Πέντε χρόνια έχουν περάσει από την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, που χαρακτηρίστηκε ως η πιο κραυγαλέα αρπαγή γης στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αντίθετα με τη σύγκρουση στο Ντονμπάς της ρωσόφωνης Ανατολικής Ουκρανίας η οποία, μολονότι εξακολουθεί να σιγοβράζει, έχει προοπτική επίλυσης, στην περίπτωση της Κριμαίας το πρόβλημα θα παραμείνει ως ένα αγκάθι μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας για χρόνια. Και η πρόβλεψη του Ινστιτούτου Brookings λέει ότι θα υφίσταται ίσως και αρκετές δεκαετίες ακόμη.

Στα τέλη Φεβρουαρίου του 2014 λίγες ημέρες μετά την Επανάσταση στην καρδιά του Κιέβου, την πλατεία Μεϊντάν, και τη φυγή του Βίκτορ Γιανουκόβιτς από την ουκρανική πρωτεύουσα προς ασφαλές καταφύγιο στη Ρωσία, «μικροί πράσινοι άνδρες» (όρος που επινοήθηκε από τους Ουκρανούς) άρχισαν να καταλαμβάνουν βασικές εγκαταστάσεις στη χερσόνησο της Κριμαίας. Επρόκειτο σαφώς για επαγγελματίες στρατιώτες με ρωσικά όπλα, οι οποίοι φορούσαν ρωσικές στρατιωτικές στολές αλλά δεν έφεραν διακριτικά. Αρχικά ο Βλαντίμιρ Πούτιν αρνήθηκε ότι ήταν Ρώσοι, όμως λίγες εβδομάδες αργότερα επιβεβαίωνε ακριβώς το αντίθετο.

Το παράνομο δημοψήφισμα

Μέχρι τις αρχές Μαρτίου τα πράσινα ανθρωπάκια είχαν τον έλεγχο της Κριμαίας και στις 16 του ίδιου μήνα είχε ήδη πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα. Αποδείχτηκε ότι ήταν παράνομο. Ενώ θεωρητικά προσέφερε στους ψηφοφόρους δύο επιλογές, να ενταχθούν στη Ρωσία ή να επαναφέρουν το Σύνταγμα της Κριμαίας του 1992, το οποίο θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντικά μεγαλύτερη αυτονομία από το Κίεβο, στην πράξη στο ψηφοδέλτιο δεν υπήρχε το αντίστοιχο κουτάκι της δεύτερης επιλογής ώστε οι ψηφοφόροι να βάλουν τον σταυρό τους.

Αναπάντεχα το δημοψήφισμα προκάλεσε ένα σοβιετικού τύπου αποτέλεσμα: 97% φέρεται να ψήφισαν την ένωση με τη Ρωσία με τη συμμετοχή να αγγίζει το 83%. Στην πραγματικότητα όμως όσοι ήθελαν την προσάρτηση με τη «μαμά» Ρωσία ήταν περίπου ένα 60%.

Επιπλέον, η ψηφοφορία πραγματοποιήθηκε σε εκλογικά κέντρα υπό την παρουσία ένοπλων στρατιωτών, χωρίς αξιόπιστους διεθνείς παρατηρητές και με ρώσους δημοσιογράφους που ανέφεραν ότι είχαν δικαίωμα ψήφου. Δύο μήνες αργότερα, ένα μέλος του Συμβουλίου Ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Πούτιν άφησε να διαρρεύσει ότι η πραγματική συμμετοχή ήταν γύρω στο 30% και μόνο οι μισοί ψήφισαν την ένταξη στη Ρωσία.

Η συνθήκη προσχώρησης

Η Μόσχα δεν έχασε χρόνο. Δύο μέρες αργότερα, παραβιάζοντας τη συμφωνία των πρώην σοβιετικών κρατών του 1991 περί αποδοχής των τότε υφιστάμενων συνόρων αλλά και τις ρωσικές δεσμεύσεις περί σεβασμού της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, έσπευσε να προχωρήσει στη συνθήκη προσχώρησης, η οποία επισφραγίστηκε με μια παθιασμένη ομιλία του ρώσου προέδρου στις 21 Μαρτίου.

Στα τέλη Μαρτίου του 2014 η Ρωσία αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα του βέτο για να εμποδίσει ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο μεταξύ άλλων στήριζε την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας με 13 ψήφους υπέρ και μία αποχή. Ωστόσο οι Ρώσοι δεν μπορούσαν να ασκήσουν βέτο στο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, που επιβεβαίωσε την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας ενώ χαρακτήριζε το δημοψήφισμα για την Κριμαία άκυρο.

Ρώσοι αξιωματούχοι επιχείρησαν να δικαιολογήσουν το δημοψήφισμα ως μια πράξη αυτοδιάθεσης, αλλά αυτό δεν ήταν πειστικό, δεδομένης της ιστορίας των δύο αιματηρών πολέμων στην Τσετσενία. Επιχείρησαν επίσης να φέρουν ως παράδειγμα την αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου από δυτικές χώρες, όμως η περίπτωση αυτή ήταν εντελώς διαφορετική.

Κυρώσεις από ΗΠΑ, ΕΕ

Η στρατιωτική κατοχή της Κριμαίας προκάλεσε διεθνή κατακραυγή. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ επέβαλαν κυρώσεις ενώ απαγόρευσαν στα πλοία και τα αεροπλάνα τους να ταξιδεύουν από την Κριμαία χωρίς άδεια από τις ουκρανικές αρχές.

Οι κυρώσεις αυτές ήταν ήσσονος σημασίας σε σύγκριση με εκείνες που επέβαλαν στη Ρωσία σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας της μετά την έναρξη της διαμάχης στο Ντονμπάς τον Απρίλιο του 2014 και κυρίως, μετά την κατάρριψη του Boeing των μαλαισιανών αερογραμμών, με περίπου 300 επιβαίνοντες.

Ενώ οι ουκρανικές δυνάμεις στην Κριμαία δεν εναντιώθηκαν στη ρωσική εισβολή, το Κίεβο αντιστάθηκε στην εμφάνιση των μικρών πράσινων στρατιωτών στο Ντονμπάς. Οι Ουκρανοί βρέθηκαν να πολεμούν ρωσικά στρατεύματα και αυτονομιστικές δυνάμεις με τη σύγκρουση αυτή να εισέρχεται σήμερα στο έκτο έτος της. Η διευθέτηση στο Ντονμπάς αποτελεί μεγαλύτερη προτεραιότητα από το στάτους της Κριμαίας, γεγονός κατανοητό, καθώς 13.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους και πάνω από 2.000.000 έχουν εκτοπιστεί εξαιτίας των μαχών που μαίνονται ακόμη. Η Μόσχα βλέπει τη σύγκρουση που σιγοβράζει εκεί ως χρήσιμο μέσο προκειμένου να αποδυναμώσει τη χώρα αλλά και να εμποδίσει την εμβάθυνση των σχέσεων Ουκρανίας – ΕΕ.

Μεγάλο το κόστος

Η επίλυση της σύγκρουσης στο Ντονμπάς δεν θα είναι εύκολη, μιας και το Κρεμλίνο δεν φαίνεται διατεθειμένο να διευθετήσει την κατάσταση μέχρι να έχει κάποια εικόνα για τη θέση της Ουκρανίας στην ευρύτερη ευρωπαϊκή τάξη (βλ. ΕΕ και ΝΑΤΟ). Πλην όμως το κόστος είναι μεγαλύτερο από τα οφέλη, και αυτό ίσως αποτελέσει το κλειδί για να εγκαταλείψει το Ντονμπάς.

Στην Κριμαία όμως δεν θα κάνει πίσω. Οι Ρώσοι ιστορικά θεωρούν τη χερσόνησο δική τους (η Μεγάλη Αικατερίνη την είχε προσαρτήσει το 1783 μετά τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), ενώ η διατήρησή της είναι πολύ σημαντική για τον Πούτιν που παίζει το χαρτί του εθνικισμού και της ανοικοδόμησης του χαμένου κύρους της μετασοβιετικής Ρωσίας, μιας και πλέον έχει απολέσει το χαρτί της οικονομίας. Για τη Δύση, η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία αποτελεί θεμελιώδη πρόκληση για την ευρωπαϊκή τάξη και τους κανόνες που θεσπίστηκαν με την Τελική Πράξη του Ελσίνκι το 1975. Και υπό αυτή την έννοια «θα πρέπει να διατηρήσει τις κυρώσεις και να μην αναγνωρίσει την παράνομη ενσωμάτωση της χερσονήσου στη Ρωσία – καταλήγει το Brookings – ώστε να δείξει ότι οι αρπαγές αυτές δεν έχουν θέση σε ευρωπαϊκό έδαφος τον 21ο αιώνα».