1. Εύλογο είναι το δίλημμα περί της βέλτιστης στρατηγικής ενώπιον του ιού. Ας επιτραπεί μία (έστω ερασιτεχνική) υπενθύμιση των προς τούτο δύο διαθέσιμων στρατηγικών:

Α) Στόχος είναι η μέγιστη δυνατή περιστολή της διασποράς (δηλαδή η μέγιστη δυνατή επιβράδυνση της αύξησης του πλήθους των προσβαλλομένων), λαμβάνοντας πολύ δραστικά μέτρα απομόνωσης των πολιτών· με τα ακόλουθα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Αναμένεται μείωση του συνολικού αριθμού των θυμάτων και άμβλυνση των δυσμενών συνθηκών νοσηλείας:

-Χάρις στη μικρότερη πίεση στο διαθέσιμο σύστημα δημόσιας υγείας (και τη μικρότερη απαίτηση τεχνολογικών προϊόντων υποστήριξης), δεν θα πεθαίνουν οι ασθενείς τραγικώς εγκαταλειμμένοι.

l-Περισσότεροι μελλοντικοί νοσούντες θα επωφεληθούν απ’ τη χρονοβόρα ανάπτυξη θεραπευτικών φαρμάκων και εμβολίων (ίσως δε και από την ευαισθησία του ιού στις υψηλότερες θερμοκρασίες).

Αναμενόμενες δυσμενείς συνέπειες της στρατηγικής Α:

-Βαρύτατες οικονομικές απώλειες εις βάθος χρόνου.

-Κοινωνικές (ψυχολογικές, εκπαιδευτικές) βλάβες.

Β) Στόχος είναι μια ει δυνατόν ελεγχόμενη επιτάχυνση της μολύνσεως του πληθυσμού (θεωρητικώς των 2/3 αυτού), χωρίς τη λήψη πολύ επιβαρυντικών για την οικονομία μέτρων· με τα ακόλουθα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Αναμένεται πρακτική εξαφάνιση του ιού λόγω της «ανοσίας αγέλης» που θα έχει αποκτήσει ο πληθυσμός, χωρίς να έχουν προκύψει πολύ δυσμενείς συνέπειες για την Οικονομία, ούτε μερική κοινωνική αποσύνθεση.

Οι δυσμενείς συνέπειες αυτής της στρατηγικής θα περιγραφούν πιο κάτω.

2. Τα επιστημονικά δεδομένα στα οποία στηρίζονται οι πιο πάνω στρατηγικές χαρακτηρίζονται πάντως κι από ποικίλλοντα βαθμό αβεβαιότητας: Eτσι, για την «Α», η θερμική ευαισθησία αυτού ειδικώς του ιού δεν είναι ακόμη βέβαιη (παρότι εν γένει οι κορονιοί είναι ευαίσθητοι στον συνδυασμό υψηλής θερμοκρασίας και χαμηλής υγρασίας), ενώ η πορεία της χθαμαλής καμπύλης εμφάνισης κρουσμάτων και θανάτων δεν είναι με μεγάλη ακρίβεια γνωστή. Για τη στρατηγική «Β» η επιστημονική κριτική είναι μάλλον οξύτερη:

(i) Παρατηρείται πρώτον ότι η «ανοσία αγέλης» ΔΕΝ αφορά κυρίως το πρώτο επιδημικό κύμα· αφορά κυρίως το δεύτερο – αλλά και τούτο, μόνον υπό την προϋπόθεση ότι αυτός ο ιός θα επανέλθει χωρίς κρίσιμες μεταλλάξεις.

(ii) Τα προσομοιώματα της «ανοσίας αγέλης» δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένο ποσοστό παράπλευρων απωλειών-θανάτων: Οι πολιτικοί που εφαρμόζουν τη στρατηγική «Β» δεν γνωρίζουν εξαρχής το πλήθος των νεκρών συμπολιτών τους που θα θυσιασθούν για μια μελλοντική (και αμφίβολης ισχύος) ανοσία.

(iii) Δεν είναι σαφής η έκταση της ζημίας την οποία θα υποστεί η οικονομία του μέλλοντος εξαιτίας της απώλειας πολύ μεγάλου αριθμού έμπειρων στελεχών κατά τη διάρκεια της ανέλεγκτης διάδοσης του ιού (αλλά και λόγω των ψυχολογικών συνεπειών ενός εκτεταμένου πένθους).

3. Η βασικότερη όμως διαφορά ανάμεσα στις δύο στρατηγικές ελπίζω να μπορέσω να αποδείξω ότι είναι ηθολογικού χαρακτήρα.

Οι οπαδοί της «Β» φαίνεται να θέτουν ως κύριο κριτήριο την οικονομία. Το επιχείρημα μοιάζει να είναι πειστικό: Είναι τόσο βαθιά και μακρά η εθνική (και παγκόσμια) οικονομική ύφεση που προκύπτει εξαιτίας της πολιτικής της μακρόχρονης απομόνωσης (δηλαδή της μερικής ακύρωσης μεγάλου μέρους της παραγωγής), ώστε η χώρα μας (ή η Ανθρωπότητα) θα υποφέρει τελικώς περισσότερο απ’ ό,τι θα της επέβαλε μια «μετριασμένα ελεύθερη» εξάπλωση της επιδημίας.

Κατ’ αντιστοιχίαν, η απολογία της επιλογής «Α» φαίνεται να θέτει ως κύριο κριτήριο τη ζωή. Επίσης πειστικό επιχείρημα. Δεν ανεχόμαστε τόσο εκτεταμένες απώλειες (σε ασθένειες, θανάτους και απάνθρωπες συνθήκες τελευτής μυριάδων συνανθρώπων μας) αν δεν είχαμε λάβει έγκαιρα δραστικότερα μέτρα: Προτιμάμε ως μικρότερο κακό να υποφέρουμε όλοι μαζί στο μέλλον απ’ την οικονομική ύφεση που θα προκαλέσουμε.

Παρατηρήστε τώρα ότι σε αμφότερες τις παραπάνω απολογίες:

-Αναγνωρίσαμε μια κατ’ αρχήν καλή πρόθεση.

-Δεν αποδώσαμε συνωμοτικούς σκοπούς (από κρυμμένες ισχυρές μειονότητες απατεώνων).

Οσοι προτείνουν τέτοιες ερμηνείες (ο ποπουλισμός ξαναφούντωσε) είναι χρεωμένοι με την απόδειξη των σατανικών υποψιών τους.

Αντιθέτως, είναι εύκολο να παρατηρήσει κανείς ότι αμφότερες οι απολογίες μιλούν κατά βάθος την ίδια γλώσσα. Λογαριάζουν τον ανθρώπινο πόνο τον οποίο δεν θα μπορέσει να απαλύνει η μια ή η άλλη λύση: θυμίζομε λ.χ. ότι η οικονομία δεν είναι δήθεν Αυταξία· είναι απλώς ένα μέτρο ικανοποίησης μιας σπουδαίας κατηγορίας ανθρώπινων αναγκών.

Ικανοποίησης που απαλύνει τον αντίστοιχο πόνο: της πείνας, της δίψας, της αρρώστιας, της έλλειψης στέγης, της απαιδευσιάς κ.λπ. Δεν ξεχνάμε όμως την ύπαρξη κι άλλων οξύτατων αναγκών του Είναι, όπως η επιβεβαίωση στα μάτια του Αλλου, η υποστασιακή συμμετοχή στη χαρά και στον πόνο του Συνανθρώπου, η ηδονή της Συν-ύπαρξης και της Αλληλ-Εγγύησης. Αυτήν τη δεύτερη κατηγορία αναγκών φαίνεται να επικαλούνται, κυρίως, οι οπαδοί της στρατηγικής «Α»: Προτιμάμε να στερηθούμε αύριο και μεθαύριο πολλά οικονομικά αγαθά (να υποφέρομε όλοι μαζί ει δυνατόν), παρά να βλέπομε σήμερα να πεθαίνουν αβοήθητοι μπροστά στα μάτια μας μυριάδες συνανθρώπων μας. Κατ’ αντιστοιχίαν, οι οπαδοί της «Β» μοιάζουν να λένε: Δεν έχομε το δικαίωμα να επιβαρύνομε δυσβάσταχτα την επόμενη γενιά (που δεν μετέχει καν στη λήψη των σημερινών αποφάσεων), προκειμένου να ανακουφίσομε τη δικιά μας γενιά από ένα τυχαίο κακό που μας βρήκε· αντιθέτως, πρέπει η δικιά μας γενιά να πληρώσει εδώ και τώρα. (Στο σημείο αυτό δεν αντέχω μια παρέκβαση: Να το θυμάστε αυτό το επιχείρημα κι όταν αντιδράτε στα αμέσως αναγκαία μέτρα για την Κλιματική Αλλαγή – τον άλλο παγκόσμιο «ιό» που εξαπλώνεται σχεδόν ανεμπόδιστος…)

4. Με τέτοια πάντως διατύπωση, αμφότερες οι στρατηγικές στηρίζονται σε ορισμένους προβληματισμούς:
-Προτεραιότητες οικονομικών αγαθών ή «συναισθηματικών»;
-Χρονικές προτεραιότητες: τι να πραγματωθεί σήμερα και τι αύριο;
-Προβληματισμός περί «χρησίμων» ηλικιών.
Ενας τέτοιος προβληματισμός είναι ηθικής φύσεως. Γίνεται επιλογή:
-«ανεκτού» κακού
-εντός «βέλτιστου» χρόνου
-και «θιγομένων» ομάδων του πληθυσμού.

Χάρις σ’ αυτή την ομοιότητα είδους προβληματισμών, θα έλπιζα ότι θα αμβλύνονταν οι ακραίες διχαστικές τάσεις: οι Νοτιοευρωπαίοι να βαφτίζομε τους Αγγλοσάξονες ανάλγητους κεφαλαιοκράτες, κι εκείνοι εμάς επιπόλαιους αισθηματίες. Αλλωστε, όπως είδατε, μέσα σε έναν μήνα επήλθε μια τεράστια σύγκλιση θέσεων: Εκείνοι μεν οδηγούνται τώρα σε όλο και δραστικότερες πολιτικές απομόνωσης (πώς περίμεναν λιγότερους από 250.000 νεκρούς για να πετύχουν τάχα «ανοσία αγέλης» στη Μ. Βρετανία;), εμείς δε αρχίσαμε από τώρα να νοιαζόμαστε για την οικονομία του αύριο – και νομιμοποιούμε ένα παρεμβατικότερο κράτος. Διότι πράγματι, σε εποχές μακρόχρονης κρίσεως, η ατομική πρωτοβουλία δεν εξαρκεί μόνη. Αυτό, άλλωστε, φάνηκε πριν απ’ τον Β’ ΠΠ με το νιου ντιλ στο αμερικανικό κραχ, μετά δε τον πόλεμο με το θαύμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. (Μόνο που, τώρα, διατρέχομε κι έναν άλλο συζυγή κίνδυνο: Το ευλόγως γενναιόδωρο για τις σημερινές έκτακτες ανάγκες κράτος μήπως υποσκάψει ανεπανόρθωτα τη ζωή των φτωχών του αύριο – όταν θα έχει φανεί ότι παρά του μη έχοντος, ουκ αν λάβοις…)

Το ερώτημα βέβαια παραμένει αν θα μπορούσε να είχε κερδηθεί χρόνος, αν είχαν παντού ληφθεί τα «αντιδημοτικά» περιοριστικά μέτρα τόσο έγκαιρα (στην Κίνα λ.χ. απ’ τις αρχές Δεκεμβρίου), ώστε να μη συμβούν οι θυσίες αθώων συνανθρώπων μας. Αραγε διαθέτομε ένα πιο απλό κριτήριο για τέτοιες αποφάσεις;

Τολμώ λοιπόν να πω ότι διαθέταμε όντως ένα τέτοιο κριτήριο, χωρίς να απαιτούνται οι (τόσο αβέβαιοι, φευ) προβληματισμοί που εκθέσαμε στα προηγούμενα. Διαθέταμε το κριτήριο που κερδήθηκε απ’ την Ανθρωπότητα εμπειρικά, τα τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια, και συμβουλεύει: «η πρώτη μέριμνα είναι να σώζεις ανθρώπινες ζωές». Το κριτήριο αυτό δεν υπαγορεύθηκε από εξωγενείς συστάσεις (θρησκευτικές, λόγου χάρη, εντολές): κρυσταλλώθηκε μέσα στην Ιστορία ύστερα από μακρούς αγώνες και πολύ αίμα ως η ολιγότερο κακή επιλογή. Εμπειρικότερο κριτήριο μεγαλύτερης χρονικής ισχύος δεν μπορούσαμε να φανταστούμε – άσε που έχει αντέξει και πλήθος από πανδημίες. Κι έχει καταχωριστεί και σε πάμπολλα συντάγματα και διεθνείς διακηρύξεις – έχει δηλαδή γίνει υπέρτατη Αξία. Δεν θα την πετάξομε τώρα για το χατίρι αποδεδειγμένως ανεπαρκών μαθηματικών προσομοιωμάτων ή για χάρη μυωπικών οικονομίστικων απόψεων. Ή, πιο φιλοπαιγμόνως, δεν θα την εγκαταλείψομε στην τραμπάλα της «παλιμβόλου μυωπίας ξανθοφυούς κόμης».

Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.