Αυξάνονται οι επιστημονικές φωνές για την ανάγκη λήψης έκτακτων μέτρων ενόψει της σαρωτικής (όπως όλα δείχνουν) επέλασης της Ομικρον εντός και εκτός της χώρας, διαπιστώνοντας ότι τα εμβόλια δεν αρκούν για να συγκρατήσουν το πέμπτο κύμα.

Την ίδια στιγμή, οι έλληνες ειδικοί προειδοποιούν πως είναι θέμα χρόνου τα 17 και πλέον κρούσματα (που έχουν ήδη εντοπιστεί στην Ελλάδα στο πλαίσιο του δειγματοληπτικού ελέγχου) να πολλαπλασιαστούν αστραπιαία, με τη χώρα μας να μετρά τις επόμενες εβδομάδες τριψήφιο ή ακόμη και τετραψήφιο αριθμό διαγνώσεων που θα οφείλονται στη νέα μετάλλαξη.

Μοιραία, το ερώτημα που πλανάται είναι εάν το καταπονημένο σύστημα Υγείας, με έμφαση στο κουρασμένο προσωπικό των νοσοκομείων, θα αντέξει να αναλάβει για μία ακόμη φορά τον ρόλο του κυματοθραύστη.

Η απάντηση, εντούτοις, εξαρτάται εν μέρει αφενός από το πόσο νοσογόνα θα διαπιστωθεί η Ομικρον καθώς εξαπλώνεται στη Γηραιά Ηπειρο, όπου ο πληθυσμός είναι πιο γερασμένος σε σχέση με τη Νότια Αφρική και αφετέρου από την εμβολιαστική κάλυψη (και με τρίτες δόσεις).

Κινητικότητα στις γιορτές

Αναζητώντας τη χρονική στιγμή όπου η επιδημιολογική καμπύλη θα ανακάμψει, ξεκινώντας την… ξέφρενη (όπως προκύπτει από όσα εκτυλίσσονται στο εξωτερικό) ανοδική πορεία της, ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, εκτιμά πως ο χρόνος αντίδρασης και οχύρωσης της χώρας μας είναι ήδη πολύ περιορισμένος: «Παρά τη μείωση στα κρούσματα, το ιικό φορτίο παραμένει σε υψηλά επίπεδα.

Μετά τις 10 Γενάρη, όταν ενσωματωθεί και το αποτύπωμα της αυξημένης κινητικότητας που είναι δεδομένη κατά την περίοδο των γιορτών, το επιδημικό κύμα θα καταγράψει νέα έξαρση. Αναμένεται όμως την ίδια περίοδο η Δέλτα να διασταυρωθεί δυναμικά και με την Ομικρον, συνεπώς ο Φεβρουάριος φαίνεται να είναι ένας δύσκολο μήνας».

Ο ίδιος, ωστόσο, εκτιμά πως και το πέμπτο κύμα θα αφορά (όπως και το τέταρτο) κυρίως τους μη εμβολιασμένους πολίτες, με τη «δεξαμενή» των πλέον ευάλωτων να μην έχει συρρικνωθεί στον επιδιωκόμενο βαθμό. «Από τους 450.000 μη εμβολιασμένους πολίτες άνω των 60 ετών εκτιμάται ότι οι 300.000 θα μολυνθούν από το νέο στέλεχος. Από αυτούς οι 3.000 υπολογίζεται ότι θα χάσουν τη ζωή τους», σημειώνει ο ειδικός.

Επιπλέον μέτρα

Εξού και οι εκκλήσεις του επίκουρου καθηγητή Επιδημιολογίας, Γκίκα Μαγιορκίνη, στους πολίτες να σπεύσουν να εμβολιαστούν με πρώτες αλλά και με τρίτες δόσεις.

«Το ύψος της σταθεροποίησης θα εξαρτηθεί από τον εμβολιασμό των κοινωνικά ενεργών ομάδων, δηλαδή των νεότερων, τι εμβολιασμό έχουν κάνει οι νεότεροι. Αυτό θα οδηγήσει και στη σταθεροποίηση του επιπέδου σε υψηλά προβλέπουμε επίπεδα. Ωστόσο, η δυναμική στο σύστημα υγείας θα εξαρτηθεί κυρίως από τα επίπεδα εμβολιασμού στους άνω των 60».

Υπό τα δεδομένα αυτά, η συζήτηση πλέον στρέφεται στο εάν καθίσταται αναγκαίο να ληφθούν επιπλέον μέτρα, την ώρα που στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης επανέρχεται η αυστηροποίηση της χρήσης μάσκας σε εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους, αυξάνονται οι περιορισμοί στους μη εμβολιασμένους και εισάγεται η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες με έμφαση στους υγειονομικούς.

Σημειώνεται ότι αυτή είναι και η επίσημη «γραμμή» του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, καθώς μόλις την περασμένη Τετάρτη η διευθύντρια Andrea Ammon υπογράμμισε πως οι εμβολιασμοί δεν θα σταματήσουν την άνοδο της παραλλαγής Ομικρον και σημείωσε ότι χρειάζεται επειγόντως ισχυρή δράση.

«Σε αντίθεση με άλλες χώρες ήδη έχουμε μέτρα. Μέτρα που εφαρμόζονται εδώ και αρκετό καιρό και τα οποία τώρα αρχίζουν να τα λαμβάνουν σε χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο… Το βασικό στοιχείο, που θέλω να τονίσω, είναι να προσπαθήσουμε να τα τηρήσουμε. Γιατί έχουμε και εμείς την τάση να μην τα τηρούμε», ήταν η τοποθέτηση του καθηγητή Επιδημιολογίας σε σχετική ερώτηση. Εντούτοις, το «γκρίζο σημείο» της παραδοχής του ειδικού – δηλαδή, η μη τήρηση των μέτρων από μερίδα πολιτών – δημιουργεί το έδαφος για επιστημονικά αιτήματα που ζητούν να ενταθούν οι περιορισμοί.

Υποχρεωτικότητα

Υπό το πρίσμα αυτό ο Ευάγγελος Μανωλόπουλος εκτιμά ότι ούτως ή άλλως έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος σε ό,τι αφορά την επιβολή της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών και της αυστηροποίησης του λοκντάουν στους μη εμβολιασμένους, για τους οποίους για παράδειγμα το rapid test θα έπρεπε να είχε 24ωρη ισχύ: «Η υποχρεωτικότητα για τους ηλικιωμένους άνω των 60 ετών απέδωσε, με την αποτελεσματικότητα του μέτρου να μεταφράζεται μέχρι στιγμής σε περίπου 100.000 εμβολιασμούς. Οπως, όμως, εξελίσσεται η κατάσταση και με την απειλή της Ομικρον, η κυβέρνηση θα πρέπει να αυξήσει την πίεση, επεκτείνοντας το μέτρο σε μικρότερες ηλικίες ή εντάσσοντας και άλλες κοινωνικές ομάδες. Και πάλι, βέβαια, είναι αμφίβολο εάν θα καλυφθεί το κενό έως τον ερχόμενο Φεβρουάριο».

Σε κάθε περίπτωση, στα τέλη του πρώτου μήνα του νέου έτους και καθ’ όλη τη διάρκεια του δεύτερου θα αποκαλυφθεί η σφοδρότητα με την οποία θα «χτυπήσει» η νέα μετάλλαξη τα νοσοκομεία της χώρας, σύμφωνα με τον καθηγητή Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρο της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας Στέλιο Λουκίδη: «Εάν η Ομικρον δεν προκαλεί σοβαρή νόσηση αυτό θα βοηθήσει το σύστημα. Στην αντίθετη περίπτωση η κατάσταση που θα διαμορφωθεί θα είναι πολύ δύσκολη, καθώς εκτός από την πίεση στα νοσοκομεία θα είναι αμφίβολη και η αποτελεσματικότητα ιατρικών παρεμβάσεων, όπως είναι τα μονοκλωνικά αντισώματα».

Ο ίδιος, όμως, εκφράζει αμφιβολίες και για τις νέες – προς το παρόν μη εγκεκριμένες – αντιιικές θεραπείες μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. «Αναφορικά με το χάπι της Merck, θέλει πολλή σκέψη και ανάλυση. Για παράδειγμα δεν γνωρίζουμε ακόμη εάν η δράση του αφορά και τους ευάλωτους πληθυσμούς. Σε ό,τι δε αφορά τη θεραπεία της Pfizer βρισκόμαστε εν αναμονή των σχετικών δημοσιεύσεων», καταλήγει.