Έχει σοβιετικό παρελθόν και μοιράζεται ένα μακρύ σύνορο με τη Ρωσία. Στους πολίτες του, συγκαταλέγεται και μια μεγάλη ρωσική μειονότητα. Ρώσοι εθνικιστές διεκδικούν μεγάλα τμήματα της επικράτειάς του και ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν στο παρελθόν έχει αμφισβητήσει την ίδια την ύπαρξή του. Ο Γενάδι Ζιουγκάνοφ, επικεφαλής του ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος το έχει κατηγορήσει για ρωσοφοβία και για καταπίεση των ρωσόφωνων πολιτών του. Εύλογα, λοιπόν, σημειώνει ο Economist, το Καζακστάν παρακολουθεί τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία με αγωνία – αν όχι με τρόμο.

Ο πόλεμος έχει προκαλέσει νευρικότητα σε όλη την Κεντρική Ασία. Τα «Σταν», όπως είναι γνωστές οι πέντε πρώην σοβιετικές δημοκρατίας της περιοχής είναι, σε γενικές γραμμές, σύμμαχοι της Ρωσίας. Όμως ο επιθετικός επεκτατισμός της Μόσχας θέτει σε σκληρή δοκιμασία αυτή τη φιλία. Καμιά χώρα δεν έχει καταδικάσει την εισβολή. Όμως καμία δεν έχει προσφέρει και την δημόσια στήριξή της σε αυτή ή υποκύψει στην πίεση να αναγνωρίσει τις αποσχισμένες περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ στην ανατολική Ουκρανία. Σε ψηφοφορία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για την εισβολή, στις 2 Μαρτίου, οι τρεις απείχαν ενώ οι δυο δεν εμφανίστηκαν καν.

Το Καζακστάν σε δύσκολη θέση

Το Καζακστάν, η μεγαλύτερη και πλουσιότερη από τις πέντε χώρες, διατηρεί σταθερά καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Είναι μέλος μιας συνθήκης συλλογικής ασφάλειας στην οποία συμμετέχει η Μόσχα, και ορισμένες ακόμη χώρες μεταξύ των οποίων και το Κιργιστάν και το Τατζικιστάν. Τον Ιανουάριο, όταν οι διαδηλώσεις σε αρκετές πόλεις απέκτησαν βίαιο χαρακτήρα απειλώντας τη χώρα με αποσταθεροποίηση, ο Κασίμ-Ζομάρτ Τοκάγεφ, ο πρόεδρος του Κιργιστάν, επικαλέστηκε τον όρο αμοιβαίας υπεράσπισης αυτής της συνθήκης και ζήτησε τη βοήθεια του Πούτιν για την καταστολή των διαδηλωτών – όπως και συνέβη.

Όμως η χώρα απολαμβάνει καλές σχέσεις και με τη Δύση και δεν επιθυμεί να μετατραπεί σε παρία, όπως η Ρωσία. Ο Τοκάγεφ έχει δηλώσει ότι προτεραιότητά του είναι να διασφαλίσει την «ασφάλεια, την εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα» του Καζακστάν. Είναι ο μόνος Κεντροασιάτης ηγέτης που έχει συνομιλήσει με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μετά τη ρωσική εισβολή, ενώ συνομιλεί τακτικά και με τον Πούτιν. Έχει προσφερθεί να παίξει το ρόλο του διαμεσολαβητή.

Επικίνδυνες ισορροπίες

Οι περισσότερες χώρες επιδιώκουν μια εξαιρετικά δύσκολη ισορροπία. Οι αρχές στο Αλμάτι, τη μεγαλύτερη πόλη του Καζακστάν, έχουν επιτρέψει τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις – αν και μία μόνο φορά – ενώ η αστυνομία έχει επιβάλει πρόστιμα σε οδηγούς που είχαν τοποθετήσει στα αυτοκίνητά τους το σύμβολο «Ζ», που έχει χρησιμοποιηθεί από τα ρωσικά στρατεύματα στην τρέχουσα εισβολή. Όμως δυο bloggers που είναι γνωστοί για την αντιρωσική ρητορική τους έχουν επίσης βρεθεί στη φυλακή. Το Ουζμπεκιστάν έχει ταχθεί υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και έχει αρνηθεί να αναγνωρίσει τις αποσχισθείσες περιοχές. Όμως ταυτόχρονα έχει ασκήσει πιέσεις σε δημοσιογράφους που εκφράζουν με μεγάλη ένταση την υποστήριξή τους στην Ουκρανία.

Στρατοί και εμβάσματα

Το Κιργιστάν, που φιλοξενεί και ρωσική στρατιωτική βάση, έχει φτάσει πιο κοντά από τα υπόλοιπα κράτη στην (μετριοπαθή) υποστήριξη προς τη Ρωσία. Η αναγνώριση του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ από τον Πούτιν ίσως ήταν «ένα αναγκαίο μέτρο για την προστασία των αμάχων», έγραψε στο Facebook ο Σαντίρ Τζαπάροφ, ο πρόεδρος της χώρας. Όμως η δήλωση αυτή ήρθε πριν την εισβολή. Έκτοτε, έχει κυριαρχήσει μια στάση ουδετερότητας, που σύμφωνα με τον Economist ίσως οφείλεται και στα εκατομμύρια των Κιργίζιων μεταναστών που εργάζονται στη Ρωσία.

Το τελευταίο είναι βέβαιο ότι απασχολεί και το Τατζικιστάν, η οικονομία του οποίου στηρίζεται στα εμβάσματα, και το οποίο μέχρι στιγμής τηρεί σιγήν ιχθύος. Από την πλευρά του το απομονωμένο Τουρκμενιστάν γενικώς αδιαφορεί για το τι συμβαίνει στον έξω κόσμο, εστιάζοντας αυτή την περίοδο στη δημιουργία μιας πολιτικής δυναστείας, καθώς ο Σερντάρ Μπερντιμουχαμέντοφ, ο νέος πρόεδρος, διαδέχθηκε τον πατέρα του Γκουρμπανγκούλι.

Παράπλευρες απώλειες

Ανεξάρτητα από τους διπλωματικούς ελιγμούς των κυβερνήσεων, σημειώνει ο Economist, τα Σταν δύσκολα θα αποφύγουν τις οικονομικές συνέπειες της ουκρανικής κρίσης. Η κατάρρευση του ρουβλίου έχει συμπαρασύρει και τα δικά τους νομίσματα. Το σομ του Κιργιστάν έχει χάσει το 15% της αξίας του από την ημέρα της εισβολής, ενώ το τένγκε του Καζακστάν το 14%. Αυτό οφείλεται εν μέρει και στην αναμονή της μείωσης των εμβασμάτων που φτάνουν στα κράτη αυτά από τη Ρωσία – κατά ένα τρίτο στην περίπτωση του Κιργιστάν και κατά ένα πέμπτο σε εκείνη του Τατζικιστάν σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, οι συνέπειες θα είναι επώδυνες. Τα εμβάσματα αντιστοιχούν σχεδόν στο ένα τρίτο του ΑΕΠ του Κιργιστάν και ξεπερνούν το 25% του ΑΕΠ του Τατζικιστάν.

Το Καζακστάν, το Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν διαθέτουν πλούσιους ενεργειακούς πόρους και ενδεχομένως ελπίζουν να βγουν κερδισμένα από την κρίση, μέσα από την αύξηση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Όμως ακόμη κι αυτή η δυνατότητά τους απειλείται. Η Ρωσία έχει δηλώσει ότι ένας αγωγός που περνά μέσα από την επικράτειά της προς τη Μαύρη Θάλασσα, μεταφέροντας κυρίως πετρέλαιο από το Καζακστάν, ίσως παραμείνει κλειστός για δυο μήνες για λόγους συντήρησης. Η κίνηση αυτή αντιμετωπίζεται από ορισμένους ως αντίδραση στις κυρώσεις, με το Καζακστάν στο ρόλο της παράπλευρης απώλειας.

«Υπάρχει ένα διάσημο ρητό που λέει ότι όταν η Ρωσία φτερνίζεται, το Καζακστάν αρρωσταίνει», δήλωσε στον Economist υψηλόβαθμος αξιωματούχος της χώρας. ‘Αυτό δεν είναι απλό φτέρνισμα, αλλά μάλλον πνευμονία – κι εμείς θα πάθουμε Covid ή κάτι τέτοιο».