Ολες οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις παραπέμπουν σε έναν σκληρό ευρωπαϊκό ενεργειακό χειμώνα, ο οποίος κατά τα φαινόμενα θα κυριαρχείται από ελλείψεις ενεργειακών αγαθών και κατ’ επέκταση από πολύ υψηλές τιμές φυσικού αερίου και πετρελαίου, οι οποίες με τη σειρά τους θα τροφοδοτούν την άκρως προβληματική πληθωριστική αλυσίδα και τον φαύλο κύκλο του στασιμοπληθωρισμού που συνήθως τη συνοδεύει.

Οι αναλυτές δεν κρύβουν ότι η τρέχουσα ενεργειακή κρίση είναι απείρως ισχυρότερη εκείνης που ξέσπασε το 1973 όταν το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών αποφάσισε να ελέγξει την παραγωγή και να επιδράσει καταλυτικά στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου.

Ολοι γνωρίζουν τις μακροχρόνιες συνέπειες εκείνης της κρίσης και όλοι μπορούν να φανταστούν κατ’ αναλογίαν τις συνέπειες της τωρινής. Πολύ περισσότερο όταν ο πόλεμος στην Ουκρανία μακραίνει και τίποτε, έπειτα από πέντε μήνες συγκρούσεων, δεν βεβαιώνει ένα κάποιο τέλος ή να προδιαγράφεται κάποια προοπτική κατάπαυσης του πυρός ή έστω εκεχειρίας. Περιττό να σημειώσουμε ότι η ρωσική πλευρά κερδίζει από την ενεργειακή κρίση περισσότερα από όσα ξοδεύει στον πόλεμο και πλέον η ηγεσία της αισθάνεται ότι μπορεί να παίξει το χαρτί του πολυπολικού κόσμου και της εκπροσώπησης των καταφρονεμένων του πλανήτη, όπως μαρτυρούν οι προσπάθειες του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν να ενισχύσει τις σχέσεις του με το Πεκίνο, την Τεχεράνη, την Αγκυρα, την Τζακάρτα, ακόμη και με την Μπραζίλια του Μπολσονάρο.

Κοινή είναι λοιπόν η πεποίθηση ότι η Ευρώπη θα δοκιμαστεί πολλαπλώς τον προσεχή χειμώνα. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και οι οικονομίες κινδυνεύουν στην κυριολεξία να παγώσουν σε λίγους μήνες και να βρεθούν αντιμέτωπες με υπαρξιακού τύπου αδιέξοδα.

Κάτι που σταδιακά συνειδητοποιείται από την ευρωπαϊκή ηγεσία, αλλά δεν έχει ακόμα μετουσιωθεί σε συγκεκριμένη ενιαία στάση και πολιτική. Παρασκηνιακώς εξελίσσονται διαβουλεύσεις, αλλά ως συνήθως το ευρωπαϊκό καράβι είναι αργοκίνητο και αργεί να στρίψει, καθώς τα εθνικά συμφέροντα των χωρών-μελών είναι άκαμπτα και εμποδίζουν την προσέγγιση μιας γενναίας πανευρωπαϊκής λύσης, όπως οι συνθήκες απαιτούν. Ιδιαιτέρως αναδεικνύεται για ακόμη μια φορά η γερμανική ακαμψία, η οποία όπως και στην υγειονομική κρίση καθυστερεί χαρακτηριστικά, μη θέλοντας προφανώς να αναλάβει υπέρμετρο κόστος.

Ωστόσο όπως εξελίσσονται τα πράγματα μόνο ένα συνδυασμένο ισχυρό πανευρωπαϊκό διασωστικό πακέτο ρυθμίσεων, επιλογών και πόρων θα μπορούσε να προσφέρει αξιόπιστη λύση και να δημιουργήσει προϋποθέσεις ελέγχου της επερχόμενης μοναδικής ενεργειακής κρίσης. Και μαζί βεβαίως να ενισχύσει τις ειρηνευτικές προσπάθειες, κοινώς σύσσωμη η Ευρώπη να κάνει περισσότερα για την ειρήνη, ξεπερνώντας τόσο τον μαξιμαλισμό των πληγωμένων Ουκρανών, όσο και την ιδεολογική αγκύλωση των Αμερικανών, που απέχουν χιλιάδες μίλια από το κέντρο της πολεμικής σύρραξης και αποκομίζουν εμφανώς οικονομικά κέρδη από τη συγκεκριμένη πολεμική σύγκρουση.

Η Ελλάδα έχει πολλούς λόγους να διεκδικήσει με ένταση μια ευρωπαϊκή λύση στην ενεργειακή και πολεμική κρίση που ταλανίζει τη Γηραιά Ηπειρο. Ηδη ο Πρωθυπουργός έχει εγκαίρως τοποθετηθεί, προτείνοντας κοινές αγορές ενεργειακών αγαθών, πλαφόν στις τιμές και ευρύ χρηματοδοτικό πρόγραμμα, κατά τα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης, για την κατά το δυνατόν ταχύτερη απεξάρτηση της Ευρώπης από τις ρωσικές ενεργειακές πηγές και την πλήρη αναθεώρηση του ενεργειακού προτύπου υπό το βάρος και των κλιμακούμενων συνεπειών της αλλαγής του κλίματος. Θα ήταν δε χρήσιμο να συντονισθούν προς αυτή την κατεύθυνση οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της χώρας και να διεκδικήσουν από κοινού αξιόπιστη πανευρωπαϊκή λύση. Αλλωστε άπαντες μπορούν να αντιληφθούν ότι για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων του καιρού μας δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις σε εθνικό επίπεδο. Η Ευρώπη έχει την ευκαιρία μέσα και από αυτή την κρίση να επιταχύνει τις πολιτικές ενοποίησής της. Και η Ελλάδα ακόμη περισσότερους να τις ενισχύσει.

ΤΟ ΒΗΜΑ