλά πιστεύω ότι ο ένας τομέας εμπλουτίζει τον άλλον. Το ελπίζω τουλάχιστον (σ.σ.: χαμόγελο)».
INFO
Η ταινία «Τα κύματα της Ανοιξης» προβάλλεται στις αίθουσες σε διανομή NEO Films.