Γράφει ο Θανάσης Κατσής*

Η Υπουργός Παιδείας ανάρτησε σε διαβούλευση το προτεινόμενο νομοσχέδιο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας. Σε αυτό εξέχουσα θέση κατέχει η νέα δομή διοίκησης των Πανεπιστημίων, η συζήτηση για την οποία αναμενόμενα κυριαρχεί. Άλλωστε, αν θεσμικά η διοικητική διαδικασία είναι προβληματική, οι στρεβλώσεις θα διαχυθούν σε όλες τις υπόλοιπες δράσεις και αποφάσεις ενός φορέα.

Το κυρίαρχο πολιτικό διακύβευμα που πρέπει να απαντηθεί σε ότι αφορά το νέο τρόπο διοίκησης των Πανεπιστημίων είναι το ακόλουθο:

Η κυβέρνηση επιθυμεί απλώς να ψηφίσει ένα νέο μοντέλο διοίκησης των Πανεπιστημίων ή να καθιερώσει νέες ιδέες (πχ. την ώσμωση με μέλη εκτός Πανεπιστημίου) με τρόπο λειτουργικό και αποτελεσματικό, οι οποίες θα αποτελέσουν το νέο πνεύμα σκέψης και προόδου των Πανεπιστημίων μας για το μεσοπρόθεσμο μέλλον;

Αν η επιδίωξη είναι το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, τότε ο αναγνώστης μπορεί να σταματήσει σε αυτό το σημείο. Αν η κυβερνητική πλειοψηφία, παρά τις αντιδράσεις, προχωρήσει στην ψήφιση του νέου νόμου χωρίς αλλαγές, τότε η εξέλιξη θα είναι ανάλογη με προηγούμενους νόμους πχ. ανατροπή νόμου Διαμαντοπούλου, δυσκολία εφαρμογής της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας κλπ. Αν όμως, όπως και το ελπίζω αναγνωρίζοντας το γνήσιο ενδιαφέρον τόσο της Πολιτικής Ηγεσίας όσο και του Πρωθυπουργού, η στόχευση είναι για κάτι βαθύτερο και πιο μόνιμο, ο δρόμος που αυτή τη στιγμή ακολουθείται αποτελεί δοκιμασμένη συνταγή αποτυχίας.

Εξηγώ σύντομα:

  • Όλες οι μεταρρυθμίσεις στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση που άντεξαν στο χρόνο είχαν την αποδοχή σημαντικού μέρους της ακαδημαϊκής κοινότητας. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει σήμερα (μάλλον το αντίθετο ισχύει!) διατρέχοντας τον κίνδυνο να «ενταφιαστεί» στη συνέχεια η χρήσιμη ιδέα της παρουσίας εξωτερικών μελών στη λειτουργία των Πανεπιστημίων.
  • Οι αλλαγές δε γίνονται μία φορά όλες μαζί, ειδικά προς το τέλος της κυβερνητικής θητείας, αλλά εκκινούν από καλές και αποδεκτές πολιτικές και εξελίσσονται  παράλληλα με την ωρίμανση της εκπαιδευτικής κοινότητας αλλά και της ίδιας της πολιτικής ηγεσίας.
  • Οι καλές πρακτικές του εξωτερικού ειδικά στην εκπαίδευση δεν είναι μονοσήμαντα ορισμένες. Παρότι γίνεται αναφορά στην παρουσίαση της Υπουργού σε συγκεκριμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού, θα πρέπει να τονίσουμε ότι στην Ευρώπη, ειδικά στις χώρες του Νότου, πολλά Πανεπιστήμια ακολουθούν μοντέλο διοίκησης με απευθείας εκλογή του Πρύτανη από τους Πανεπιστημιακούς..

Επί του πρακτέου λοιπόν προτείνονται άμεσα οι εξής δράσεις για το θέμα της διοίκησης:

  • Αποσύνδεση της Πρυτανικής εκλογής από τις διεργασίες του Συμβουλίου ώστε να αποφευχθούν συναλλαγές και η διαπλοκή μεταξύ πολύ λίγων ατόμων που θα εκπροσωπούν ισότιμα Σχολές με ετεροβαρή πληθυσμιακή παρουσία στα μέλη ΔΕΠ. Ο θεσμός του Πρύτανη απολαμβάνει διαχρονικά υψηλό κύρος στην ελληνική κοινωνία ακριβώς επειδή εκφράζει μαζικά και χωρίς κάποιο οικονομικό όφελος το πιο «μορφωμένο» τμήμα της.
  • Αποσαφήνιση του ρόλου των διαφόρων οργάνων στη διαχείριση των οικονομικών πόρων. Τι διαφορετικό θα κάνει το συμβούλιο, οι αρμόδιοι αντιπρυτάνεις και ο εκτελεστικός διευθυντής; Η γνώμη της Συνόδου των Πρυτάνεων στα παραπάνω πρέπει να είναι ουσιαστική και όχι απλώς να ενημερώνεται εκ των υστέρων.

Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των εκλογών των νέων οργάνων στα 10 Πανεπιστήμια που προηγούνται χρονικά πρέπει να είναι το φθινόπωρο του 2022, επιτρέποντας να διαμορφωθεί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ένα όσο γίνεται πιο συναινετικό και ξεκάθαρο θεσμικό πλαίσιο.

Η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας οφείλουν να αντιληφθούν ότι η σοφία του συμβιβασμού κατά την εισαγωγή μίας καινοτομίας δεν αποτελεί ένδειξη αδυναμίας αλλά πράξη παραγωγής στέρεου πολιτικού έργου και πολιτικής κυριαρχίας.

Ο Θανάσης Κατσής είναι Πρύτανης Πανεπιστημίου Πελοποννήσου