Η κύρια κατάκτηση των δημοκρατικών κοινωνιών της Ευρώπης είναι, πολύ πιθανά, η ελευθερία έκφρασης του αστείρευτου πλουραλισμού, και του πολύμορφου χαρακτήρα των ανθρώπων – ως κοινωνικά όντα. Οι θεμελιώδεις εξελίξεις του 20ου αιώνα – από τις μεταπολεμικές δεκαετίες του τζαζ, μέχρι και τις ανήσυχες και δημιουργικά εκρηκτικές δεκαετίες του 60’ και 70’ – είναι πράγματι η σταδιακή διεύρυνση των αποδεκτών ιδιοσυγκρασιών, όπως και ο μονίμως αγώνας για μια πιο δίκαιη και ισότιμη κοινωνική συλλογικότητα.

Η διεύρυνση της πολυδιάστατης πτυχής της εσωτερικότητας, και κυρίως η αποδοχή αυτής, οφείλεται στην θεσμική προστασία που προσφέρεται στους πολίτες. Δηλαδή, ο ατομικός ψυχισμός μπορεί ελεύθερα να προβληθεί – μέσω των απόψεων ή των τρόπων έκφρασης – και κατ’ επέκταση να αναζητήσει αποδοχή, και διάλογο, ακριβώς διότι διασφαλίζεται από του πλουραλιστικούς νόμους που μας διέπουν – οι οποίοι δεν έχουν καμία ιδεολογική ή ηθική χροιά.

Οι άμεση κατοχύρωση μιας πιο ελεύθερης κοινωνίας είναι η θεσμοποίηση του διαλόγου και της διαβούλευσης, δηλαδή του χειρισμού της γλώσσας, δια μέσω της οποίας επικοινωνούν την αντίληψη τους οι πολίτες. Η πολιτική οργάνωση της κοινωνίας συγκροτείται λοιπόν από το πως συναλλάσσονται οι άνθρωποι – ή αλλιώς πως ορίζουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις – και από το ποιοι είναι οι πολιτικοί κανόνες που αποδεχόμαστε από κοινού όλοι, στα πλαίσια ενός κοινωνικού βίου. Κατά κύριο λόγο, ο άνθρωπος, υπ’ αυτές τις συγκυρίες, μοιράζεται. Συζητά, διαφωνεί, σκέπτεται, αναθεωρεί. Η συνοχή της κοινής ύπαρξης του με τους «άλλους» είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το κατά πόσο δέχεται να γίνει ευάλωτος, να ανοιχτεί στις αντιλήψεις και τις ιδέες που τον περιβάλλουν.

Για να μας γίνει αντιληπτή η προσωπική, η ενδόμυχη μας ταυτότητα, είναι απαραίτητη η τριβή με την αντίληψη που σχηματίζει ο συνομιλητής μας. Ειδάλλως, εισρέουμε σε ένα ψυχικό σχήμα αυτό-ορισμού, που δεν επιτρέπει καμία μορφή κοινωνικότητας εφόσον δεν αποδέχεται καμία αλλοίωση, ή έστω αναδιαμόρφωση. Κατά συνέπεια, είναι υπαρξιακής φύσεως η σημασία προβολής μας. Τόσο για την σύσφιγξη των κοινωνικών δεσμών, όσο για την συγκρότηση μιας ατομικής ταυτότητας που μπορεί να γίνει αντιληπτή και αποδεκτή, παρά τις όποιες διαφορετικές εκφάνσεις την χαρακτηρίζουν.

Η περίοδος υγειονομικής κρίσης που διανύουμε προφανώς και δεν ευνοεί αυτή την απαραίτητη πτυχή της ζωής και των σχέσεων που χτίζουμε. Δεν αναιρώ την σημασία ή τον ορθό χαρακτήρα των μέτρων που πάρθηκαν και ακόμα παίρνονται στα κράτη της Ευρώπης. Πράγματι, ο εγκλεισμός είναι απαραίτητος, για την προστασία των πιο ευάλωτων και κυρίως για την υποστήριξη ενός – δυστυχώς ανεπαρκούς – συστήματος δημόσιας υγείας.

Ωστόσο, είναι ιδιαίτερα προβληματική η προσωπική αντιμετώπιση μας της συνθήκης τούτης. Αρχικά, έχει παραδοθεί από τους πολίτες και τους κυβερνώντες ο πολιτικός λόγος σε ιατρούς και επιστήμονες. Οι υγειονομικοί επαγγελματίες δίνουν μια θαυμαστή μάχη, στην πρώτη γραμμή, περιθάλποντας τους βαριά αρρώστους και αναζητώντας πυρετωδώς μια θεραπεία για την αντιμετώπιση του ιού. Ευνοήτως, έχουν την δυνατότητα να μας παρέχουν πληροφορίες, και να μας ενημερώνουν, ως εμπειρογνώμονες.

Δεν έχουν όμως την δυνατότητα να αντιληφθούν την πολιτική έκφανση της κρίσης αυτής. Όχι λόγω ανεπάρκειας, αλλά λόγω απασχόλησης. Το να απαιτεί η πολιτεία και η πολιτική τάξη, την εμπλοκή στην συζήτηση για τον κοινωνικό αντίκτυπο της κρίσης, δεν τιμά την προσπάθεια που καταβάλουν αλλά την αδικεί, θέτοντας την σε δεύτερη μοίρα.

Εκτιμώ πως οφείλω να σταθώ στην ανεπάρκεια μας, ως πολίτες. Η συλλογική υποχρέωση μας, αυτό που μας καθιστά υπεύθυνους, είναι η παραμονή στο σπίτι, για τους λόγους που προανέφερα. Η ατομική υποχρέωση μας – στης οποίας την εκπλήρωση υστερούμε επιδεικτικά – είναι να μην επιτρέψουμε την τομή που δημιουργείται ψυχικά στις ζωές μας. Να μην πάψουμε να ονειρευόμαστε, επειδή δεν γνωρίζουμε την χρονική κατάληξη της κρίσης. Να μην πάψουμε να αναζητούμε, να εξερευνούμε, και διευρύνουμε της σκέψη μας, του ορίζοντες μας. Με περισσότερο ζήλο, με μεγαλύτερη επιθυμία για ρίσκο, για ανακάλυψη.

Είναι ανεπίτρεπτο, ιδίως οι πιο νέοι, να εφησυχαζόμαστε, να παραμένουμε στα κεκτημένα, στα γνώριμα, και να περιμένουμε να περάσει η μπόρα για να συνεχιστεί η ζωή μας όπως ήταν. Θα μας πλήξει όλους, ανεξαιρέτως αυτή η υγειονομική κρίση. Όπως θα μας πλήξει και στο μέλλον η περιβαλλοντολογική κρίση, όσο και αν σπεύσουμε να την αντιμετωπίσουμε.

Είναι λοιπόν πιο αναγκαίο από ποτέ, να είμαστε πρόθυμοι να εκτεθούμε, να γίνουμε ευάλωτοι και ας μην έχει η ψυχική διαδικασία αυτή την κατάληξη που επιθυμούμε. Έτσι, και μόνο έτσι, θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε μια γνήσια αλληλεγγύη, μια γνήσια συλλογική αντιμετώπιση, που θα μας επιτρέψει να αντέξουμε το τράνταγμα της κρίσης αυτής. Λαβωμένοι, αλλά πιο καλλιεργημένοι, ανοιχτοί, ερωτευμένοι.

Ο κ. Στρατής Χωμενίδης είναι κάτοχος Economics BA – Paris I Panthéon-Sorbonne και Political Philosophy MA – École des Hautes Études en Sciences Sociales