7 Οκτωβρίου, 2020. Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθήνας. Ο συνήγορος του Γιώργου Ρουπακιά, δολοφόνου του Παύλου Φύσσα, ζητά κατά την αγόρευσή του -ακόμη μια φορά- την ύστατη στιγμή, απευθυνόμενος προς την έδρα και κοιτώντας κατά πρόσωπο την εμβληματική για την υπόθεση δικαστή Μαρία Λεπενιώτη, την αθώωσή του.

Μέσα στην δικαστική αίθουσα ήδη από το πρώτο λεπτό της έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας συνεχιζόταν σε φορτισμένη ατμόσφαιρα ένα σερί γκροτέσκων, ανορθολογικών αγορεύσεων για τα ελαφρυντικά των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής. Ακριβώς απέξω, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, μια τεράστια λαοθάλασσα από 20.000-30.000 δημοκράτες πολίτες, όλων των ηλικιών, περίμενε σε έξαψη, ήρεμα, την μεγάλη ώρα. Την ώρα της απόφασης – ετυμηγορίας του Τριμελούς Εφετείου.

Μετά από πέντε χρόνια εκδίκασης της υπόθεσης των 69 κατηγορούμενων μελών της Χρυσής Αυγής για ένταξη ή και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, όπου συνεδικάστηκαν τρία κακουργήματα, η ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα (2012), η απόπειρα ανθρωποκτονίας του αιγύπτιου αλιεργάτη Αμπουζίντ Εμπάρακ (2012), και η απόπειρα ανθρωποκτονίας των στελεχών του ΚΚΕ και μελών του ΠΑΜΕ (2013), οι ομόφωνες αποφάσεις του τριμελούς Εφετείου ήταν καταπέλτης: αναγνώριζαν τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση – συμμορία, βάση του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα και καταδίκαζαν τα κατηγορούμενα στελέχη της σε πολυετείς ποινές κάθειρξης.

Στη δικαστική αίθουσα με πλήθος αποδεικτικών μέσων αναδείχθηκε σε μια τη mega- δίκη ανάγλυφα η εγκληματική δράση της ναζιστικής οργάνωσης ΧΑ, που δρούσε υπό τον μανδύα του νόμιμου πολιτικού κόμματος, χρησιμοποιώντας για την πραγμάτωση των σκοπών της τα πάνοπλα τάγματα εφόδου της, τα οποία πραγματοποιούσαν ανενόχλητα καταδρομικές επιθέσεις κατά των ιδεολογικών της αντιπάλων και κατά των αλλοδαπών, υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους, με βάση οργανωμένο σχέδιο,, όπως αποδείχθηκε.

Η είδηση της ετυμηγορίας βγήκε σαν «αστραπή» και διαπέρασε τα οδοστρώματα της Αλεξάνδρας. Οι πανηγυρισμοί ήταν φρενήρεις.

«Είσαι η μάνα όλων μας. Μας δίνεις δύναμη», ήταν οι λέξεις που βγήκα αυθόρμητα από το στόμα ομάδα συγκινημένων νεαρών, αγκαλιάζοντας την Μάγδα Φύσσα, έξω από το Εφετείο, λίγα λεπτά αφότου είχε βγάλει τρέχοντας έξω από την αίθουσα Εφετείου η τραγική μάνα μια κραυγή- ιαχή δικαίωσης, εικόνα που αναπαράχθηκε και στα διεθνή ειδησεογραφικά μέσα.

Ακριβώς σαν σήμερα, πριν από 3 χρόνια, το ελληνικό δικαστήριο με την ομόφωνη απόφασή του έστελνε στη φυλακή συνολικά 38 καταδικασθέντες, ανάμεσά τους την ηγετική πολιτική ομάδα της ΧΑ, επιχειρησιακά στελέχη και όσους μετείχαν σε βαριές εγκληματικές πράξεις και βίαιες επιθέσεις.

Στις 7 Οκτωβρίου του 2020 κρίθηκε ένοχος για όλες τις κατηγορίες που του αποδίδονταν, τόσο για ένταξη στην εγκληματική οργάνωση όσο και για τη δολοφονία Φύσσα, ο Νίκος Μιχαλολιάκος. Επιπλέον, κρίθηκαν ένοχοι για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης οι Ηλίας Κασιδιάρης, Γιάννης Λαγός, Γιωργος Γερμενής, Ηλίας Παναγιώταρος, Χρήστος Παππάς, Αρτέμης Ματθαιόπουλος και οδηγήθηκαν στην φυλακή.

Για την δολοφονία του Παύλου Φύσσα όσο και για ένταξη και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση στη φυλακή οδηγήθηκε, μεταξύ άλλων, ο Γιώργος Ρουπακιάς, ο οποίος έχει καταδικασθεί σε ισόβια 14 χρόνια.

Η διεξαγωγή της δίκης ξεκίνησε στις 20 Απριλίου 2015 στο Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού και ολοκληρώθηκε στις 22 Οκτωβρίoυ 2020 στην αίθουσα τελετών του Εφετείου Αθηνών. Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη με τρομερές καθυστερήσεις ο β’ βαθμός της.

«Η απόφαση ανέτρεψε τη ροή της ιστορίας»

«H πρωτόδικη απόφαση για τη ΧΑ πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό στην τόλμη και τον επαγγελματισμό του Εφετείου και ιδίως της προέδρου, κυρίας Λεπενιώτη. Ελπίζω να βρει άξιους συνεχιστές», τονίζει στο ΒΗΜΑ ο ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Αλιβιζάτος, ο νομικός, που αθόρυβα, αλλά ουσιαστικά, συνέβαλε στην ιστορική απόφαση της 7ης Οκτωβρίου, στέλνοντας η χώρα ηχηρό αντιφασιστικό μήνυμα σε κάθε γωνιά της υφηλίου.

«Η δίκη», προσθέτει ο κορυφαίος Συνταγματολόγος, «ταυτόχρονα έδειξε τα θεσμικά ελλείμματα της ελληνικής δικαιοσύνης». «Είναι αδιανόητες οι καθυστερήσεις που σημειώθηκαν και εξακολουθούν να σημειώνονται, εμποδίζοντας την αμετάκλητη εκδίκαση της υπόθεσης», συνοψίζει ο κύριος Αλιβιζάτος.

«Η απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2020 ανέτρεψε τη ροή της ιστορίας. Ήταν η δικαίωση μιας μακρόχρονης παρατεταμένης έντονης και πολύμορφης δικαστικής προσπάθειας με πάρα πολλά εμπόδια. Το βίωμα ήταν ότι αλλάζει η ιστορία. Ακόμα με συγκλονίζει», λέει σήμερα ο Κώστας Παπαδάκης, συνήγορος πολιτικής Αγωγής των Αιγύπτιων αλιεργατών – θυμάτων της ΧΑ, προσθέτοντας ότι η απόφαση του Εφετείου Αθηνών «έθεσε τέρμα στη διαχρονική ατιμωρησία της φασιστικής βίας στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό ματαίωσε κάθε προσπάθεια αναγέννησης του Ναζισμού στη χώρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η φασιστική απειλή έχει εκλείψει. Κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το φασισμό ως κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο».

Τρία χρόνια μετά, η δίκη προχωρεί με αργόσυρτους ρυθμούς στον δεύτερο βαθμό, αλλά «η φασιστική απειλή επιχειρεί ακόμα την νομιμοποίηση της πολιτικής της παρουσίας με την υποψηφιότητα Κασιδιάρη, που ευνοεί η κυβέρνηση», σημειώνει.

«Οι ναζιστές δεν αντιμετωπίζονται με νομοθετικά μέτρα»

Κάποια μάλιστα γεγονότα δεν συνάδουν με την απόφαση. «Καταρχάς, η εγκληματική οργάνωση ΧΑ συνεχίζει να διατηρεί γραφεία, ιστοσελίδα και οποιαδήποτε άλλη πρωτοβουλία δημόσιας χωρίς να την εμποδίζει κανείς. Επιπλέον, η κυβέρνηση δεν έχει πάρει καμία πρωτοβουλία αποζημίωσης των εγκλημάτων της ΧΑ και των οικογενειών των θυμάτων τους καθώς και των δικηγόρων και των δικαστικών τους εξόδων.

«Πρέπει να συνειδητοποιούμε το μέγεθος της αλλαγής της ιστορίας, χωρίς να επαναπαυόμαστε ότι το ζήτημα της φασιστικής απειλής τέλειωσε», υπογραμμίζει ο κύριος Παπαδάκης.

«Οι ναζιστές δεν αντιμετωπίζονται με νομοθετικά μέτρα και μάλιστα με διατάξεις, όπως αυτές της κυβέρνησης ή αυτές του προτείνουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, οι οποίες είναι γενικές και ανοίγουν επικίνδυνους δρόμους για παρέμβαση στη συνολικότερη λειτουργιά των κομμάτων και απειλούν τις λαϊκές ελευθερίες, όπως η αναφορά στο άρθρο 187 Α του Ποινικού Κώδικα, τον γνωστό “τρομονόμο”», επισημαίνει, τρία χρόνια μετά την ιστορική απόφαση του Εφετείου, ο συνήγορος Πολιτικής Αγωγής των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στη δίκη της ΧΑ, Αντώνης Αντανασιώτης.

«Αντιμετωπίζονται αποφασιστικά από τον ίδιο το λαό και τη νεολαία, με πολιτικούς όρους, στις γειτονιές και τους χώρους δουλειάς και μόρφωσης, διεκδικώντας λύσεις στα προβλήματά τους και αποκαλύπτοντας τον πραγματικό ρόλο του φασισμού, στην υπηρεσία του συστήματος».

«Αυτό κάναμε και στη δίκη της Χρυσής Αυγής», εξηγεί, «ως Πολιτική Αγωγή των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, δίνοντας τη μάχη να αποκαλυφθεί η αλήθεια, συμβάλλοντας να αναδειχτεί ο εγκληματικός ναζιστικός χαρακτήρας της, οι ισχυρές διασυνδέσεις της με τμήματα του κρατικού μηχανισμού και της εργοδοσίας. Ο πιο αποτελεσματικός αγώνας κατά του φασισμού, πιστεύουμε, είναι αυτός που στρέφεται ενάντια στο ίδιο το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα, που τον γεννά και τον τρέφει».

«Κανένας εφησυχασμός»

Κατά τη διάρκεια της δίκης της ΧΑ, υπογραμμίζει ο κύριος Αντανασιώτης, υπήρξαν «αποκαλυπτικά» τα στοιχεία που αναδείχτηκαν «για τις στενές σχέσεις της ΧΑ με τους εργολάβους της Ζώνης του Περάματος, με στόχο το χτύπημα του ταξικού σωματείου και τα δικαιώματα των εργατών. Οι δεκάδες ερωτήσεις που έκανε στη Βουλή, ζητώντας φοροελαφρύνσεις και άλλα προνόμια στους εφοπλιστές».

«Επομένως, με τον φασισμό δεν τελειώσαμε, αφού δεν τελειώσαμε με το σύστημα που τον γεννά και τον τρέφει, επειδή τον έχει ανάγκη», συμπεραίνει. «Έχουμε ήδη συσσωρεύσει σημαντική γνώση και πλούσια εμπειρία για το ρόλο του φασισμού και την αντιμετώπισή του. Μπορούμε και πρέπει να τις μετουσιώσουμε σήμερα σε πηγή νέας, πιο βαθιάς συνειδητοποίησης και έμπνευσης. Σε αγώνα που να στοχεύει τον πραγματικό αντίπαλο, τη βάρβαρη δικτατορία του Κεφαλαίου, σε όλες τις μορφές της».

«Αμέσως μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης, ως Πολιτική Αγωγή των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, δηλώσαμε ότι δεν δικαιολογείται καμία αυταπάτη, κανένας εφησυχασμός», προσθέτει.

«Οι ναζιστικές επιθέσεις στη Σταυρούπολη, τον Εύοσμο και την Ηλιούπολη της Θεσσαλονίκης, με την ανοχή της Αστυνομίας, ένα μόνο χρόνο μετά την έκδοση της απόφασης, όπως και σε μια σειρά άλλες περιοχές της χώρας, η ανενόχλητη δράση του ναζιστή εγκληματία Κασιδιάρη, μέσα από τη φυλακή, μέχρι σήμερα, στον οποίο επιτρέπεται να διευθύνει απρόσκοπτα το κόμμα του, όπως βέβαια και η υπερπροβολή της υποψηφιότητάς του, στο όνομα δήθεν της αντιμετώπισης της, είναι κάποια μόνο στοιχεία που επιβεβαιώνουν την εκτίμησή μας», καταλήγει ο νομικός, ανήσυχος για τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις.