2009,  τέλος Αυγούστου. Βρίσκομαι  μ’  ένα φίλο  στο  γραφείο  ενός βουλευτή, πρώην  υπουργού. Φεύγοντας βγάζω από την  τσάντα μου  μια εισήγηση  για  τα  πανεπιστήμια , που  είχα γράψει  εκείνες  τις  μέρες και του  τη  δίνω , λέγοντας συγχρόνως, ότι  έλαβα υπόψη μου  το  μεγάλο χρέος  της χώρας. Και αυτός  μου  λέει : Ποιο  χρέος ;  Χρέος  δεν υπάρχει,  παρά  μόνο  μπόλικα  λεφτά ….

Λίγες  μέρες  μετά  παραιτείται  η κυβέρνηση  Καραμανλή,

Προκηρύσσονται  εκλογές  για τις 4 Οκτωβρίου, αν και κανονικά  έπρεπε   να γίνουν το 2011, τις  οποίες  κερδίζει  άνετα  το ΠΑΣΟΚ,  που  ηγείται   ο Γιώργος  Παπανδρέου.  Κατά την  προεκλογική  περίοδο, ο  Παπανδρέου  λέει  δημόσια  το περίφημο  εκείνο  «λεφτά  υπάρχουν».

Έρχεται  ο Απρίλης του 2010  και  στις Βρυξέλες  γίνεται  σύσκεψη  των αρχηγών των  κρατών- μελών  της  Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Εκεί, ο Παπανδρέου,  λέει   στους  εταίρους : το  χρέος  της χώρας  μου,  ξεπέρασε  τα 300 δις. Αιτούμαι  λοιπόν  ένα  δάνειο,  γιατί  «δεν   μπορώ να δανείζουμε από τις κεφαλαιαγορές, με το ληστρικό  επιτόκιο 6 %».  Τότε οι εταίροι του λένε :  « Όρα άρθρο 125  της  συμφωνίας  του  Μάαστριχτ, που απαγορεύει  στους εταίρους  να βοηθήσουν  κάποιον άλλον, αν έχει οικονομικές δυσκολίες. Αυτός υποχρεούται να τα βγάλει πέρα  μόνος του».  Έτσι, ο κ. Παπανδρεου, τα μαζεύει   και φεύγει από τις Βρυξέλλες άπραγος.

Μετά  μια βδομάδα  όμως  δημοσιεύθηκε στον τύπο  ότι οι εταίροι ξανασκέφθηκαν  το θέμα  της Ελλάδας  και αποφάσισαν  να καταργήσουν  το αναφερθέν  άρθρο  και να στηρίξουν  την Ελλάδα,  που πήγαινε ολοταχώς  στη χρεοκοπία.  Αν συνέβαινε  κάτι τέτοιο , θα υπήρχαν   συνέπειες  για  το ΕΥΡΩ.

Στη  φάση  αυτή  δημοσιεύεται  στον  τύπο  ότι  η καγκελάριος  της  Γερμανίας   κ. Άνγκελα  Μέρκελ, πρότεινε  στους  άλλους  εταίρους,  όχι  μόνο  να  δώσουν    δανεικά στην Ελλάδα,  αλλά  να κουρέψουν  και  κατά  50  δις  το χρέος.

Περνάει  καιρός,  ώστε  προκαλούνται  πολλές συζητήσεις  στο  διεθνή  τύπο,  αν η Ελλάδα  με  αυτήν  τη  βοήθεια  θα κατάφερνε   να αποφύγει  τη χρεοκοπία.

Από  τη συζήτηση  προκύπτει  ότι η  βοήθεια  πρέπει  να  είναι μεγαλύτερη,  καθώς   και το  κούρεμα  ισχυρότερο. Όμως  επειδή  η  οικονομική  στήριξη  θα διδόταν  ως δάνειο, έπρεπε  γι’  αυτό   η  Ελλάδα  να επιστρέψει  τα χρήματα.  Συγχρόνως  οι  δανειστές    θα  έπρεπε  να  παρακολουθούν  και  να  καθοδηγούν  τους  Έλληνες,  προκειμένου  να φτιάξουν  την οικονομία  τους.  Σ’ αυτό   το σημείο  ξαναμίλησε  η Μέρκελ  λέγοντας,  πως οι  Ευρωπαίοι  δεν  ήξεραν  καλά  αυτή  τη δουλειά της  καθοδήγησης. Καλύτεροι  σ’  αυτό  το  θέμα  ήταν  οι  του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου  . Η πρόταση  έγινε  δεκτή  κι  έτσι  μπήκε στο παιχνίδι και  το ΔΝΤ,  καλύπτοντας   ένα  μέρος  του  δανείου,  ώστε άρχισαν  και τα περιβόητα   «Μνημόνια»,  καθώς   κι  η καθοδήγηση  των ελληνικών κυβερνήσεων  για   τα οικονομικά.

Εντούτοις,  το  «κούρεμα»  δεν  έμεινε  στα  50  δις,  αλλά με  παρότρυνση  πάλι των Γερμανών,  ανέβηκε στα 112 δις  Ευρώ. Όμως  υπήρχε  ισχυρό   παρασκήνιο.

Τελικά,  σήμερα  το  δημόσιο χρέος της  Ελλάδας,  έφτασε τα 356  (+/-) δις Ευρώ και  έπεται αυτό που θα πάρουμε από το Ταμείο  Ανάκαμψης  της Ε.Ε.

Τα  απομνημονεύματα  του  Ομπάμα   

 

Τον  περασμένο  μήνα  ο προηγούμενος  πρόεδρος  της  Αμερικής ,  Μπάρακ  Ομπάμα ,  έβγαλε  τον  πρώτο  τόμο των  απομνημονευμάτων της  θητείας  του,  από τον οποίο  η εφημερίδα   «ΤΑ  ΝΕΑ»  δημοσίευσε    στις  14/15  ένα  μέρος  αυτών,  που  αναφέρονται  στην  Ελλάδα.

Ο   Ομπάμα  γράφει ότι το  2008  με  τη χρεοκοπία  της τράπεζας  «Lehman Brothers»   η Αμερική  βυθίστηκε  σε οικονομική  κρίση,  που  δημιούργησε  κραχ  στην  αγορά  των κατοικιών  και προκάλεσε  μεγάλη    και εκτεταμένη  ανεργία.

Αυτή  η   οικονομική κρίση,  όμως,  παρέσυρε  και τις  ευρωπαϊκές τράπεζες  και  είχε   επηρεάσει   την παγκόσμια  οικονομία.

Αλλά  το   2010 η  αμερικανική  οικονομία  άρχισε  με δυσκολίες  να ορθοποδεί  και  φαινόταν  πως  ξέφευγε   από  τα δύσκολα.

Και  στο  σημείο  αυτό   ο Ομπάμα αναφέρει:     Μολονότι η οικονομική  κρίση είχε αρχίσει από  τη Γούολ  Στρητ, η  επίπτωσή  της  σ’ ολόκληρη την Ευρώπη  υπήρξε  εξ ίσου  σφοδρή. Για  πολλούς  μήνες  η ευρωπαϊκή  οικονομία  παρέμενε  σε  ρυθμούς  βαθιάς  ύφεσης. Σε κάποιες χώρες  η ανεργία  είχε φτάσει στο 20%. Έτσι   κάποια  κράτη ,  όπως Ιρλανδία,  Πορτογαλία, Ελλάδα,  Ιταλία  κι  Ισπανία  άρχισαν  να δυσκολεύονται, όλο και περισσότερο  να δανειστούν.

Εμείς  εδώ  δεν είχαμε περιθώρια    να είμαστε   παθητικοί  παρατηρητές    αυτής  της κατάστασης. Τα προβλήματα  της Ευρώπης  ήταν  ένα  βαρίδι  για τη  δική μας  ανάκαμψη.  Καθόσον  η Ευρωπαϊκή  Ένωση  ήταν  ο  μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος  κι  οι  αμερικανικές  και ευρωπαϊκές  χρηματαγορές  αλληλοεξαρτώμενες. Σχεδόν όλο το 2009 , εγώ  κι ο υπουργός οικονομικών μας , Τιμ  Γκάϊτνερ ,  προτρέπαμε  τους  Ευρωπαίους   να δράσουν  πιο  αποφασιστικά  για  την  ανάταξη  των οικονομιών τους.  Αλλά  εμείς  τα  λέγαμε,  εμείς  τα  ακούγαμε.

Και  σ’  αυτή  τη φάση εμφανίστηκε «η  Ελλάδα, ως  δυναμίτης  σε αποθήκη  πυρομαχικών».  Το  Φεβρουάριο του  2010,   μια   κρίση δημόσιου χρέους   στην  Ελλάδα,  άρχισε   να  απειλεί   να  διαλύσει   την Ευρωπαϊκή  Ένωση –  οπότε  εγώ  και  το οικονομικό  μου επιτελείο  αρχίσαμε   να  τρέχουμε,  για  να αποτρέψουμε,  άλλον  ένα γύρο   παγκόσμιου  οικονομικού  πανικού.

Τα οικονομικά προβλήματα  της  Ελλάδας  δεν ήταν  καινούργια.  Τελευταία , η χώρα μαστιζόταν  από  χαμηλή  παραγωγικότητα, ένα διογκωμένο και αναποτελεσματικό  δημόσιο  τομέα,  μαζική φοροδιαφυγή  και μη βιώσιμες  συνταξιοδοτικές   υποχρεώσεις. Όταν  δε  η νεοεκλεγείσα  ελληνική  κυβέρνηση  ανακοίνωσε ότι  το έλλειμμα   του  προϋπολογισμού,  θα  υπερέβαινε   κατά  πολύ  τις προηγούμενες  εκτιμήσεις,  οι  μετοχές  των  ευρωπαϊκών  τραπεζών έκαναν βουτιά  κι   οι  διεθνείς  πιστωτές  σταμάτησαν  να δανείζουν  την Ελλάδα.  Η χώρα  βρέθηκε  ξαφνικά  στο  χείλος  της  χρεοκοπίας.

Αν  και το  ΑΕΠ  της Ελλάδας   ήταν  περίπου όσο του Μέριλαντ  (μικρή  πολιτεία),  ώστε υπό  κανονικές συνθήκες  δεν θα ήταν θέμα, τώρα  αυτό ήταν μέγα  πρόβλημα,  ώστε  το δημόσιο   αυτό   χρέος,  έμοιαζε  με   δεσμίδα  δυναμίτη   με το φυτίλι   αναμμένο   μέσα  σε   αποθήκη  πυρομαχικών.  Η κατάσταση  αυτή  της Ελλάδας  μπορούσε να τινάξει  όλη την Ε.Ε.  στο αέρα. Μπρος  σ’ αυτό  το γεγονός  η Ελλάδα  θα έπρεπε  να  εγκαταλείψει  την Ευρωζώνη,  γεγονός που  θα δημιουργούσε  σ’  όλη την Ευρώπη ανυπολόγιστες ζημίες.

Η κατάσταση αυτή  μπορούσε  να εξαπλωθεί στην παγκόσμια οικονομία   και  να προκαλέσει  σοκ  στο διεθνές  χρηματοπιστωτικό   σύστημα   με  χειρότερες  συνέπειες από εκείνες που ξέραμε.

Προκειμένου λοιπόν  να  αποτραπεί  αυτή  η κατάσταση συμφωνήσαμε  με τον  Τιμ  ότι  η σταθεροποίηση   της  Ελλάδας  ήταν  αναγκαία,  προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα.

Και  πάλι  όμως  οι Ευρωπαίοι εταίροι  είχαν  διαφορετικές ιδέες. Για τους  Γερμανούς,  τους Ολλανδούς  και πολλά  άλλα μέλη  της Ευρωζώνης  οι  Έλληνες  ήταν  οι  ίδιοι  υπαίτιοι   των προβλημάτων τους,  με  την ανικανότητα των   κυβερνήσεων  τους   και με  τις  σπάταλες  συνήθειές  τους. Μολονότι η Μέρκελ   με  διαβεβαίωνε  ότι  «δεν   θα  έχουμε  μια  δεύτερη  περίπτωση  της  τράπεζας  Lehman»,  ήθελε να αφήσει  την Ελλάδα  να χρεοκοπήσει   τόσο  η ίδια, όσο   κι  ο υπουργός Οικονομικών  κι οπαδός  της λιτότητας  Βόλφγκανγκ  Σόϊμπλε.   Μάλιστα  ήταν  αποφασισμένοι  να θέσουν,  ως  όρο  για  την   παροχή    της όποιας  βοήθειας ,  ένα  επιτίμιο  ανάλογο  του παραπτώματος,  παρά  τις  προειδοποιήσεις μας  ότι   το υπερβολικό  ξεζούμισμα   της  ήδη στραπατσαρισμένης   ελληνικής  οικονομίας  θα  ήταν αντιπαραγωγικό.   Η πρόθεση  αυτής  της  άποψης  εκφράστηκε  με  την παραχώρηση  ενός μικρού  δανείου 25 δις Ευρώ,  που θα ήταν εντελώς  ανεπαρκές.

Μη θέλοντας  να αυτοκτονήσει    πολιτικά η ελληνική κυβέρνηση,  είπε  ευχαριστούμε,  δεν θα  πάρουμε.

Τα  αρχικά  ευρωπαϊκά  σχέδια  για  το δημοσιονομικό  τείχος  προστασίας  δεν   πολύ   καλύτερα. Το αρχικό  ποσόν,  που πρότειναν  οι  αρχές  της  Ευρωζώνης   για  την κεφαλαιοποίηση   του  ταμείου – 50 δις Ευρώ –  ήταν  επιεικώς   ανεπαρκές.  Σε  μια τηλεδιάσκεψη  με τους ομολόγους του ο Αμερικανός  υπουργός Τιμ  χρειάστηκε  να τους εξηγήσει και  να τους  πείσει   ότι  για  να  είναι αποτελεσματικό το ταμείο  θα  έπρεπε   να  έχει   τουλάχιστον  δεκαπλάσιο  μέγεθος.  Οι αξιωματούχοι   της Ευρωζώνης  επέμεναν  επίσης  ότι  για  να έχει  πρόσβαση στο  ταμείο μια χώρα ,  οι  ομολογιούχοι  της   θα  έπρεπε    να υποστούν  «κούρεμα»  –  δηλαδή  να δεχτούν  ένα ποσοστό   απώλειας   των  χρημάτων  που τους  οφείλονται .  Αυτό  ήταν απόλυτα  κατανοητό .  Άλλωστε , το επιτόκιο  που χρέωναν  οι πιστωτές σ’  ένα δάνειο υποτίθεται  ότι καλύπτει   τον  κίνδυνο  αδυναμίας   πληρωμών  από πλευράς  δανειολήπτη.

Στη  φάση αυτή  συνειδητοποίησα  ότι   η ελληνική  κρίση χρέους   ήταν εκτός  από χρηματοοικονομικό   και γεωπολιτικό  πρόβλημα,  ένα πρόβλημα  που  εξέθετε  τις  ανεπίλυτες  αντιφάσεις   στην καρδιά   της  μακρόχρονης   πορείας  της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.