Ο Άη Στράτης (Άγιος Ευστράτιος) το μικρό νησί του Βορειοανατολικού Αιγαίου, που βρίσκεται περίπου 30 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λήμνου, είναι ταυτισμένο με τις μελανότερες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας καθώς αποτέλεσε για δεκαετίες, τόπο εξορίας κομμουνιστών.

Πενηνταπέντα χρόνια ακριβώς πριν από σήμερα, τα ξημερώματα Τρίτης 20 Φεβρουαρίου 1968,  θα έμενε στην ιστορία και για έναν ακόμα λόγο: γίνεται το επίκεντρο ενός από τους ισχυρότερους σεισμούς που έχουν καταγραφεί ποτέ στην Ελλάδα.

Πλήττεται από σεισμό 7,1 ρίχτερ, το επίκεντρο του οποίου εντοπίζεται από 4 ως 15 χιλιόμετρα νότια του ακρωτηρίου Νικολάου Σιαλμά (Τρυπητής) του Αγίου Ευστρατίου.

O σεισμός άφησε πίσω του 20 νεκρούς και 39 τραυματίες, ενώ οι πρώτες πληροφορίες που φτάνουν από τον Άγιο Ευστράτιο μιλούν για ένα νησί ισοπεδωμένο.

Ο καταστροφικός σεισμός είναι το κεντρικό θέμα στο πρωτοσέλιδο του «ΒΗΜΑΤΟΣ» της 22ας Φεβρουαρίου 1968.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.2.1968, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η λεζάντα κάτω από την κεντρική  φωτογραφία γράφει:

«Αι ανωτέρω πρώται φωτογραφίαι από τον Άγιον Ευστράτιον παρουσιάζουν σαφώς την ολοσχερή καταστροφήν, που επροξένησε εκεί ο προχθεσινός σφοδρότατος σεισμός. Τίποτε δεν απέμεινε όρθιον. Τα πάντα κατέρρευσαν και οι κάτοικοι της νήσου κινούνται εν μέσω των ερειπίων χωρίς να έχουν συνέλθη ακόμη από την μεγάλη συμφοράν που του έπληξε.

»Ο απολογισμός υπήρξε τραγικός εις ανθρωπίνας υπάρξεις και υλικάς ζημίας. Περιγραφήν της δραματικής καταστάσεως, η οποία εδημιουργήθη εκ των σεισμών και του τρόμου, που συνέχει τους πληγέντας κατοίκους της νήσου δίδει εις την κατωτέρω τηλεφωνικήν του ανταπόκρισιν ο απεσταλμένος του “Βήματος” κ. Χαρ. Τσιριγωτάκης, ο οποίος περιήλθε την καταστραφείσαν περιοχήν».

Δύο τραγικές υπάρξεις

Ο ανταποκριτής του «ΒΗΜΑΤΟΣ» αναφέρεται σε δύο συγκεκριμένους κατοίκους του νησιού, των οποίων οι ζωές συνεθλίβησαν από τον φονικό σεισμό. Αν και τα ονόματά τους είχαν τότε δοθεί στη δημοσιότητα, εμείς θ’ αναφέρουμε μόνο τα αρχικά τους.

«Μέσα σ’ όλη την τραγωδία του Αγίου Ευστρατίου ξεχωρίζουν δύο θλιβερές υπάρξεις. Μία γυναίκα 45 ετών η Γ.Μ. και ένα οκτάχρονο παιδί ο Γ. Μ. Η Γ. Μ. μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα έγινε η πιο δυστυχισμένη μάνα του κόσμου. Τα παιδιά της Α., ετών 15 και η Π. ετών 7 ετών υπήρξαν θύματα του Εγκέλαδου. Και τώρα η χαροκαμένη αυτή μάνα κάθεται σε μια γωνιά χωρίς να έχη άλλο κουράγιο να κλάψη και φωνάζει συνεχώς.

–       Πάρτε με από αυτό το καταραμένο νησί. Πάρτε με από τον τάφο των παιδιών μου.

»Και το τραγικό γι’ αυτή τη γυναίκα είναι ότι δεν μπορεί να πενθήση όπως θέλει, δεν μπορεί να ντυθή στα μαύρα. Τα ρούχα της είναι θαμμένα κάτω από τα ερείπια του σπιτιού της.

»Ο Γ.Μ. μέχρι προχθές ήταν το χαϊδεμένο παιδί ενός σχετικά νεαρού ζευγαριού. Τώρα παίρνει τον δρόμο για το ορφανοτροφείο. Ο πατέρας του και η μάνα του βρήκαν το θάνατο στο σεισμό που συνέβη τα ξημερώματα της Τρίτης. Το οκτάχρονο αυτό παιδί θα το πάρη μαζί του ο Διοικητής του Στόλου Βορείου Πελάγους, αντιπλοίαρχος κ. Μαρίνος για να το παραδώση στο Πάφιον Ορφανοτροφείον Θεσσαλονίκης».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.2.1968, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Μαρτυρίες

Η προσπάθεια ανεύρεσης περαιτέρω πρωτογενών πηγών πληροφόρησης σχετικά με τον σεισμό του Άη Στράτη, μάς οδήγησε στο ντοκιμαντέρ του Χρήστου Στεφάνου, «Μνήμες από έναν σεισμό…Άη Στράτης (2008)»,  στο οποίο μιλούν άνθρωποι, οι οποίοι έζησαν οι ίδιοι όσα τραγικά συνέβησαν τα ξημερώματα της 20ης Φεβρουαρίου 1968.

Η Ελισάβετ Σπυριδωνίδη Ζέρβα περιγράφει τα δραματικά λεπτά του σεισμού.

«Nα πιάσει τα ξύλα να τρίζουνε, τα χώματα να πέφτουνε. Λέω: “Σπύρο, σεισμός! Το παιδί!» Δεν με είχε πάρει ο ύπνος. Ειδάλλως αν κοιμόμουνα, στον πρώτο τον ύπνο που πέφτεις και σε παίρνει ο ύπνος…(σ.σ. κάνει χειρονομία ότι τέλος). Βγήκαμε μόνοι. Με την ψυχή…Δεν είχαμε ούτε…Ξυπόλυτοι ήτανε, γυμνοί ήτανε, σκισμένα ρούχα είχανε, μέσα από τα χαλάσματα βγήκανε. Ματωμένοι, τραυματισμένοι…Βγάζανε…αυτός ο Γιάννης ο Αρβανιτάκης τον βγάλανε, έκανε μέχρι το μεσημέρι…Μέχρι το βράδυ βγάζανε πτώματα.

»Θυμάμαι ήρθε ένα αεροπλάνο, πολύ χαμηλά μέχρι εδώ στον κάμπο. Έφερε μια βόλτα. Σήμα δεν μπορούσαμε να δώσουμε. Δεν υπήρχε, ούτε τηλέφωνο, ούτε ασύρματος…ούτε αστυνομία, είχαν όλα ισοπεδωθεί. Ήτανε δηλαδή [το νησί] νεκρό. Και βουλιαγμένο να ήταν, ένα ήταν, δεν μπορούσε να επικοινωνήσει».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.2.1968, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το «κυβερνητικόν» ενδιαφέρον

Το δημοσίευμα του «ΒΗΜΑΤΟΣ» της 22ας Φεβρουαρίου μιλά για «Άμεσον κυβερνητικόν ενδιαφέρον», και σημειώνει πώς «άμεσος και αποτελεσματική υπήρξεν η συμπαράστασις της Εθνικής Κυβερνήσεως προς του πληγέντας 650 κατοίκους του Αγίου Ευστρατίου».

Βρισκόμαστε στον Φεβρουάριο του 1968, και η «Εθνική Κυβέρνησις» δεν είναι άλλη από τη Χούντα των Συνταγματαρχών, που από την 21η Απριλίου του 1967 είχε καταλύσει το Σύνταγμα και μέσω αυστηρότατης λογοκρισίας είχε θέσει υπό τον έλεγχό της τον ελληνικό Τύπο.

Όπως προκύπτει από «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 23ης Φεβρουαρίου, οι τοπικές αρχές κάνουν λόγο για τη δημιουργία ενός «μοντέρνου, νέου Αγίου Ευστρατίου», ενώ η Χούντα δια στόματος του Αντιβασιλέα Zωιτάκη, που δηλώνει πως «η Εθνική Κυβέρνησις θα μεριμνήση ούτως ώστε ταχέως θα αποκατασταθούν αι υλικαί ζημίαι» επιδιώκει να δημιουργήσει το προφίλ ενός κράτους που στέκεται δίπλα στους σεισμοπαθείς με κάθε τρόπο.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.2.1968, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η μαρτυρία όμως της Άννας και της Δέσποινας Καπέλα δείχνουν μια εντελώς διαφορετική κατάσταση.

«Τα σπίτια δεν πέσανε όλα, όμως ήρθαν αυτοί εδώ με τις μπουλντόζες, τα ριμάξανε

Αυτοί μας τα χαλάσανε…Δεν είχαμε καλή κοινότητα….Είχε σπίτια που δεν είχαν πάθει τίποτα. Και δεν έπρεπε να βάλει για όλα [ότι είναι] προβληματικά. Δεν αφήσανε κανένα σπίτι. Η μπουλντόζα…Καλά και άσχημα…

»Δεν μπορώ να τα πω τώρα…Ήταν άλλα πράγματα τότες. Ήταν η Χούντα. Δεν μπορούσες παιδάκι μου να μιλήσεις. Ερχότανε η επιτροπή. Βλέπανε το σπίτι σου, αν ήτανε κατάλληλο ή ακατάλληλο. Λοιπόν…(…) Έβγαλε τις πόρτες ο άνδρας μου και τις πήρε. Λέει “θα ρημάξει το σπίτι, καινούργιο σπίτι”».

Η Δέσποινα Καπέλα αφηγείται πώς υποχρεώθηκε να ζητήσει την κατεδάφιση του νεόκτιστου σπιτιού της, χωρίς αυτό να έχει υποστεί σοβαρές ζημιές, καθώς η Χούντα αρνείται να καλύψει έξοδα επισκευής των σπιτιών.

»Τον Οκτώβριο το φτιάξαμε και τον Φεβρουάριο έγινε ο σεισμός. Εν τω μεταξύ ήταν τρίπατο το σπίτι το δικό μου. Το διπλανό ήτανε χώμα η σκεπή του. Πέφτει το χώμα μέσα, τα ξύλα περασμένα μέσα στο δικό μου, ήτανε το ένα μέσα στο άλλο, πέφτει αυτό, σηκώνει το δικό μου απάνω, τη σκέπα. Κατάλαβες; Χαλασμένο ήταν το άλλο. Το σπίτι μου δεν είχε τίποτα.

»(…) Πέσανε…Ο ένας προπαγάνδα στον άλλον:

“Δεν θα τα φτιάξετε τα σπίτια…Όσοι φωνάξουνε, σπίτια δεν θα πάρουνε. Όσοι ξαναμιλήσουνε, άλλος θα πάει στη Θεσσαλονίκη, άλλος… ”. Δεν ξέρω τι.

»Τώρα εμείς, φτωχοί άνθρωποι…Παναγία μου παρθένα…Πώς να το φτιάξουμε το σπίτι; Αλλά είναι δυνατόν, εγώ να φτιάξω σπίτι; Έχω δυνατότητα;»

Έτσι η Δέσποινα Καπέλα, πιέζει το συνεργείο κατεδαφίσεων, να ρίξουν και το δικό της σπίτι.

«Έρχονται… “Aυτό θα γκρεμιστεί. Όχι αυτό”. Δεν είχε την πόρτα το δικό μου. Πάω κοντά: “Όχι, να το κατεβάσετε!”, Εγώ τώρα! Ακούτε πράγματα! Ακούτε; Εγώ πήγαινα και έλεγα, κατεβάστε το. [Τους είπα] “Είχε, είχε γραμμένα κατεδάφιση, πήρανε την πόρτα”.

»Γιατί, μας είχανε φοβίσει. Μας είχανε απειλήσει. Και δεν μπορούσαμε παιδάκι μου να μιλήσουμε. [Μου] λέει: “Αν δεν το κατεβάσω, θα το φτιάξεις μόνη σου. Θα σε υποχρεώσω να το κατεβάσεις μόνη σου”. Πώς να το κατεβάσω εγώ τρίπατο σπίτι; Γίνεται να το κατεβάσω μετά;»

«Κακά τα ψέματα, ήταν όλα σπίτια καινούργια, όλα πετρόκτιστα», θυμάται η Ελισάβετ Σπυριδωνίδη Ζέρβα. «Ο κόσμος άρχισε, προτού τον σεισμό και τ’ αξιοποιούσε.

– Μα γιατί μας τα γκρεμνίζετε; Γιατί μας κάνετε…;

– Στη Σαλονίκη θα σας πάμε. Δεν έχεις δικαιώμα να ομιλείς. Ανέλαβε το κράτος. Δεν έχετε δικαίωμα να ενδιαφερθείτε ξανά με αυτά τα σπίτια».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.2.1968, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τα νέα σπίτια

Τελικά, τα νέα σπίτια χτίστηκαν, σε εντελώς ακατάλληλη θέση, και διανεμήθηκαν στους κατοίκους του Άη Στράτη, παρουσία του αντιπροέδρου της δικτατορικής κυβέρνησης, Στυλιανού Πατακού, με κλήρωση.

Σχετικό δημοσίευμα του «ΒΗΜΑΤΟΣ» αναφέρει: «Παρεδόθησαν ήδη και παραδίδονται με γοργόν ρυθμόν νεόδμητοι κατοικίαι εις τους σεισμοπλήκτους του έτους 1967, καθώς και των περιοχών Αγίου Ευστρατίου και Θεσσαλίας – Ηπείρου». Βασική επιδίωξις της Εθνικής Κυβερνήσεως, κατέληξεν ο κ. υπουργός, (σ.σ. Λουκάς Πάτρας, υπουργός Πρόνοιας) είναι να αποκτήση κάθε ελληνική οικογένεια ιδιόκτητον κατοικίαν»

Όπως προκύπτει όμως από τις μαρτυρίες των κατοίκων του Άη Στράτη, δεν παραδόθηκαν κατοικίες αλλά οικοδομές και μάλιστα όχι δωρεάν. Ο Γιάννης Ξεμαντήλωτος ήταν παρών στην κλήρωση.

«Ήρθε ο Παττακός κι έκανε την κλήρωση. Έδωνε ένα χαρτάκι, στον τάδε τομέα, τάδε νούμερο. Πηγαίναμε, ανοίγαμε αλλά ήταν τέσσερα ντουβάρια. Ούτε ντουλάπα, ούτε ντουλάπι, ούτε…δεν υπήρχε τίποτα.

»Έπιασε ο καθένας να κάνει κάτι. Να το φτιάξει…να το κάνει ξερω ‘γω. Σε λίγο καιρό, σε καναδυό μήνες, έρχεται από την τράπεζα το αυτό, λέει “Χρωστάτε, τόσα. Άμα δεν τα…θα κάνουμε κατάσχεση” . Eρχόταν άλλο χαρτί, εμείς δεν δίναμε σημασία. Κάναμε καμιά δεκαριά χρόνια να τα πληρώσουμε. Λέγαμε μήπως μας τα χαρίσουν γιατί ήταν δωρεές. Αυτά ήταν δωρεές. Τα φάγανε και μετά τι να κάνουμε, τα πληρώσαμε. 220.000 και 30.000 στην Κτηματική, 250 χιλιάδες. Τότες έπαιρνες ένα διαμέρισμα, το καλύτερο στην Αθήνα.

Αυτά μας κάνανε εδώ, οι φίλοι μας οι δικτάτορες».

Ξερίζωμα της ταυτότητας

Ο φονικός σεισμός του 1968 στέρησε από τους κατοίκους του Άη Στράτη, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους. Όπως όμως περιγράφει η κάτοικος του νησιού, Ελισάβετ Σπυριδωνίδη Ζέρβα τούς στέρησε και κάτι εξίσου σημαντικό: τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του νησιού τους, την παράδοσή τους, τον τρόπο ζωής τους. Μετά το σεισμό τίποτα δεν θα ήταν πια το ίδιο:

«Λες και τον κόσμο τον έξυσε ένα μαγικό ραβδί. Χάθηκε αυτή η παράδοση, χάθηκε αυτή η Ιστορία, χάθηκε αυτό το αλισβερίσι που είχε ο άνθρωπος με τον άνθρωπο. Αυτά τα πράγματα χαθήκανε. Κάθε ένας πήγε στο σπίτι του απομονώθηκε στο σπίτι του και τελείωσε.

»Χάθηκε η Ιστορία μας. Καταργήσαμε όλα τα έθιμα. Τα πανηγύρια που γινόντουσαν, απάνω εκεί στην Αγία Ειρήνη. Γκρεμιστήκανε όλα τα ξωκλήσια, οι λειτουργίες που κάνανε όλα αυτά. Έχασε ο κόσμος αυτόνε τον αέρα, αυτόνε τον αθέρα που είχε…Την παράδοση που είχε ο Άη Στράτης.

»Μπήκε σ’ ένα καινούριο ρεύμα, που όσο πάει και παίρνει πολύ ραγδαία εξέλιξη. Αυτά που βλέπετε σήμερα. Δηλαδή ο κάθε ένας θα πάει στο σπίτι του, στη δουλειά του, κι όλη μέρα να είσαι στο σπίτι δεν έχεις καμιάν αυτή ότι υπάρχει ένας να πάω να καθίσω να πιω έναν καφέ.

»Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Ενώ πρώτα δεν ήτανε εκείνα τα χρόνια. Κι αυτό παιδιά έγινε απ’ τον σεισμό και δώθε».