Οσοι έτυχε να παρακολουθήσουν από κοντά τα γεγονότα του πρώτου μνημονίου, να βιώσουν εκείνες τις σκοτεινές μέρες της τυφλής βίας και του ανείπωτου μίσους τον Μάιο του 2010 ανατριχιάζουν στη θύμησή τους.

Ηχεί ακόμη στα αυτιά τους το βουητό του αχαλίνωτου πλήθους, που δεν έβλεπε τίποτε άλλο μπροστά του πέρα από εχθρούς και πουλημένους συνωμότες και ήταν έτοιμο να κατασπαράξει όποιους θεωρούσε υπεύθυνους για το κακό που ερχόταν.

Ειδικά εκείνη την αποφράδα μέρα της 5ης Μαΐου η ατμόσφαιρα ήταν από νωρίς ηλεκτρισμένη.

Κόσμος φανατισμένος, νέοι με νοτισμένα βλέμματα, ωριμότεροι οργισμένοι και γεροντότεροι χωρίς μέτρο, προσέγγιζαν με επιθετικές διαθέσεις το Κέντρο από όλες τις γειτονιές της Αθήνας.

Θα ήταν εκατοντάδες χιλιάδες υπνωτισμένοι από την προπαγάνδα του υπεύθυνου για την κρίση λαϊκισμού, που κρυβόταν πίσω από τις κραυγές και κυριαρχούσες τότε θεωρίες συνωμοσίας που ήθελαν την Ελλάδα θύμα του διεθνούς κατεστημένου και όχι της εθνικής απρονοησίας που είχε καταλάβει τους πάντες, δεξιούς, κεντρώους, αριστερούς.

Είχαν εκτοξευτεί όλο το προηγούμενο διάστημα κατηγορίες και ύβρεις πρωτοφανείς σε κάθε τι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί συστημικό. Με πρώτο βεβαίως τον Τύπο και ιδιαιτέρως τις πιο προβεβλημένες εκφράσεις του. Οι δημοσιογράφοι, κυρίως εκείνοι που έγραφαν για της χρεοκοπίας τα βάρη και την ανάληψη της ευθύνης από τη χώρα και το λαό της, αντιμετωπίζονταν ως εχθροί του λαού. Και οι πολιτικοί επίσης που τολμούσαν να υψώσουν λόγο ορθό δεν είχαν χώρο να σταθούν, βήμα να μιλήσουν.

Εν μέσω τέτοιων αντιλήψεων και συνθηκών εκείνη την τραγική μέρα ο ευρύς κύκλος της επιθετικής ακροαεριστεράς, αχαλίνωτοι αριστεριστές, οργισμένοι αναρχικοί, διάφορες εκδοχές της ένοπλης βίας, ουτοπιστές της επανάστασης μπλεγμένοι στο πλήθος των πολλών απροετοίμαστων σχεδόν απολίτικων ανέβαιναν από την Ομόνοια και ετοιμάζονταν για εισβολή στα υποτιθέμενα Ανάκτορα του αμαρτωλού αστισμού.

Ωστόσο, τους είχαν προλάβει οι φιλόδοξες και διεκδικούσες τη ρεβάνς της απριλιανής χούντας ορδές της Ακροδεξιάς και της Χρυσής Αυγής, οι οποίες είχαν ήδη πάρει θέσεις στα σκαλοπάτια της Βουλής προκειμένου να εφορμήσουν κατά του Κοινοβουλίου.

Η αναμετάδοση των γεγονότων θολή και ανεπιβεβαίωτη, οι φήμες έτρεχαν στους δρόμους από στόμα σε στόμα και η σύγχυση περίσσευε σε εκείνη την Αθήνα της παράλογης και ανεξέλεγκτης βίας

Μύριζε στην κυριολεξία μπαρούτι, μια λέξη ήταν αρκετή να φορτίσει την ατμόσφαιρα. Και κάποια στιγμή συνέβη το μοιραίο. Αγνωστοι μέχρι σήμερα νεαροί ζώντας στη παραζάλη της έντασης και του μίσους πέταξαν στο υποκατάστημα της Marfin βόμβες μολότοφ, χωρίς να νοιαστούν αν υπήρχαν μέσα υπάλληλοι και δεν μπορέσουν να απεγκλωβιστούν.

Η Τράπεζα πήρε φωτιά, οι διαδηλωτές περνούσαν μπροστά της και σημασία δεν έδιναν. Πέρασε κρίσιμος χρόνος μέχρι να διαπιστωθεί ότι μέσα είχαν ξεμείνει υπάλληλοι που κάηκαν ζωντανοί σαν τα ποντίκια.

Οταν μαθεύτηκε το νέο όλοι μαρμάρωσαν.

Το μεγάλο κακό είχε συμβεί και τίποτε δεν μπορούσε να φέρει πίσω τέσσερις νέους.

Επεσαν θύματα της τυφλής βίας και του ακόμη πιο τυφλού μίσους. Ας κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας προκειμένου να μη επαναληφθούν αντίστοιχα γεγονότα και κυρίως να μην επικρατήσουν παρόμοιες συνθήκες ικανές να τα εκθρέψουν..

ΤΟ ΒΗΜΑ