Ξεκινούμε από το βασικό. Ουδείς απειλεί την ελευθερία του Τύπου σήμερα στην Ελλάδα.

Διότι ελευθερία του Τύπου δεν σημαίνει να είσαι με τον λαό ή τα αφεντικά, την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση, τους πλούσιους ή τους φτωχούς, τη Δεξιά ή την Αριστερά.

Δεν σημαίνει καν να ελέγχεις την εξουσία ή το οφσάιντ.

Σημαίνει να επιλέγεις ελεύθερα τι είσαι, με ποιους θέλεις να είσαι και τι θέλεις να κάνεις.

Με άλλα λόγια, η ελευθερία δεν κρίνεται σε επίπεδο πολιτικού ή δημοσιογραφικού προσανατολισμού. Είναι η ελευθερία να επιλέγεις όποιον προσανατολισμό γουστάρεις.

Από το 1974 και μετά, η ελευθερία του Τύπου απειλήθηκε στην Ελλάδα μόνο σε δύο περιπτώσεις.

 

 Ασύντακτα την περίοδο 2011-2014, όταν ένας όχλος αγανακτισμένων, αρπαγμένων και διαταραγμένων επιτέθηκε στον Τύπο βρίζοντας, απειλώντας και συκοφαντώντας για να επιβάλουν μια δική τους πεζοδρομιακή εκδοχή των πραγμάτων.

 

 Συντεταγμένα την περίοδο 2015-2019, όταν η τότε κυβερνητική εξουσία προσπάθησε να ελέγξει τον Τύπο με συναλλαγές ή απειλές, εκβιασμούς ή εκφοβισμούς, πιέσεις και παρεμβάσεις παντός είδους.

Οταν λοιπόν διαβάζω ότι οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Κούλογλου και Αρβανίτης κατέθεσαν ερώτηση στην Κομισιόν για την ολλανδή δημοσιογράφο(;) ζητώντας από την Κομισιόν να αναλάβει δράση προκειμένου να προστατεύσει τους δημοσιογράφους(;) στη χώρα μας, με πιάνουν τα γέλια.

Υποθέτω πως στο καλάθι απορριμμάτων της Κομισιόν υπάρχει ειδικός χώρος για τέτοιες ερωτήσεις.

Στην απειλή δεν αντιστάθηκαν όλοι – αν θυμάμαι καλά ένας ευρωβουλευτής που τώρα ανησυχεί για την Ολλανδή, τότε πρωταγωνιστούσε στην κρατική τηλεόραση…

Αλλά αντιστάθηκαν αρκετοί. Και έτσι φτάσαμε στην αρχική μας διαπίστωση: ουδείς απειλεί σήμερα την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα. Ο καθένας μπορεί να δημοσιεύει ή να σχολιάζει ό,τι κατεβάζει η γκλάβα του.

Στα πλαίσια φυσικά του νόμου. Δεν μπορεί να βρίζει, ούτε να συκοφαντεί ούτε να απειλεί ούτε να εκβιάζει ούτε να διασύρει, διότι όλα αυτά συνιστούν αδικοπραξίες.

«Και ποιος τα κρίνει αυτά;» ρωτούν οι πονηροί. Τα κρίνει η Δικαιοσύνη. Η οποία κρίνει όλες τις αδικοπραξίες στη δημοκρατία μας, όποιος κι αν τις διαπράττει. Είτε είναι δημοσιογράφος είτε ανθοπώλης.

Ακουσα πρόσφατα τον Γ. Παπανδρέου να μιλάει για «εξωθεσμικά κέντρα» που προσπαθούν να παρέμβουν στην εκλογή του ΚΙΝΑΛ.

Δεν ξέρω τι εννοεί ο ποιητής ως «εξωθεσμικά κέντρα». Αν εννοεί την αλβανική μαφία ή τους παραγωγούς ψυχαγωγικής κάνναβης, συμφωνώ απολύτως μαζί του.

Αν όμως εννοεί τον Τύπο, τότε θα πρέπει να καταλάβει (και να αποδεχθεί) ότι ο Τύπος είναι απολύτως θεσμικό κέντρο, κεντρικός παράγοντας της δημοκρατίας, νομίμως ενδιαφέρεται για ό,τι νομίζει και διά του ενδιαφέροντος παρεμβαίνει και στο ΚΙΝΑΛ και στη ΝΔ και στον ΣΥΡΙΖΑ και στην ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού που πάει κατά διαόλου.

Με άλλα λόγια, ο Τύπος έχει το δικαίωμα της παρέμβασης, το ασκεί και σε όποιον αρέσει. Αυτό άλλωστε είναι το νόημα και η σημασία της ελευθερίας του.

Που αποτελεί ταυτοχρόνως κατάκτηση της δημοκρατίας.

Περάσαμε τη μαύρη περίοδο 2011-2019 και βγήκαμε (σχεδόν) σώοι. Με μερικά χρόνια παραπάνω στην πλάτη, κάποιες απώλειες και αρκετές εμπειρίες. Αλλά και με το δικαίωμα να διηγούμαστε αύριο στα εγγόνια μας πως όταν μας την έπεσαν τα ρεμάλια και τα σούργελα «ήμουν κι εγώ εκεί!».

Καπελωμένοι

Χάζευα σε τηλεοπτικά πλάνα της πορείας του Πολυτεχνείου να βρω τους χίλιους διαδηλωτές που σε ένδειξη συμπαράστασης στην ολλανδέζα δημοσιογράφο με το κόκκινο καπέλο θα διαδήλωναν καπελωμένοι. Τουλάχιστον έτσι είχε προαναγγείλει η συνάδελφος.Δεν τους είδα. Σε κάποια φωτογραφία διέκρινα βεβαίως την εν λόγω με το καπέλο της αλλά κανέναν από τους υπόλοιπους 999. Δυστυχώς πληροφορήθηκα (πάλι από την ίδια) πως ούτε εκείνην θα ξαναδώ διότι αγανακτισμένη θα πάρει το καπέλο της και θα φύγει από την Ελλάδα. Κρίμα. Θα χάσουμε την Καπελωμένη Δημοσιογράφο. Αρκεί να μη μας εγκαταλείψει και ο Παπουτσωμένος Γάτος.

Προσοχή στις ετικέτες

Πριν λίγους μήνες, στις 10 Μαΐου 2021, ο σοσιαλιστής ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ είχε επισκεφθεί την Ελλάδα.
Τότε συναντήθηκε με τη Φώφη Γεννηματά, στην οποία φέρεται να δήλωσε ότι «στην Ελλάδα η πολιτική μου οικογένεια είσαι εσύ». Ημασταν δηλαδή αν όχι αδέλφια, πάντως συγγενείς. Λόγω Φώφης.
Την περασμένη Τετάρτη, ο «αδελφός» Σάντσεθ πήρε το μισό Υπουργικό Συμβούλιο και πήγε στην Αγκυρα. Εκεί παρέα με τον Ερντογάν προανήγγειλε διεύρυνση της αμυντικής συνεργασίας με την Τουρκία σε ζητήματα εξοπλισμών. Κουβέντιασαν λέει για άλλο ένα ελαφρύ αεροπλανοφόρο (κατασκευάζεται ήδη ένα) και ενδεχομένως υποβρύχια.
Ολοι το ερμήνευσαν σαν μια ρελάνς στην ελληνο-γαλλική αμυντική συμφωνία.
Ακόμη περισσότερο που ο Σάντσεθ δεν είπε λέξη για την παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας, αγνοώντας όλες τις σχετικές αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων.
Πράγμα που σημαίνει ότι τελικά οικογένεια του Σάντσεθ δεν ήταν η Φώφη, ούτε είμαστε εμείς και μάλλον δεν είναι ούτε η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Δεν ξέρω μήπως είναι ο Ερντογάν. Αλλά πάλι ο Σάντσεθ είναι σοσιαλιστής και ηγείται μιας «προοδευτικής διακυβέρνησης» (που θα έλεγαν και οι δικοί μας) παρέα με τον «ΣΥΡΙΖΑ Ισπανίας» που είναι οι Podemos.
Παράξενος σοσιαλιστής και παράξενος προοδευτικός.
Διότι δεν ξέρω πολλούς σοσιαλιστές να κάνουν τους αβανταδόρους ενός αυταρχικού καθεστώτος. Τις πράξεις του οποίου στην ευρύτερη περιοχή έχει καταδικάσει απερίφραστα η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ακόμη κι αν αφήσω στην άκρη την οικογενειακή σχέση που διατηρούσαμε με τον ισπανό πρωθυπουργό, χρειάζεται τεράστια σοσιαλιστική γαϊδουριά ή αριστερός κυνισμός για να προσπερνά κανείς με τόση άνεση όχι τις αιτιάσεις της Ελλάδας αλλά τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Τι περισσότερο και τι χειρότερο κάνει δηλαδή ο Ορμπαν; Κι αυτός κολλητός του Ερντογάν είναι.
Γι’ αυτό λοιπόν την επόμενη φορά πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ποιους βάζουμε στην οικογένειά μας.
Και κυρίως να μη μας εξαπατούν, ούτε να μας παραπλανούν οι
ετικέτες που ο καθένας κοτσάρει στον εαυτό του.