Στην αυγή του 2019 είναι κρίσιμης σημασίας ο εντοπισμός των μεγάλων προκλήσεων της Ευρώπης στο γεωπολιτικό, οικονομικό και δημοκρατικό πεδίο, καθώς επηρεάζουν άμεσα την πορεία και την επιβίωση της χώρας μας.

Η Ευρώπη βιώνει το τέλος του παγκόσμιου μεταπολεμικού συστήματος σε μια περίοδο που το γεωπολιτικό κέντρο βάρους μετατοπίζεται στη ΝΑ Ασία. Η υπό διαμόρφωση παγκόσμια τάξη πραγμάτων χαρακτηρίζεται αφενός από ένα ασταθές πολυπολικό σύστημα, όπου δεσπόζουν τρεις πυρηνικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία) και αφετέρου από την επανάκαμψη εθνικιστικών εξάρσεων με κορυφαίες εκφάνσεις το Brexit και την αντιευρωπαϊκή ρητορική ορισμένων ευρωπαίων ηγετών. Η συγκυρία αυτή που οριοθετούν ο εθνικισμός και η real politik αναγκάζει την Ευρώπη να υπερκεράσει τη μονόπλευρη φιλελεύθερη προσέγγιση – εστιασμένη στα θέματα των δικαιωμάτων του ανθρώπου – και να αναπτύξει την ευρωπαϊκή εξωτερική και αμυντική πολιτική σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ σφυρηλατώντας ταυτόχρονα ουσιαστικές σχέσεις ασφάλειας και οικονομικής συνεργασίας ιδιαίτερα με τους πιο απρόβλεπτους εταίρους της, όπως η Ρωσία και η Τουρκία που βρίσκονται σε περιοχές αναταράξεων όπου διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντά της. Η Ευρώπη πρέπει να μεγιστοποιήσει τις συνέργειες μεταξύ εσωτερικών πολιτικών (ενεργειακή, εμπορική, περιβαλλοντική, μεταναστευτική πολιτική, διεθνής ρόλος του ευρώ) και εξωτερικών πολιτικών. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα, που λόγω της θέσης της σε μια ταραγμένη περιοχή της Μεσογείου και των Βαλκανίων ξοδεύει σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες, πρέπει να πρωτοστατήσει στις νέες αυτές πρωτοβουλίες καθώς είναι καίριας σημασίας για την εθνική ακεραιότητα και την ασφάλεια της περιοχής μας.

Ενώ η Ευρώπη βγαίνει από τη δεκαετή οικονομική κρίση, χάριν κυρίως στις μη συμβατικές πολιτικές της ΕΚΤ, αρχίζουν να διαφαίνονται τα πρώτα σημάδια μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης. Η κρίση της ευρωζώνης κατακερμάτισε την ενιαία χρηματοπιστωτική αγορά, εκτόξευσε το κόστος του δανεισμού για τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία, υπονόμευσε την πολιτική της συνοχής και τις αναπτυξιακές προοπτικές του ευρωπαϊκού Νότου. Παρά τα βήματα που έγιναν, η ΕΕ παραμένει ευάλωτη εφόσον δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη την τραπεζική ένωση με το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων και μια αξιόπιστη οιονεί δημοσιονομική πολιτική με μηχανισμούς που να απορροφούν ασύμμετρα σοκ αλλά και να κατανέμουν τα βάρη.

Σε αυτό το περιβάλλον γνωρίζουμε καλά ότι η τυπική έξοδος της χώρας μας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα δεν συνεπάγεται και έξοδο από την κρίση· οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η παρούσα κυβέρνηση προς τους δανειστές για υπερβολικά πρωτογενή ισχύουν ενώ τα δημόσια οικονομικά επιβαρύνονται περαιτέρω από τις εξαγγελίες που αναζωπυρώνουν το πελατειακό σύστημα. Κορυφαία θέματα που θα έχει να αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση μετά τις εκλογές του 2019 είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η αντιμετώπιση τόσο του ιδιωτικού (εξυγίανση των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών) όσο και του δημόσιου χρέους, το οποίο εκτόξευσε η παρούσα κυβέρνηση, η δημιουργία κινήτρων για την επιστροφή των 400.000 επιστημόνων που κατέφυγαν στο εξωτερικό, η ενδυνάμωση του ιδιωτικού τομέα, η ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας τόσο έναντι των ευρωπαίων εταίρων όσο και των διεθνών επενδυτών.

Κοινός παρονομαστής κάθε προσπάθειας θα πρέπει να είναι:

– Η εμπέδωση του κράτος δικαίου, με κορυφαία τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.

– Η δημιουργία μιας αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης.

– Η αναβάθμιση της παιδείας, μεταξύ άλλων και με την αναθεώρηση του Αρθρου 16 Συντάγματος που βρίσκεται σε τραγική αναντιστοιχία με τις καλπάζουσες παγκόσμιες εξελίξεις και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κυρίως όμως είναι αναγκαία η κονιορτοποίηση του στρεβλού κοσμοειδώλου που έφερε την Ελλάδα στη χρεοκοπία και η αντικατάστασή του από μια κοινωνία αποφασισμένη να υπερβεί την κρίση, μια κοινωνία που από κοινωνία της δυσπιστίας και οικονομικού οπισθοδρομισμού μετασχηματίζεται σε μια κοινωνία εμπιστοσύνης, ευκαιριών και προοπτικής – μια κοινωνία και μια χώρα που θα είναι ισότιμη εταίρος στην ΕΕ.

Η δημοκρατία στην Ευρώπη και στην Ελλάδα δοκιμάστηκε από την κρίση της ευρωζώνης και του Μεταναστευτικού οι οποίες τροφοδότησαν την ξενοφοβία και τον λαϊκισμό. Λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές οι προευρωπαϊκές δυνάμεις πρέπει να αρθρώσουν πειστικά το αφήγημα της Ευρώπης ως προϋπόθεσης της δημοκρατίας και της ευημερίας για τα μέλη της. Να ανακτήσουν τον δημόσιο ευρωπαϊκό και πολιτικό χώρο ελεύθερης ανταλλαγής ιδεών όπου και μόνο μπορεί να εμπεδωθεί η αναγκαιότητα της μη αναστρέψιμης ευρωπαϊκής ενοποίησης. Να υψώσουν ανάχωμα στην «τοξική» εσωστρέφεια προτείνοντας φερέγγυες λύσεις, γνωρίζοντας πως η μετάβαση από την τεχνοκρατική στην πολιτική Ευρώπη δεν μπορεί να γίνει χωρίς να επανεξετάσουμε τη ζωτική σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ εθνικού-κράτους και ευρωπαϊκών θεσμών. Να χαράξουν το πολιτικό οδοιπορικό με σταθμούς τα θέματα της εθνικής κυριαρχίας στον αστερισμό της παγκοσμιοποίησης, της διατήρησης της εθνικής ταυτότητας ως στοιχείου αυτογνωσίας και όχι πρόφασης διακρίσεων και διαχωρισμών, και κυρίως του πολιτισμού και της παιδείας ως του εφαλτηριού προς την πολιτική Ευρώπη. Επιβάλλεται να αντιληφθούμε την ανάγκη ισορροπίας ανάμεσα στην οικονομία της αγοράς και το κράτος, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι οι εσωστρεφείς τροχιές τους είχαν επιζήμιες επιπτώσεις στον κοινωνικό ιστό αφού παραμέλησαν συχνά την τοπική κοινωνία των πολιτών, που αποτελεί το ανθεκτικότερο κύτταρο κοινωνικής και οικονομικής αναγέννησης. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που όλα τα σημάδια δείχνουν ότι μπαίνουμε σε νέες ζώνες γεωπολιτικών και οικονομικών αναταράξεων είναι αναγκαία η σφυρηλάτηση κοινωνικής και εθνικής συνοχής γύρω από ένα πυρήνα αξιών ικανών να δώσουν πειστικές απαντήσεις στα διλλήματα που θέτει η παγκοσμιοποίηση και η έξαρση του λαϊκισμού και οι οποίες μπορούν να εγγυηθούν βιώσιμους δημοκρατικούς θεσμούς, την οικονομική ανάπτυξη και μια ανοιχτή κοινωνία.

* Ο κ. Γιώργος Ζαββός ήταν ευρωβουλευτής της ΝΔ και πρεσβευτής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι σύμβουλος Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του προέδρου της ΝΔ.