Αναλογιζόμενος κανείς το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής φτάνει αργά ή γρήγορα στο συμπέρασμα ότι έχουμε φτάσει πλέον στο τέλος των ψευδαισθήσεων.

Ο αγώνας για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου, που θεωρούνται κύριος παράγοντας για τις αλλαγές στο κλίμα και η προσπάθεια να καθυστερήσουμε ή και να σταματήσουμε την επικείμενη καταστροφή μοιάζει καθημερινά όλο και πιο μάταιος.

Οι στόχοι είναι σαφείς εδώ και τριάντα χρόνια. Όμως παρά τις όποιες προσπάθειες που έχουν γίνει δεν έχουμε σημειώσει καμιά πρόοδο για την επίτευξή τους.

Σήμερα τα επιστημονικά δεδομένα είναι αναμφισβήτητα. Αν είστε κάτω των εξήντα ετών, έχετε πολλές πιθανότητες να βιώσετε τη ριζική αποσταθεροποίηση της ζωής πάνω στον πλανήτη: μαζικές απώλειες σε σοδιές, πυρκαγιές αποκαλυπτικών διαστάσεων, οικονομικές κρίσεις, επικές πλημμύρες και εκατοντάδες εκατομμύρια προσφύγων που εγκατέλειψαν περιοχές που έγιναν ακατοίκητες από ακραίες θερμοκρασίες ή μόνιμη ξηρασία. Αν είστε κάτω από τριάντα, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα βιώσετε την καταστροφή και τις επιπτώσεις της.

Οσοι ενδιαφέρονται για το μέλλον του πλανήτη και για το μέλλον της ανθρωπότητας και του ζωικού βασιλείου έχουν δύο επιλογές: ή να συνεχίσουν να ελπίζουν ότι η καταστροφή είναι αναστρέψιμη ή να αποδεχτούν το γεγονός ότι η καταστροφή είναι προ των πυλών και να αρχίσουν να επανεξετάζουν το τι σημαίνει ελπίδα.

Ακόμα και σήμερα διαβάζουμε στη διεθνή ειδησεογραφία ότι «είναι καιρός να σηκώσουμε τα μανίκια» και να κάνουμε ότι μπορούμε για να «σώσουμε τον πλανήτη» και ότι το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής μπορεί να λυθεί με παγκόσμια προσπάθεια.

Πιθανόν αυτό και να ίσχυε μέχρι το 1988, όταν έγινε για πρώτη φορά επιστημονικά αποδεκτό το γεγονός ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια εκλύθηκαν στην ατμόσφαιρα μεγαλύτερες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου από ότι είχαν εκλυθεί τους τελευταίους δύο αιώνες εκβιομηχάνισης. Δυστυχώς δεν ισχύει πλέον.

Από τη μία πλευρά οι πολιτικές δυνάμεις του συντηρητικού – νεοφιλελεύθερου τόξου αμφισβητούν την κλιματική αλλαγή και τους επιστήμονες που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επιλέγοντας να υπηρετούν τα οικονομικά συμφέροντα και το δόγμα της «ανάπτυξης υπέρ πάντων».

Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικοί που προέρχονται από τον προοδευτικό χώρο, συμφωνούν μεν με τα επιστημονικά δεδομένα για τη σοβαρότητα της κατάστασης, αλλά εμφανίζονται πεπεισμένοι ότι έχουμε ακόμα μια τελευταία ευκαιρία να αποτρέψουμε την καταστροφή και να σώσουμε τον πλανήτη με φαραωνικά projects ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Επιστήμονες και πολλοί από όσους συμμετέχουν στη χάραξη πολιτικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος συμφωνούν στο ότι θα περάσουμε το σημείο χωρίς επιστροφή στην περίπτωση που η παγκόσμια θερμοκρασία αυξηθεί κατά 2 βαθμούς Κελσίου (πιθανόν λίγο περισσότερο, πιθανόν λίγο λιγότερο).

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι για να αποφύγουμε αυτή την αύξηση της θερμοκρασίας δεν αρκεί να αναστρέψουμε τις τάσεις των τελευταίων τριάντα ετών, αλλά και ότι μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια θα πρέπει να έχουμε μηδενίσει εντελώς τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Ουδείς πιστεύει ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό.

Νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Scientific American αναφέρει ότι οι επιστήμονες που μελετούν την κλιματική αλλαγή όχι μόνο δεν είναι υπερβολικοί στις εκτιμήσεις τους, αλλά ότι έχουν στην ουσία υποτιμήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Με λίγα λόγια έχουμε ξεπεράσει το σημείο χωρίς επιστροφή και το τι μας επιφυλάσσει το μέλλον ουδείς μπορεί να προβλέψει. Η εποχή που μπορούσαμε να

κάνουμε κάτι έχει περάσει και το μόνο που απομένει είναι να δούμε πώς θα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις επί μέρους επιπτώσεις. Δυστυχώς κανείς δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι θα έχουμε μεγαλύτερη επιτυχία σε αυτή την προσπάθεια, τουλάχιστον αν κρίνει με γνώμονα τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίσαμε μέχρι σήμερα το πρόβλημα με τα αέρια του θερμοκηπίου.