Γεννημένος στις 25 Αυγούστου 1930 σε κάποια φτωχογειτονιά του Εδιμβούργου της Σκωτίας, ο Σον Κόνερι , ο πιο εμβληματικός Τζέιμς Μποντ, χρειάστηκε να δώσει μάχες για να φτάσει στο σημείο όπου εδώ και παραπάνω από μισό αιώνα βρισκόταν.

Κατ’ αρχάς, στα 14 παράτησε το σχολείο οπότε βρήκε αμέσως τη ζωή βουνό μπροστά του.

Επί περίπου εννέα χρόνια ήταν αναγκασμένος να δουλεύει όπου έβρισκε: διανομέας γάλακτος, ναυαγοσώστης, τυπογράφος, ναυτικός σε εμπορικά πλοία,  ανθρακωρύχος και κτίστης ήταν μερικές από αυτές τις δουλειές.

Επιχειρώντας «κάτι διαφορετικό»

Δοκίμασε το επάγγελμα του ηθοποιού, ενώ βρισκόταν στο Λονδίνο για τον διαγωνισμό του Μίστερ Υφήλιος και προσπαθούσε να κάνει «κάτι διαφορετικό» όπως θα δήλωνε αργότερα.

Του είχαν προτείνει να ενταχθεί στην ομάδα ποδοσφαίρου της Manchester United, όμως στα 22 του ένιωθε αρκετά μεγάλος για κάτι τέτοιο. Τότε ήταν που κάποιος του είπε ότι γύρευαν κόσμο για να συμπληρώσουν τη διανομή του χορού στο θεατρικό μιούζικαλ “South Pacific”. Ο Κόνερι πήγε, τον δοκίμασαν και τον προσέλαβαν. «Ηταν για μένα μία ακόμη δουλειά», είχε δηλώσει.

Φάνηκε να προκαλεί την προσοχή των τηλεοπτικών παραγόντων αλλά και του κοινού το 1956 όταν πήρε τον πρώτο ρόλο στην τηλεταινία «Blood money» του Ραλφ Νέλσον. Εκεί έπαιξε τον πυγμάχο Μάουντεν (Βουνό) Μακ Λίντοκ, που ενώ έχει φάει τα ψωμιά του είναι αναγκασμένος να εξακολουθεί να ανεβαίνει στο ρινγκ, πιεσμένος από τον διεφθαρμένο μάνατζέρ του.

Στην ταινία – που λίγα χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο ως «Γίγας κυλισμένος στον βούρκο» με τον Αντονι Κουίν στον ρόλο του Κόνερι – παίζει και ο φίλος του ο Μάικλ Κέιν, κατά τρία χρόνια νεότερός του, με τον οποίο ο Κόνερι είχε περίπου την ίδια διαδρομή. Μαζί έπαιξαν άλλωστε στην πολύ όμορφη ταινία του Τζον Χιούστον «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς».

Μια πεντάχρονη συνεργασία του Κόνερι με την 20th Century Fox άρχισε το 1957. Γύρισε για λογαριασμό της δέκα ταινίες αλλά καμιά τους δεν κατάφερε να τον προβάλει στα μάτια και τη συνείδηση του κοινού.

Η πρώτη μεγάλη επιτυχία

Η μεγάλη ευκαιρία (που ο Κόνερι εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο)  του δόθηκε το 1961. Ηταν η πρώτη ταινία Τζέιμς ποντ, ο «Δρ. Νο» η οποία έγινε αμέσως επιτυχία.

Ο Κόνερι γύρισε πέντε ακόμη ταινίες για τους Μπρόκολι – Σάλτζμαν, παραγωγούς του Μποντ αλλά η χρόνια συνεργασία και φιλία τους έμελλε να τελειώσει άδοξα το 1984, όταν ο ηθοποιός υπέβαλε μήνυση εναντίον των παραγωγών κατηγορώντας τους ότι έσπασαν το συμβόλαιο με το οποίο ο ηθοποιός δικαιούνταν περισσότερα χρήματα για μερικές από αυτές τις ταινίες.

Η τελευταία εμφάνισή του ως Μποντ έγινε στην ταινία «Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» που είναι εκτός επίσημης σειράς.

Η καριέρα του Κόνερι βεβαίως συνεχίστηκε και εκτός Μποντ, με πολλούς καλούς ρόλους, σε ταινίες γυρισμένες από σκηνοθέτες όπως ο Σίντενϊ Λουμέτ («Ο λόφος», «Εγκλημα στο Οριαν Εξπρές»), ο Μάρτιν Ριτ («Εκεί που δεν φτάνει ο ήλιος») και ο Ζαν Ζακ Ανό («Το όνομα του ρόδου»).

ΗΠΑ - ΛΟΣ ΑΝΤΖΕΛΕΣ - ΕΚΔΗΛΩΣΗ - ΒΡΑΒΕΥΣΗ - ΣΟΝ ΚΟΝΕΡΙ - ΗΘΟΠΟΙΟΣ - ΣΥΖΥΓΟΣ - ΜΙΣΕΛΙΝ - ΓΕΛΙΟ - SEAN CONNERY - MICHELINE

Όσκαρ για τους «Αδιάφθορους»

Το 1988 απέσπασε το Οσκαρ Β’ ρόλου για τους «Αδιάφθορους» του Μπράιαν Ντε Πάλμα έχοντας παίξει τον βετεράνο αστυνομικό που βοηθά τον Ελιοτ Νες (Κέβιν Κόστνερ) να συλλάβει τον γκάνγκστερ Αλ Καπόνε (Ρόμπερτ Ντε Νίρο).

Υπάρχουν καλλιτέχνες που όταν αποφασίζουν να πουν οριστικά «τέλος», πραγματικά το εννοούν. Το 2006 ο Σον Κόνερι, έχοντας πλέον γίνει Σερ, δήλωσε και αυτός την απόσυρσή του από την υποκριτική οπότε στη «Συμμαχία», ταινία του 2003, έκανε  την τελευταία κινηματογραφική του εμφάνιση.

Όταν γύρισε την ταινία ήταν 73 ετών, όχι και τόσο μεγάλος, ούτε βεβαίως και μικρός. Τρία χρόνια πριν από τη «Συμμαχία», η ταινία του «Διπλή παγίδα» μαζί με την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς είχε κάνει θραύση στα ταμεία, ενώ για τον ρόλο του εκκεντρικού συγγραφέα στο «Ανακαλύπτοντας τον Φόρεστερ» του Γκας Βαν Σαντ,  την προτελευταία  ταινία του, ο Κόνερι θα μπορούσε να είχε προταθεί για Οσκαρ.

Επέλεξε την ηρεμία

Με άλλα λόγια, ο Σον Κόνερι είχε ακόμα να δώσει πράγματα με την Τέχνη του. Ομως επέλεξε να αποσυρθεί και να ζήσει διαφορετικά την ούτως ή άλλως χορτασμένη ζωή του.

Προτίμησε την ηρεμία και το τροπικό κλίμα στις Μπαχάμες (χωρίς ποτέ να ξεχνά την λατρεμένη του Σκοτία),  εκεί όπου μαζί με την πολυαγαπημένη δεύτερη σύζυγό του, τη γαλλομαροκινής καταγωγής ζωγράφο Μισελίν Ρόκμπερν αποκλείστηκε από τον ιό COVID 19.

Εκεί πρόφτασε να γιορτάσει και τα δικά του 90ά γενέθλια. Στις Μπαχάμες, το εξωτικό σημείο του πλανήτη στο οποίο μπήκαν οι ρίζες της διασημότητας του Σον Κόνερι ως πράκτορας Τζέιμς Μποντ.