Οσα χρόνια κι αν περάσουν η 7η Οκτωβρίου 2020 (ημέρα απαγγελίας της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής) θα αποτελεί ορόσημο για τη Δικαιοσύνη, τη Δημοκρατία και τον νομικό μας πολιτισμό.

Ο θεσμός της Δικαιοσύνης, μετά από μία πολυετή διαδικασία, τη μεγαλύτερη σε διάρκεια στα ποινικά χρονικά της χώρας μας, έκρινε σε πρώτο βαθμό ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, με μία απόφαση που χαρακτηρίστηκε ιστορικής σημασίας και ακριβώς λόγω της σημασίας και της βαρύτητάς της ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα.

Από τότε όμως, μόλις δηλαδή έπεσε και τυπικά η «αυλαία» της πρώτης δίκης, που εκτός των όλων των άλλων αποτέλεσε πλήρη δικαίωση για θύματα της Χρυσής Αυγής, είχε επισημανθεί ότι ο δρόμος μέχρι την έκδοση απόφασης σε δεύτερο βαθμό είναι μεγάλος και δεν χωρεί κανένας εφησυχασμός.

 

Η εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό

Το πρωί της Τετάρτης, στις 15 Ιουνίου, η πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου της Αθήνας Σοφία Πανουτσακοπούλου θα ανέβει στην έδρα, μαζί με τα μέλη της σύνθεσης του δικαστηρίου, και θα κηρύξει την έναρξη της δίκης σε δεύτερο βαθμό.

Η εκδίκαση της υπόθεσης ξεκινά υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες, αφού η Χρυσή Αυγή βρίσκεται πλέον εκτός Κοινοβουλίου, όπως αποφάσισε ο ελληνικός λαός στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, διασπασμένη και με επτά καταδικασθέντες πρώην βουλευτές του κόμματος (Νίκος Μιχαλολιάκος, Ιωάννης Λαγός, Ηλίας Κασιδιάρης, Γιώργος Γερμενής, Χρήστος Παππάς, Ηλίας Παναγιώταρος και Αρτέμης Ματθαιόπουλος) που με βάση την πρωτοβάθμια απόφαση κρίθηκε ότι ανήκουν στο «διευθυντήριο» της εγκληματικής οργάνωσης, να βρίσκονται κρατούμενοι στις φυλακές, από όπου και θα μετάγονται ενώπιον του δικαστηρίου.

Κάτω από τις συνθήκες αυτές, τα θύματα της Χρυσής Αυγής και οι οικογένειές τους, καθώς και οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής, ξεκινούν έναν δεύτερο δικαστικό αγώνα, που θα έχει επίσης μεγάλη διάρκεια, γνωρίζοντας καλά πως σε καμία δίκη το αποτέλεσμα δεν είναι δεδομένο εκ των προτέρων.

Και όπως επισημαίνεται από την πλευρά της πολιτικής αγωγής με κάθε αφορμή, πολύ περισσότερο δε σε αυτή τη χρονική συγκυρία εν όψει της έναρξης της δίκης στο Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας, ο νέος δικαστικός αγώνας αφορά όλη την κοινωνία. Η ίδια η Δικαιοσύνη με τα δικά της «όπλα» καλείται να σταθμίσει, να αξιολογήσει, να κρίνει και εν τέλει να τιμωρήσει τέτοιου είδους αξιόποινες πράξεις και συμπεριφορές, με σεβασμό στον νομικό μας πολιτισμό και στους κανόνες του.

Ηχηρό «παρών» και σε αυτόν τον νέο δικαστικό κύκλο θα δώσει η οικογένεια του 34χρονου μουσικού Παύλου Φύσσα, η δολοφονία του οποίου από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά, ο οποίος εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, οδήγησε τις Αρχές στη συνένωση μίας σειράς δικογραφιών, με κοινό παρονομαστή την αξιόποινη δράση της Χρυσής Αυγής. Η μητέρα του θύματος, που με την αξιοπρεπή στάση της και τη συμπεριφορά της έγινε «μάνα σύμβολο», εντός και εκτός των τειχών του δικαστηρίου, θα είναι εκεί για να δώσει, όπως εκείνη γνωρίζει, με σεβασμό στον θεσμό, τη δική της ξεχωριστή μάχη για την τιμωρία των ενόχων και τη δικαίωση της μνήμης του παιδιού της. Ποιος μπορεί άλλωστε να ξεχάσει την εικόνα της, λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση της ιστορικής απόφασης του δικαστηρίου, όταν η Μάγδα Φύσσα με τα χέρια ψηλά φώναξε τη φράση «Ο Παύλος τα κατάφερε… Γιε μου», κάνοντας το πλήθος που έχει συγκεντρωθεί έξω από το Εφετείο να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα.

Η πρωτόδικη καταδίκη

Με βάση την απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2020 εκτός από την ηγεσία της Χρυσής Αυγής, τα μέλη της οποίας κρίθηκαν ένοχα για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, καταδικάστηκαν άλλοι σαράντα τρεις κατηγορούμενοι, μεταξύ αυτών και οι 11 πρώην βουλευτές του κόμματος, για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και κατά περίπτωση οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι για την τέλεση σοβαρότατων κακουργημάτων (ανθρωποκτονία Παύλου Φύσσα και απόπειρα ανθρωποκτονίας του αιγύπτιου αλιεργάτη Αμπουζίντ Εμπάρακ). Δεκάδες άλλα εγκλήματα όπως η ανθρωποκτονία του πακιστανού εργάτη Σαχζάτ Λουκμάν, η απόπειρα ανθρωποκτονίας του φοιτητή Δημήτρη Κουσουρή, οι απόπειρες ανθρωποκτονιών κατά των μελών στο κοινωνικό στέκι Αντίπνοια, οι επικίνδυνες σωματικές βλάβες κατά των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, κ.ο.κ., κρίθηκε ότι τελέστηκαν στο πλαίσιο δράσης της εγκληματικής οργάνωσης και εντολής της ηγεσίας της.

Οι δικαστές, όπως αναλυτικά περιγράφουν στις 12.746 σελίδες της απόφασής τους, έκριναν ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, απορρίπτοντας τους περί αντιθέτου ισχυρισμούς και τα υπερασπιστικά επιχειρήματα όλων των κατηγορουμένων και κυρίως των μελών της πρώην κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι στη δίκη που ξεκινά θα δώσουν από τη δική τους πλευρά τη «μάχη» στοχεύοντας στην ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.

«Η ναζιστική ιδεολογία των ηγετικών στελεχών, μελών, οπαδών, φίλων, υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής, η οποία ουδέποτε αποκηρύχθηκε, αποτέλεσε το κίνητρο της εγκληματικής τους δράσης κατά εκείνων που επιλέγονταν ως αντιφρονούντες ως πολιτική και ιδεολογική τους αντίπαλοι ως και κατά των μεταναστών» αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα απόσπασμα της ομόφωνης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας.