Ενας αμερικανός πρόεδρος που πηγαίνει εντελώς απροετοίμαστος στα τηλεφωνήματα με ξένους αρχηγούς κρατών και είναι άσχετος στην εξωτερική πολιτική. Θαυμάζει και κολακεύει τους αυταρχικούς ηγέτες, αλλά φέρεται σαν νταής και προσβάλλει τους επικεφαλής συμμαχικών χωρών. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν τον κάνει μια χαψιά, ενώ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τον σέρνει από τη μύτη. Συχνά παραληρεί. Αλλοτε κοκορεύεται για τα πλούτη και την εξυπνάδα του. Και πάντα βάζει το προσωπικό του συμφέρον, κυρίως για να επανεκλεγεί, πάνω από το συμφέρον της χώρας.

Αυτά έδειξε μεγάλη έρευνα του Καρλ Μπέρνστιν, ενός εκ των δύο δημοσιογράφων που είχαν αποκαλύψει το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, η οποία βασίζεται σε μαρτυρίες αξιωματούχων του Λευκού Οίκου και των μυστικών υπηρεσιών που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τι διαμειβόταν σε εκατοντάδες τηλεφωνικές συνομιλίες του αμερικανού προέδρου με ξένους ηγέτες. Οι αποκαλύψεις αυτές, σε άρθρο του Μπέρνστιν στο CNN αυτή την εβδομάδα, προστίθενται σε τόσες άλλες για την άγνοια και το αλλοπρόσαλλο στυλ διακυβέρνησης του Τραμπ και εγείρουν ανησυχίες στις ΗΠΑ για το αν ο ίδιος ο πρόεδρος αποτελεί απειλή για την εθνική ασφάλεια της χώρας. Επιβεβαιώνουν, επίσης, τις ανησυχίες στον υπόλοιπο κόσμο για την ανυπαρξία ή τον μη εποικοδομητικό ρόλο του αμερικανού πλανητάρχη σε ζητήματα όπως η τουρκική δραστηριότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, η επίλυση του Παλαιστινιακού, η πανδημία του κορωνοϊού και η προσπάθεια της Κίνας να καλύψει το κενό που αφήνει η Ουάσιγκτον.

Πιέσεις από Ερντογάν

Ο ηγέτης με τον οποίο ο Τραμπ είχε μακράν τις περισσότερες συνομιλίες είναι ο Ερντογάν. Σε ορισμένες περιόδους ο τούρκος πρόεδρος τηλεφωνούσε στον αμερικανό ομόλογό του τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα και το επιτελείο του Τραμπ είχε μόνιμες οδηγίες να του περνά αμέσως τη γραμμή. Ο Ερντογάν πίεζε για παραχωρήσεις και άλλες εξυπηρετήσεις τον Τραμπ και του τηλεφωνούσε προσπερνώντας τις διαδικασίες και το πρωτόκολλο για να μιλήσει κάποιος με τον αμερικανό πρόεδρο.

Ο Ερντογάν, μάλιστα, «έγινε τόσο ικανός στο να γνωρίζει πότε θα έβρισκε απευθείας τον πρόεδρο, που ορισμένα στελέχη του Λευκού Οίκου πείστηκαν ότι οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες στην Ουάσιγκτον παρείχαν στον Ερντογάν πληροφορίες για το πότε ήταν εύκαιρος ο αμερικανός πρόεδρος για να δεχτεί τηλεφώνημα», σύμφωνα με τον Μπέρνστιν. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο Ερντογάν τηλεφωνούσε τον Τραμπ όταν έπαιζε γκολφ και ο αμερικανός πρόεδρος καθυστερούσε το παιχνίδι για να συνομιλήσει επί μακρόν μαζί του.

Εχοντας σοβαρές ελλείψεις στο θέμα του πολέμου στη Συρία και στη Μέση Ανατολή γενικότερα, ο Τραμπ δεν μπορούσε να «σταθεί» στις τηλεφωνικές συνομιλίες με τον Ερντογάν, ο οποίος τον «τύλιγε σε μια κόλλα χαρτί». Παράδειγμα το ότι ο Τραμπ ανακοίνωσε ξαφνικά ότι θα απέσυρε τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία ύστερα από τηλεφώνημα με τον τούρκο πρόεδρο – αυτό επέτρεψε στον Ερντογάν να επιτεθεί στους Κούρδους και να προωθήσει τα δικά του συμφέροντα στη Βόρεια Συρία.

Τα τηλεφωνήματα με τον Ερντογάν και τον Πούτιν προκαλούσαν ιδιαίτερη ανησυχία στο περιβάλλον του Τραμπ, επειδή ο αμερικανός πρόεδρος «πήγαινε σχεδόν πάντα απροετοίμαστος και συνεπώς ήταν επιρρεπής στο να τον πιάνουν κορόιδο με διάφορους τρόπους» γράφει ο Μπέρνστιν στο CNN.

Οι συνομιλίες με Πούτιν

Στον Πούτιν ο Τραμπ συμπεριφερόταν σαν να ήθελε να τον εντυπωσιάσει και να αποζητούσε την έγκρισή του. Μιλούσε σχεδόν αποκλειστικά για τον εαυτό του με υπερβολικούς όρους (πόσο «σκληρότερος» είναι από τον «βλάκα» και «αδύναμο» Μπαράκ Ομπάμα), ενώ άφηνε εκτός συζήτησης σοβαρά θέματα, όπως τον περιορισμό των εξοπλισμών.

Είναι πολύ σοκαριστικό ότι τη χειρότερη συμπεριφορά του ο Τραμπ την επιφύλασσε για τις γυναίκες ηγέτες, τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ και την πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας Τερέζα Μέι, τις οποίες μείωνε τακτικά – την πρώτη την αποκάλεσε, για παράδειγμα, «ηλίθια» ενώ στη δεύτερη είπε ότι ήταν αδύναμη και δειλή. Η συμπεριφορά του προς αυτές χαρακτηρίστηκε «σχεδόν σαδιστική» από τις πηγές που μίλησαν στον Μπέρνστιν. «Είναι σκληρός με όσους θεωρεί αδύναμους και αδύναμος με όσους πρέπει να είναι σκληρός» είναι η κοινή διαπίστωση όλων όσοι δέχθηκαν να μιλήσουν στον αμερικανό δημοσιογράφο.

Στα τηλεφωνήματά του με τη Μέρκελ ο Τραμπ ήταν τόσο προβληματικός που η γερμανίδα καγκελάριος πήρε ειδικά μέτρα για να παραμείνει το περιεχόμενό τους μυστικό. Η Μέρκελ όμως έμενε ατάραχη μπροστά στα παραληρήματα του αμερικανού προέδρου ή προσπαθούσε να αντιτάξει στοιχεία και γεγονότα. Τη Μέι, αντίθετα, την έπιανε ταραχή και νευρικότητα απέναντι στις ταπεινώσεις του Τραμπ.

Ο Τραμπ μιλούσε συνήθως επιθετικά και υποτιμητικά στον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν (τον ηγέτη που του τηλεφωνούσε συχνότερα μετά τον Ερντογάν), στον καναδό πρωθυπουργό Τζάστιν Τριντό και στον αυστραλό πρωθυπουργό Σκοτ Μόρισον.

Τηλεφωνικές εξαλλοσύνες

Οι «ενήλικοι» που βρίσκονταν κάποτε στο δωμάτιο για να συγκρατούν τον Τραμπ – ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Χ. Ρ. Μακμάστερ, ο πρώην υπουργός Αμυνας Τζέιμς Μάτις, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και ο πρώην προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Τζον Κέλι – έφριτταν όλοι τους με τις τηλεφωνικές εξαλλοσύνες του προέδρου. Ο Κέλι, μάλιστα, ενεργοποιούσε τη σίγαση της γραμμής στη διάρκεια τηλεφωνημάτων με ξένους ηγέτες όταν έκρινε ότι ο Τραμπ είχε ξεφύγει υπερβολικά.

Ανυποψίαστος για τα ελλείμματά του, ο αμερικανός πρόεδρος όχι μόνο δεν διδάχτηκε τίποτε ύστερα από τριάμισι χρόνια στον Λευκό Οίκο, ώστε να γίνει πιο ικανός στα τηλεφωνήματα με ομολόγους του, αλλά και παραμένει πεπεισμένος ότι μπορεί να «τουμπάρει» οποιονδήποτε αρχηγό κράτους με το καλό ή με το άγριο.

O 76χρονος Μπέρνστιν, που μαζί με τον Μπομπ Γούντγουορντ έριξαν τον Ρίτσαρντ Νίξον στη δεκαετία του ’70, δεν κατονομάζει τις πηγές που του μίλησαν στη διάρκεια της τετράμηνης έρευνάς του για λογαριασμό του CNN. Αλλωστε ούτε τη βασική πηγή του στην αποκάλυψη του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ, το περίφημο «Βαθύ λαρύγγι», είχε κατονομάσει. Ο λόγος του Μπέρνστιν όμως έχει βαρύτητα και οι προσβάσεις του στον Λευκό Οίκο είναι διαχρονικά εξαιρετικές. Επί τέσσερις μήνες, μέχρι τον Ιούνιο, συναντιόταν επανειλημμένως με περισσότερους από 12 αξιωματούχους που είτε ήταν αυτήκοες μάρτυρες των τηλεφωνημάτων του προέδρου, είτε είχαν δει με τα μάτια τους τα απομαγνητοφωνημένα κείμενα των συνδιαλέξεων.

Οι υπόγειες διαδρομές Αγκυρας – Ουάσιγκτον και η διπλωματία των γαμπρών

Σύμφωνα με τις πηγές του Μπέρνστιν, υπάρχουν απομαγνητοφωνημένα κείμενα και περιλήψεις τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του Τραμπ με τον Ερντογάν που επιβεβαιώνουν τις κατηγορίες για την «Υπόθεση Χάλκμπανκ» που διατύπωσε ο Τζον Μπόλτον στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα, «TheRoom Where It Happened». Ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ γράφει στο βιβλίο του ότι τον Δεκέμβριο του 2018, ύστερα από προτροπές του Ερντογάν, ο αμερικανός πρόεδρος προσφέρθηκε να επέμβει στην έρευνα που πραγματοποιούσε o εισαγγελέας Τζέφρι Μπέρμαν για την τουρκική Χάλκμπανκ που κατηγορείται ότι παραβίασε τις κυρώσεις προς το Ιράν. Ο Ερντογάν φοβόταν ότι η έρευνα του αμερικανού εισαγγελέα θα ξεσκέπαζε τις διασυνδέσεις της Χάλκμπανκ με μέλη της οικογένειάς του.

Οπως γράφει ο Μπόλτον, ο Τραμπ είπε στον Ερντογάν ότι «θα το κανόνιζε» όταν θα έμπαιναν στην Εισαγγελία της Νέας Υόρκης οι άνθρωποί του (ενώ τότε ακόμη ήταν οι άνθρωποι του Ομπάμα). Ο Τραμπ απέλυσε τον Μπέρμαν στα τέλη Ιουνίου χωρίς να δώσει καμία εξήγηση. Πιστεύεται ότι το έκανε όχι μόνο επειδή ο εισαγγελέας είχε απαγγείλει κατηγορίες εναντίον της Χάλκμπανκ για απάτη και ξέπλυμα χρήματος, αλλά και επειδή ερευνούσε τον Ρούντολφ Τζουλιάνι, δικηγόρο και έμπιστο του προέδρου.

Ο αρθρογράφος Ντέιβιντ Ιγκέισιους της «Washington Post» θεωρεί ότι στις 500 σελίδες του βιβλίου του Μπόλτον οι πιο εντυπωσιακές αποκαλύψεις είναι εκείνες που αφορούν τις «δοσοληψίες του Τραμπ με τον Ερντογάν», ιδίως για την υπόθεση της Χάλκμπανκ με την οποία ο τούρκος πρόεδρος είχε «μονομανία». Κάποια στιγμή που έγινε εμφανές ότι η έρευνα για την τουρκική τράπεζα δεν θα σταματούσε παρά τις προσπάθειες του Τραμπ, ο Ερντογάν εξαγριώθηκε, εξαγριώνοντας με τη σειρά του τον αμερικανό πρόεδρο, που ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία.

Τότε ξεκίνησε η «διπλωματία των γαμπρών» για να σωθεί η κατάσταση, ανάμεσα στον γαμπρό του Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, και τον γαμπρό του Ερντογάν, τον τούρκο υπουργό Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Αυτό προκάλεσε τη φρίκη μελών της αμερικανικής κυβέρνησης. «Η υπόθεση Χάλκμπανκ συνεχίζεται παρά τις διαβεβαιώσεις του Τραμπ προς τον τούρκο πρόεδρο» γράφει ο Ιγκέισιους.

Διεθνής διπλωματία… έτσι χωρίς πρόγραμμα

Τον ρώσο πρόεδρο τον έχει «πάρει όλον πάνω του» ο Τραμπ. Επί της προεδρίας του, ελάχιστες είναι οι επαφές ανάμεσα σε στρατιωτικούς και διπλωμάτες των δύο χωρών. Η διμερής σχέση ενσαρκώνεται σχεδόν αποκλειστικά από τον Τραμπ, ο οποίος σπανίως ρίχνει μια ματιά στο υλικό που του ετοιμάζουν η CIA και το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας προτού τηλεφωνηθεί με τον Πούτιν.

«Ο Τραμπ πιστεύει ότι είναι καλύτερος κριτής χαρακτήρων από οποιονδήποτε άλλον» είπε μια από τις πηγές του Μπέρνστιν, γι’ αυτό δεν ακούει τις συμβουλές κανενός από την Αμυνα, τις μυστικές υπηρεσίες ή την Εθνική Ασφάλεια, που του λένε να προσεγγίζει τον Πούτιν με περισσότερη πυγμή και λιγότερη εμπιστοσύνη – «έχαψε» για παράδειγμα την άρνηση του Πούτιν για τη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.

Αυτή την εβδομάδα αποκαλύφθηκε ότι η Ρωσία πλήρωνε Ταλιμπάν για να πραγματοποιούν επιθέσεις εναντίον αμερικανών στρατιωτών στο Αφγανιστάν και ότι η πληροφορία αυτή είχε δοθεί στον Τραμπ από τις μυστικές υπηρεσίες, αυτός όμως όχι μόνο δεν έκανε τίποτα, αλλά και αποφάσισε μόνος του να προσκαλέσει τη Ρωσία πίσω στο G7 παρά τις αντιρρήσεις των υπόλοιπων μελών. Αν και ο πρόεδρος είχε λάβει γραπτή προειδοποίηση για το θέμα τουλάχιστον τον Φεβρουάριο, στο πλαίσιο της καθημερινής ενημέρωσής του από τις μυστικές υπηρεσίες, είτε δεν διάβασε ποτέ την ημερήσια αναφορά (όπως το συνηθίζει), είτε την πληροφορήθηκε και την αγνόησε. Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ προτιμά να του λένε προφορικά τα θέματα που περιλαμβάνει η ενημέρωση των μυστικών υπηρεσιών αντί να τα διαβάζει, αλλά ακόμη και έτσι συχνά δεν μπορεί να συγκεντρωθεί και αποσπάται η προσοχή του.

Πάντως στα έξι τηλεφωνήματα που ακολούθησαν ανάμεσα στον Τραμπ και στον Πούτιν για την πρόθεση της Ουάσιγκτον να αποσύρει τα στρατεύματα από το Αφγανιστάν, ο αμερικανός πρόεδρος δεν αναφέρθηκε στο θέμα των ρωσικών αμοιβών προς Ταλιμπάν για το κεφάλι Αμερικανών (ως και 100.000 δολάρια).

Η Σούζαν Ράις, πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας (2013-2017), έγραψε στους «New York Times» ότι επί όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχε επιστήσει κάποιος την προσοχή στον πρόεδρο ότι, ενώ αυτός προσκαλεί τη Ρωσία στο G7, η Μόσχα σκοτώνει αμερικανούς στρατιώτες. «Το ότι δεν συνέβη αυτό με την παρούσα κυβέρνηση είναι βαθιά ανησυχητικό και εγείρει μυριάδες ερωτηματικά. Αν ο Τραμπ πληροφορήθηκε τη δράση των Ρώσων, γιατί δεν αντέδρασε; Αν δεν την πληροφορήθηκε, γιατί όχι;».