Δύο πρόσφατα ντοκιμαντέρ του Netflix έχουν πυροδοτήσει θύελλα αντιδράσεων μεταξύ των μελών της επιστημονικής κοινότητας, που αμφισβητούν την αξιοπιστία τους.
Οι δημοφιλείς εκπομπές είναι το «Unknown: Το σπήλαιο με τα οστά» («Unknown: Cave of Bones»), το οποίο εξερευνά το αρχαιότερο ίσως νεκροταφείο του κόσμου, και το «Αρχαία αποκάλυψη» («Ancient Apocalypse»), που μιλά για έναν προηγμένο πολιτισμό που υποτίθεται ότι εξαφανίστηκε κάπου στην τελευταία παγετώδη περίοδο. Και τα δύο βρέθηκαν στο παγκόσμιο top 10 του Netflix όταν προβλήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2023 και τον Νοέμβριο του 2022, αντίστοιχα.
Πολλοί αρχαιολόγοι και ανθρωπολόγοι ωστόσο –σε κριτικές που δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικά περιοδικά, ακαδημαϊκούς και επαγγελματικούς ιστότοπους, βίντεο στο YouTube και σε μια επιστολή προς το Netflix– υποστηρίζουν ότι οι εκπομπές προωθούν θεωρίες που δεν συμβαδίζουν με τις ευρέως αποδεκτές επιστημονικές απόψεις και δεν θα έπρεπε να χαρακτηρίζονται ντοκιμαντέρ.
Το Netflix αρνήθηκε να σχολιάσει το θέμα.
Η σύγκρουση εγείρει ερωτήματα ως προς την ευθύνη των εταιρειών μέσων ενημέρωσης για το περιεχόμενο που παράγουν και προβάλλουν, και ως προς την επιρροή του περιεχομένου αυτού στον τρόπο με τον οποίο το κοινό κατανοεί την επιστήμη. Οι σκηνοθέτες και οι πρωταγωνιστές των συγκεκριμένων εκπομπών τις υπερασπίζονται, λέγοντας ότι η επίσημη επιστημονική κοινότητα είναι υπερβολικά προσκολλημένη στο σύστημα της επιστημονικής κριτικής αξιολόγησης ως μέσο διάδοσης της επιστημονικής γνώσης.
Δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε ένα «επιστημονικό πόνημα υπό μορφή ταινίας», δήλωσε ο Mark Mannucci, σκηνοθέτης και παραγωγός της ταινίας «Το σπήλαιο με τα οστά». «Ελπίζω ότι καταφέραμε να προσδώσουμε έναν άλλο τόνο στην ταινία, παρουσιάζοντας τους επιστήμονες να θέτουν πραγματικά ερωτήματα, αντί να κάνουν διαπιστώσεις που ακούγονται σαν να έχουν βρει όλες τις απαντήσεις».
Ο Βρετανός δημοσιογράφος και συγγραφέας Graham Hancock, ο οποίος παρουσίασε το ντοκιμαντέρ «Αρχαία αποκάλυψη», δήλωσε ότι η σειρά αφηγείται μια ιστορία την οποία ο ίδιος πιστεύει με πάθος. «Στο κάτω-κάτω της γραφής, το κοινό είναι ο τελικός κριτής», δήλωσε ο Hancock. «Ευτυχώς, το κοινό φαίνεται να έχει αγαπήσει πολύ αυτή τη σειρά».
Οι θεατές παρακολούθησαν τα επεισόδια της «Αρχαίας αποκάλυψης» επί σχεδόν 36 εκατομμύρια ώρες συνολικά, στο διάστημα από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του περασμένου έτους, σύμφωνα με την έκθεση τηλεθέασης που δημοσίευσε το Netflix τον Δεκέμβριο. Τα στοιχεία για «Το Σπήλαιο με τα οστά» δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη.
Το Netflix έχει σχεδόν 250 εκατομμύρια συνδρομητές σε περισσότερες από 190 χώρες, σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, και η κατηγορία των ντοκιμαντέρ είναι ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα είδη της πλατφόρμας, όπως διαπίστωσαν ερευνητές στις Βρυξέλλες σε μια μελέτη του 2022.
Το μέγεθος αυτής της απήχησης, λένε οι επιστήμονες, θα έπρεπε να αναγκάσει την εταιρεία να διασφαλίζει την εγκυρότητα του υλικού που διαθέτει στην αγορά ως ντοκιμαντέρ.
«Οι εταιρείες όπως το Netflix έχουν την ευθύνη του παραγωγού», δήλωσε ο John Hoopes, αρχαιολόγος του Πανεπιστημίου του Κάνσας.
Ωστόσο, ο ορισμός του ντοκιμαντέρ έχει γίνει πιο ευέλικτος, δήλωσε η Marcia Rock, διευθύντρια ειδήσεων και ντοκιμαντέρ στο Ινστιτούτο Δημοσιογραφίας Arthur L. Carter του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
«Η μεταφορά πραγματικών γεγονότων στην τηλεόραση έχει τις ίδιες δυσκολίες με τη μυθοπλασία στην τηλεόραση», είπε. «Χρειάζεται ένταση και μια ιστορία με εξέλιξη». Η Rock, η οποία δεν συμμετείχε στην εκπομπή, δήλωσε ότι στην «Αρχαία αποκάλυψη» γίνεται σαφές ότι οι θεωρίες του Hancock δεν συμπορεύονται με την επικρατούσα άποψη. Αυτό είναι αρκετό, πρόσθεσε.
Η σειρά «Αρχαία αποκάλυψη» διερευνά τη θεωρία σύμφωνα με την οποία ότι ένας προηγμένος πολιτισμός συνυπήρξε με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες σε ολόκληρο τον πλανήτη προτού εξαφανιστεί σχεδόν ολοκληρωτικά πριν από περίπου 12.000 χρόνια. Σύμφωνα με την εκπομπή, σε αυτόν τον πολιτισμό οφείλονται οι γνώσεις που επέτρεψαν την εξάπλωση της γεωργίας και την κατασκευή αρχαίων αρχιτεκτονικών θαυμάτων, και όχι στους γηγενείς στους οποίους αποδίδουν συνήθως οι αρχαιολόγοι αυτήν την πρόοδο.
Στην εκπομπή, ο Hancock υποστηρίζει ότι αυτός ο χαμένος πολιτισμός έδωσε τη δυνατότητα ανέγερσης των πυραμίδων στο Μεξικό και την Ινδονησία, των λίθινων ναών στη Μικρονησία και τη Μάλτα και των τύμβων στις νότιες ΗΠΑ, όπως και άλλων κατασκευών. Ισχυρίζεται ότι μια υπόγεια πόλη στη σημερινή Τουρκία ίσως ήταν κάποτε το κέντρο αυτού του πολιτισμού. Υποδεικνύει επίσης έναν υποθαλάσσιο γεωλογικό σχηματισμό στις Μπαχάμες, γνωστό ως δρόμο ή τείχος του Μπίμινι, ως πιθανή απόδειξη των επιτευγμάτων του πολιτισμού αυτού στον τομέα της οδοποιίας.
Κατά κανόνα, οι παλαιότεροι πολιτισμοί τεκμηριώνονται από αρχαιολόγους που φέρνουν στο φως εργαλεία, επιγραφές, γλυπτά και μνημεία και στη συνέχεια χρησιμοποιούν τεχνικές, όπως τη ραδιοχρονολόγηση, για να προσδιορίσουν την ηλικία των αντικειμένων και των κατασκευών.
Οι ευρέως παραδεκτές αρχαιολογικές χρονολογήσεις που βασίζονται σε αυτές τις τεχνικές δείχνουν ότι οι κατασκευές που ο Hancock συνδέει με έναν προηγμένο πολιτισμό χτίστηκαν χιλιάδες χρόνια αργότερα από την εποχή που ο ίδιος λέει ότι ο πολιτισμός αυτός εξαφανίστηκε. Οι γεωλόγοι θεωρούν ότι ο δρόμος του Μπίμινι είναι ένας φυσικός βραχώδης σχηματισμός. Ο Hoopes, ο αρχαιολόγος του Πανεπιστημίου του Μέιν Daniel Sandweiss και πολλοί άλλοι ερευνητές λένε ότι δεν υπάρχουν υλικές αποδείξεις ότι υπήρξε ποτέ πολιτισμός σαν αυτόν που περιγράφει ο Hancock.
«Συναντάμε οικιστικές εγκαταστάσεις κυνηγών-τροφοσυλλεκτών ηλικίας 12.000 ετών», δήλωσε ο Charles Ewen, καθηγητής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Καρολίνας. «Είναι δύσκολο να βρεθούν, αλλά υπάρχουν πολλές. Και όμως δεν έχουμε βρει καμία άμεση απόδειξη για την ύπαρξη αυτού του χαμένου πολιτισμού».
Ο Hancock επισήμανε ότι πολλές παράκτιες περιοχές βρέθηκαν κάτω από το νερό μετά από την τελευταία παγετώδη περίοδο και ότι οι αρχαιολόγοι δεν τις έχουν ερευνήσει πλήρως, για να βρουν τεκμήρια αυτού του προηγμένου πολιτισμού. Η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε κατά 400 πόδια μετά το τέλος της τελευταίας παγετώδους περιόδου, σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ.
Με την προβολή της σειράς, ο Sandweiss, o οποίος είναι επίσης πρόεδρος της Εταιρείας για την Αμερικανική Αρχαιολογία, που αριθμεί πάνω από 5.500 μέλη, έγραψε στο Netflix εκ μέρους της εταιρείας και ζήτησε από την πλατφόρμα και την εταιρεία παραγωγής της σειράς να περιγράψουν την «Αρχαία Αποκάλυψη» ως έργο επιστημονικής φαντασίας.
Ο Hancock αντέκρουσε την επιστολή στον προσωπικό του ιστότοπο. Το Netflix και η εταιρεία παραγωγής ITN Productions δεν απάντησαν στην επιστολή, σύμφωνα με τον Sandweiss. Η ITN Productions δεν ανταποκρίθηκε στα αιτήματα της Wall Street Journal για σχολιασμό.
Στο «Σπήλαιο με τα οστά», ο παλαιοανθρωπολόγος Lee Berger υποστηρίζει ότι ο Homo naledi – ένας εξαφανισμένος συγγενής του ανθρώπου, με εγκέφαλο στο μέγεθος εγκεφάλου πιθήκου– έθαβε τους νεκρούς του σε αβαθείς τάφους σε ένα σύστημα υπόγειων σπηλαίων στη Νότια Αφρική, όπου επίσης χάραζε συμβολικές βραχογραφίες υπό το φως αρχαίων πυρσών.
Οι ανθρωπολόγοι συνήθως αποδίδουν τέτοιες συμπεριφορές μόνο στον σύγχρονο άνθρωπο και στα εξαφανισμένα εξελικτικά εξαδέλφια μας, τους Νεάντερταλ, που είχαν περίπου τριπλάσιο σε μέγεθος εγκέφαλο από τον Homo naledi. Τυχόν στοιχεία για ταφές και έργα τέχνης σε είδη συγγενικά με τον άνθρωπο με μικρότερο εγκέφαλο θα ανέτρεπαν τις πάγιες αντιλήψεις για το τι σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία όταν το κοιτάς από αυτό το σημείο», λέει στην ταινία ο Berger, αποσπασμένος ερευνητής στο National Geographic Explorer από το Πανεπιστήμιο Wits στο Γιοχάνεσμπουργκ, καθώς εξετάζει αυτό που ισχυρίζεται ότι είναι ο τάφος ενός Homo naledi.
Ο αρχαιολόγος Flint Dibble του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, ο οποίος ανάρτησε στο YouTube μια κριτική του «Σπηλαίου με τα οστά», και άλλοι επιστήμονες δήλωσαν στην Wall Street Journal ότι ο Berger και η ομάδα του δεν έχουν παρουσιάσει επαρκή στοιχεία για να υποστηρίξουν ότι οι τάφοι που εξετάζει στην εκπομπή έχουν σκαφτεί σκόπιμα και δεν είναι αποτέλεσμα φυσικών διεργασιών, όπως η διάβρωση.
Υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια που μπορούν να βοηθήσουν στην ταυτοποίηση μιας ταφής, είπε ο Dibble, όπως η εξακρίβωση του κατά πόσον μια κοιλότητα είναι τεχνητή ή φυσική, κατά πόσον αυτή η κοιλότητα έχει καλυφθεί σκόπιμα και κατά πόσον ένας σκελετός είναι αρθρωμένος, δηλαδή τα οστά παραμένουν μαζί και τοποθετημένα με τη σωστή σειρά.
Ο Berger δήλωσε ότι τα οστά της μοναδικής ταφής που έχει αποσπαστεί από το σύστημα των σπηλαίων, που ονομάζεται Rising Star, και έχουν εξεταστεί με τη χρήση αξονικού τομογράφου ανήκουν στο ίδιο άτομο.
Ωστόσο, με βάση τα ευρήματα που έχουν ανακοινωθεί, ο σκελετός δεν είναι πλήρως αρθρωμένος, σύμφωνα με τον Paul Pettitt, καθηγητή παλαιολιθικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ της Μ. Βρετανίας. «Έχουμε ένα κομμάτι αρθρωμένου μέλους εδώ και ένα αρθρωμένο πόδι εκεί και ένα αρθρωμένο χέρι εκεί», είπε, γεγονός που υποδηλώνει ότι «πρόκειται για μέρη σώματος που έχουν παρασυρθεί».
Παλαιότερες γεωλογικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα ιζήματα στο εσωτερικό του Rising Star υφίστανται διάβρωση, αποστράγγιση και αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν ολίσθηση (slumping). Ο Pettitt, ο οποίος δημοσίευσε ένα άρθρο στο οποίο σχολιάζει τους ισχυρισμούς σχετικά με τις ταφικές πρακτικές του Homo naledi, δήλωσε ότι τέτοιου είδους διαδικασίες θα μπορούσαν να έχουν μετακινήσει τα σώματα μέσα στους πολυάριθμους θαλάμους του συστήματος και να τα έχουν θάψει.
Ο Berger υποστηρίζει επίσης στην ταινία ότι τα θεωρούμενα ως χαράγματα σε ένα από τα τοιχώματα του σπηλαίου, που περιλαμβάνουν σταυρωτές διαγραμμίσεις και γεωμετρικά σχήματα, σηματοδοτούν την είσοδο και την έξοδο ενός περάσματος. Η σκόπιμη εγχάραξη σχεδίων με λίθινα εργαλεία θεωρείται ευρέως από τους παλαιοανθρωπολόγους σημαντικό γνωστικό στάδιο στην εξέλιξη του ανθρώπου.
Τα σχέδια στον τοίχο, τα οποία μοιάζουν με τη συμβολική τέχνη που δημιουργήθηκε χιλιάδες χρόνια αργότερα από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ και τον Homo sapiens, δεν έχουν χρονολογηθεί από τον Berger και τους συναδέλφους του και είναι πιθανό να μην έχουν δημιουργηθεί από τον Homo naledi, σύμφωνα με τον Andy Herries, καθηγητή παλαιοανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο La Trobe στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. Ομοίως, τα στοιχεία που παρουσίασε η ομάδα του Berger για τη χρήση φωτιάς από τον Homo naledi –όπως εστίες με κάρβουνα και απανθρακωμένο ξύλο– δεν έχουν ακόμη χρονολογηθεί.
«Αν θέλετε να κάθεστε και να λέτε ότι έχετε μια φωτιά φτιαγμένη από τον [Homo] naledi, τότε, πρώτα απ’ όλα, χρονολογήστε το κάρβουνο με τη μέθοδο του άνθρακα 14», δήλωσε ο Herries, ο οποίος πρόσφατα δημοσίευσε με άλλους επιστήμονες ένα άρθρο στο περιοδικό Journal of Human Evolution που ασκεί κριτική στα συμπεράσματα του Berger και της ομάδας του. «Δείξτε μας πόσο παλιά είναι».
Ο Μπέργκερ δήλωσε ότι οι προσπάθειες χρονολόγησης των εστιών και άλλων ενδείξεων φωτιάς στο σύστημα των σπηλαίων συνεχίζονται.
Οι αμφιβολίες σχετικά με την έρευνα του Berger για τον Homo naledi γεννήθηκαν πριν από την προβολή του «Σπηλαίου με τα οστά», όταν η ομάδα του παρουσίασε τα ευρήματά της σχετικά με τις ταφικές πρακτικές και την τέχνη του Homo naledi σε τρεις αδημοσίευτες εργασίες. Συνήθως, οι επιστημονικές μελέτες υπόκεινται σε σχολαστικό έλεγχο από εξωτερικούς ειδικούς επιστήμονες πριν να δημοσιευτούν. Τα ευρήματα απασχόλησαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της Wall Street Journal, όταν ανακοινώθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούνιο.
Στη συνέχεια, οι εργασίες δημοσιεύθηκαν μετά από κριτική αξιολόγηση στο επιστημονικό περιοδικό eLife, οι εκδότες και οι κριτές του οποίου, σε μια αξιολόγηση που συνόδευε την εργασία, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονταν ήταν «ελλιπή σε αυτό το στάδιο».
Οι πρωταγωνιστές και των δύο σειρών του Netflix είναι ενοχλημένοι από τις επικρίσεις της επιστημονικής κοινότητας.
«Αυτό που βλέπω να συμβαίνει τώρα είναι ότι ο κόσμος είναι θυμωμένος που δημοσιεύουμε υποθέσεις για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία αυτού του επιστημονικού πεδίου», δήλωσε ο Berger, προσθέτοντας ότι η ομάδα του πιστεύει ότι διατυπώνει τις αρτιότερες υποθέσεις για τη συμπεριφορά του Homo naledi με βάση τα στοιχεία που διαθέτει.
Ο διευθυντής παραγωγής του «Σπηλαίου με τα οστά», Jon Bardin, δήλωσε ότι ο ίδιος και ο Mannucci, ο σκηνοθέτης της ταινίας, προσπάθησαν να προβάλουν τις εμπειρίες των ανθρωπολόγων και τον ενθουσιασμό της διαδικασίας της ανακάλυψης.
«Δεν μπορούμε να πούμε στην οθόνη κάτι που είναι αποδεδειγμένα ανακριβές», δήλωσε ο Bardin. «Αυτό όμως απέχει από το να περνάμε τα πάντα από τη βάσανο της επιστημονικής μεθόδου». Ο Bardin είναι επικεφαλής ντοκιμαντέρ και μη-μυθοπλασίας στο Story Syndicate, την εταιρεία παραγωγής στην οποία ανέθεσε το Netflix την παραγωγή του «Σπηλαίου με τα οστά». Η Wall Street Journal έχει συνεργαστεί με την Story Syndicate στην παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ για την αλυσίδα πώλησης ηλεκτρονικών παιχνιδιών GameStop.
Αν έχουν να μάθουν κάτι οι ερευνητές που θέλουν να κρατήσουν σε υψηλότερο επιστημονικό επίπεδο τις πλατφόρμες όπως το Netflix, είπε ο Pettitt, είναι ότι πρέπει να ξεκινήσουν μια σοβαρή συζήτηση με τους ανθρώπους που είναι υπεύθυνοι για την ανάθεση και την παραγωγή αυτών των εκπομπών.
Ο Ewen, ο ανθρωπολόγος του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Καρολίνας, συμφωνεί. «Για να κερδίσουμε τον κόσμο πρέπει μάθουμε να αφηγούμαστε καλύτερα τις ιτορίες μας».
Μπορείτε να επικοινωνήσετε με την Aylin Woodward στο aylin.woodward@wsj.com